Από τη Δευτέρα 4 Μαϊου, η κοινωνία μας θα κληθεί να συμμετάσχει σε ένα πείραμα. Εγχειρίδιο χρήσης για αυτό που θα επιδιώξουμε να κάνουμε δεν υπάρχει. Στην πραγματικότητα, κοιτάμε τους δίπλα, αυτούς που τα πηγαίνουν καλά ή λιγότερο καλά για να αντλήσουμε συμπεράσματα. Και θα μετράμε την δική μας πορεία σε επίπεδο κρουσμάτων και θυμάτων από τον COVID-19 για να αναπροσαρμόσουμε την πορεία μας στο άγνωστο. Αλλά αυτή η “γέφυρα ασφαλείας” που περιέγραψε ο Πρωθυπουργός για τη μετάβαση στη νέα κανονικότητα, έχει μόνο αχαρτογράφητα νερά.
Η περίοδος που πέρασε δεν ήταν εύκολη για κανέναν. Αναγκαστήκαμε να κλειστούμε σπίτι, να ξεχάσουμε τις κοινωνικές μας συναναστροφές και τις επαφές με τα αγαπημένα μας πρόσωπα. Τα σχολεία έκλεισαν, τα μαγαζιά επίσης, ξεχάσαμε το φαγητό έξω, τις εξόδους και τις εκδρομές. Ήταν πρωτοφανές, σκληρό και απότομο. Ήταν κάτι ξαφνικό, αλλά ήταν οριζόντιο. Με άλλα λόγια, το lockdown αποφασίστηκε, και κυρίως λόγω φόβου, πειθαρχήσαμε.
Αυτό που πρόκειται να ξεκινήσει στις 4 Μαϊου, θα είναι ένα πείραμα που αντίστοιχό του δεν έχουμε ξαναζήσει. Δεν υπάρχει πια η ζώνη υγειονομικής ασφάλειας που δημιούργησε η απαγόρευση κυκλοφορίας. Αυτό σημαίνει πως ο κίνδυνος διασποράς του ιού στην κοινότητα είναι μεγαλύτερος. Και με κάποιο τρόπο, όλα θα περιστρέφονται γύρω από τον ειδικό αλγόριθμο που θα αξιολογεί ανά 24ωρο το μεικτό Παρατηρητήριο της κυβέρνησης, του υπουργείου Υγείας και της Πολιτικής Προστασίας. Εάν ο αριθμός των κρουσμάτων ξαφνικά αυξηθεί, εάν τα “όρια ευαισθησίας” του συστήματος ξεπεραστούν, τότε οι απαγορεύσεις μπορεί να επανέλθουν. Κι αυτό θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Αν αμφιβάλλετε, κοιτάξτε τη Γερμανία. Το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων, αύξησε το δείκτη R0 κοντά στο 1, που σημαίνει πως κάθε κρούσμα μολύνει ακόμη έναν. Στην Ελλάδα ο καθηγητής Τσιόδρας έχει περιγράψει πως αυτός ο δείκτης είναι αρκετά χαμηλός, πολύ κοντά στο μηδέν. Εάν όμως πλησιάσει ή ξεπεράσει το 1, τα μέτρα μπορεί να επανέλθουν. Η νέα πραγματικότητα λοιπόν, θα απαιτήσει αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας και μεγαλύτερη προσωπική ευθύνη γιατί ακριβώς ο κίνδυνος είναι πια μεγαλύτερος. Όπως λένε οι παλιοί μηχανικοί, “τα ατυχήματα συμβαίνουν όταν τα μέτρα ασφαλείας χαλαρώνουν”. Κι ακριβώς επειδή είμαστε ένας λαός ενθουσιώδης, μπορεί απότομα να προσγειωθούμε σε μια κατάσταση όπου ο αριθμός κρουσμάτων δεν θα είναι χαμηλός.
Αυτά σε ό,τι αφορά την υγεία. Για τα της οικονομίας, τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα. Εάν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές και το ηλεκτρονικό εμπόριο αποδείχθηκαν σωσίβια για τα μαγαζιά, στις επιχειρήσεις εστίασης, στα μπαρ και στα κέντρα διασκέδασης, οι περιορισμοί που θα επιβληθούν καθιστούν αμφίβολη τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων – ειδικά αυτών που δεν διαθέτουν ή αδυνατούν να απλωθούν σε εξωτερικούς χώρους. Όλα είναι στον αέρα και για τον τουρισμό, όπου ξενοδόχοι και επαγγελματίες δεν γνωρίζουν με ποια υγειονομικά πρωτόκολλα θα αναγκαστούν να δουλέψουν, ούτε μπορούν να προστατεύσουν τις επιχειρήσεις τους από νέα κρούσματα ή νέες καραντίνες. Ενώ η νέα πραγματικότητα στα σχολεία, με τους μαθητές να πρέπει να πειθαρχήσουν μετά από ένα δίμηνο καραντίνας φαντάζει δύσκολη – πώς θα πειθαρχήσουν οι έφηβοι και οι πιτσιρικάδες, όταν δυσκολεύονται οι μεγαλύτεροι; Εκτός εάν, ο φόβος για την απώλεια και το ένστικτο της επιβίωσης, μας κάνει πολύ πιο προσαρμοστικούς σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Ας ελπίσουμε πως θα εκπλαγούμε – εκ νέου – θετικά.
Πηγή: reader.gr