Μαύρα μαντάτα για τους καταναλωτές ρεύματος φέρνει η απογείωση της χονδρικής τιμής
Εκτόξευση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας από τον πρώτο μόλις καύσωνα του φετινού καλοκαιριού, μία εξέλιξη που φέρνει μαντάτα για τις τσέπες των καταναλωτών.
Η κυβέρνηση από πλευράς της αποδίδει την εκτόξευση του κόστους στην κακή… συγκυρία
Το βράδυ της περασμένης Πέμπτης, όταν η χονδρεμπορική τιμή (μέσος όρος στην αγορά της επόμενης μέρας) εκτοξεύτηκε στα 128,15 ευρώ, το ΥΠΕΝ παρέθεσε τους λόγους της αύξησης “δείχνοντας” κυρίως τον καύσωνα και την παρεπόμενη άνοδο της ζήτησης σε ρεύμα, αποφεύγοντας βέβαια να αναφερθεί στα προβλήματα από την ίδια τη λειτουργία της αγοράς, αλλά και στο κόστος που θα επωμιστούν οι καταναλωτές -ευθύνες που βαρύνουν την κυβέρνηση, σύμφωνα με την Αυγή.
Σημειώνεται ότι τα 128,15 ευρώ / μεγαβατώρα μεταφράζονται σε αύξηση 82% εντός έξι ημερών (από 70,25 ευρώ στις 19.06 σε 128,15 ευρώ στις 24.06).
Κατά το υπουργείο οι βασικοί λόγοι της αύξησης είναι ο καύσωνας και η αυξημένη κατανάλωση ρεύματος (7.081 μεγαβατώρες στις 3 μ.μ. της Παρασκευής, από περίπου 4.000 – 4.500), η αύξηση, γενικώς, των τιμών φυσικού αερίου και δικαιωμάτων CO2, η μείωση της παραγωγής από ΑΠΕ (κάτω από 15-20%, από συνήθως 30%) και η εκτός λειτουργίας ηλεκτρική διασύνδεση με την Ιταλία.
Δεν παρέλειψε δε τις αναφορές στις τιμές άλλων χωρών της Ευρώπης, επίσης “ακριβές”, για να μετριαστούν οι εντυπώσεις από την ελληνική αγορά. Όμως το ΥΠΕΝ αποσιώπησε την τιμή – ρεκόρ της ίδιας μέρας και αναφέρθηκε στην τιμή της επόμενης μέρας, που υπολογιζόταν στα 101,82 ευρώ, και βάσει αυτής παρέθετε υψηλές και υψηλότερες τιμές άλλων ευρωπαϊκών χωρών (από 97,2 έως 108,46 ευρώ) -οι οποίες όμως και πάλι είναι χαμηλότερες σε σχέση με τα 128,15 ευρώ της 24ης Ιουνίου…
Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι η μεσοσταθμική τιμή της αγοράς ήταν στο πεντάμηνο (Ιανουάριος – Μάιος 2021) 68,975 ευρώ / μεγαβατώρα, ενώ τον Μάιο κατεγράφη η υψηλότερη τιμή στα 76,373 ευρώ / μεγαβατώρα. Για όλο το 2020 η μέση τιμή ανήλθε σε 58,172 ευρώ.
Θυμίζουμε ότι τον Δεκέμβριο 2020 η εκτόξευση της χονδρεμπορικής τιμής στα 90 ευρώ / μεγαβατώρα, που συνδεόταν με συμπεριφορές των συμμετεχόντων στις νέες αγορές, είχε προκαλέσει τη φραστική, τουλάχιστον, παρέμβαση του τότε υπουργού ΠΕΝ Κ. Χατζηδάκη και κάποιες ρυθμίσεις από τη ΡΑΕ.
Υπάρχει πάντως μια… τάση να περνά στα “ψιλά” η μεγάλη άνοδος της τιμής του φυσικού αερίου, που πλέον λόγω της μεγάλης μείωσης του λιγνιτικού δυναμικού βρίσκεται στην πρώτη θέση στο ενεργειακό μείγμα ηλεκτροπαραγωγής.
Οι τιμές του αερίου κινούνται σταθερά ανοδικά, ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες: ο Ιούνιος άνοιξε με μεσοσταθμική τιμή εισαγωγής του φυσικού αερίου στα 26 ευρώ / μεγαβατώρα, όταν τον Μάιο ήταν στα 25 και τον Απρίλιο στα 20,5 ευρώ.
Τον Ιούνιο του 2020 η μεσοσταθμική τιμή εισαγωγής ήταν 4,9 ευρώ / μεγαβατώρα. Επομένως η τιμή Ιουνίου είναι αυξημένη κατά 26,8% έναντι του Απριλίου, ενώ σε σχέση με πέρσι η αύξηση ανέρχεται σε 430,6%! Όμως και πριν από τα ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα της περσινής άνοιξης, λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας, η αντίστοιχη τιμή ήταν κοντά στα 14 ευρώ (Δεκέμβριος 2019 – Ιανουάριος 2020).
Αντιθέτως συνεχείς είναι οι αναφορές στη μεγάλη αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων CO2 που συνδέονται κυρίως με τη λιγνιτική παραγωγή: πράγματι από τον Μάιο βρίσκονται σε επίπεδα άνω των 50 ευρώ / τόνο (εντός του Μαΐου ξεπέρασαν και τα 55 ευρώ), όταν τον Ιούνιο 2020 βρίσκονταν στα 21,33 ευρώ / τόνο.
Όμως οι ισορροπίες έχουν αλλάξει και το εισαγόμενο ορυκτό φυσικό αέριο έχει κυρίαρχο ρόλο στην ηλεκτροπαραγωγή. Το μεσημέρι της περασμένης Παρασκευής η παραγωγή των αναγκαίων 7.081 μεγαβατωρών κατανεμόταν ως εξής: 13% λιγνίτης, 57% φυσικό αέριο, 6% υδροηλεκτρικά, 4% ΑΠΕ, 20% ισοζύγιο διασυνδέσεων.
Πηγή: pronews.gr