Μπορεί για την Τοπική Αυτοδιοίκηση να είναι μία και οριστική η ημερομηνία διεξαγωγής εκλογών (τον Οκτώβριο του 2023), ωστόσο στη διάρκεια του 2022 είναι πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να διεξαχθούν νέες εκλογικές διαδικασίες για την ανάδειξη προσώπων σε συγκεκριμένα αξιώματα. Ο λόγος για μια σειρά προέδρων δημοτικών κοινοτήτων οι οποίοι είναι πιθανό να αντικατασταθούν μέχρι τον Ιούνιο της νέας χρόνιας. Ποιες εξελίξεις μπορεί να φέρουν νέες κάλπες για την εκλογή προέδρων κοινοτήτων; Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ζήτημα αντισυνταγματικότητας
Στις 16 Δεκεμβρίου 2021, το Γ’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) έκρινε κατά πλειοψηφία αντισυνταγματικές τις διατάξεις του «νόμου Θεοδωρικάκου» με τις οποίες τροποποιήθηκε το πλαίσιο ανάδειξης προέδρων κοινοτήτων με πληθυσμό άνω των 300 κατοίκων. Ο νόμος του πρώην υπουργού Εσωτερικών, υπενθυμίζεται, ψηφίστηκε τον Αύγουστο του 2019, δηλαδή μετά τις αυτοδιοικητικές εκλογές αλλά πριν αναλάβουν καθήκοντα οι νέες τοπικές διοικήσεις. Άλλαξαν δηλαδή οι όροι ανάδειξης προέδρων κοινοτήτων, με τρόπο που παραβιάστηκαν «τα δικαιώματα του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι, καθώς και τις αρχές της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής θέλησης, ως έκφρασης της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας και της ισότητας των όρων του εκλογικού ανταγωνισμού», σύμφωνα με την πλειοψηφική άποψη των μελών του Τμήματος του ΣτΕ (αριθμός απόφασης: 2366/2021).
Τι ίσχυε
Σύμφωνα με τις διατάξεις που ίσχυαν κατά τον χρόνο διεξαγωγής των αυτοδιοικητικών εκλογών (άρθρα 63 και 67 του νόμου 4604/2019), πρόεδρος συμβουλίου κοινοτήτων άνω των 300 κατοίκων εκλεγόταν με μυστική ψηφοφορία ανάμεσα στα μέλη του κοινοτικού συμβουλίου, αιρετός-μέλος του κοινοτικού συμβουλίου «ενός από τους δύο πρώτους κατά σειρά εκλογής συνδυασμούς, που έλαβε τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης μεταξύ των υποψηφίων του συνδυασμού του».
Δηλαδή, με βάση τις διατάξεις αυτές, για την εκλογή προέδρου κοινοτικού συμβουλίου θα έπρεπε να γίνει ψηφοφορία ανάμεσα σε δύο υποψήφιους, αυτούς με τους περισσότερους σταυρούς από τους δύο πρώτους συνδυασμούς, στην περίπτωση που κανένας συνδυασμός δεν είχε συγκεντρώσει ποσοστό μεγαλύτερο του 50%. Αν κάποιος συνδυασμός ξεπερνούσε το 50%, πρόεδρος του κοινοτικού συμβουλίου θα αναδεικνυόταν ο πρώτος σε σταυρούς προτίμησης σύμβουλος του πλειοψηφούντος συνδυασμού, χωρίς άλλες διαδικασίες.
Τι άλλαξε
Με το «νόμο Θεοδωρικάκου» (κυρίως το άρθρο 5 του νόμου 4623/2019 και σε δεύτερο βαθμό το –διευκρινιστικού χαρακτήρα- άρθρο 10 του νόμου 4625/2019), καταργήθηκαν οι προαναφερθείσες διατάξεις και προβλέφθηκαν αλλαγές, στο γνωστό πνεύμα του «δημαρχοκεντρικού» μοντέλου που διέπει τις γενικότερες κυβερνητικές διατάξεις για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Έτσι, θεσπίστηκε ότι πρόεδρος των συγκεκριμένων κοινοτήτων θα ορίζεται «ο σύμβουλος του πρώτου κατά σειρά συνδυασμού που έλαβε τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης», χωρίς περαιτέρω διαδικασίες (π.χ. μυστική ψηφοφορία μεταξύ των εκλεγμένων μελών του κοινοτικού συμβουλίου).
Αυτές οι αλλαγές κρίθηκαν αντισυνταγματικές από την πλειοψηφία του Τμήματος του ΣτΕ. Κατά την μειοψηφία, από τις αλλαγές του «νόμου Θεοδωρικάκου» δεν συντρέχει παραβίαση των συνταγματικών αρχών, με το σκεπτικό ότι ο προϊσχύων νόμος «δεν προέβλεπε την άμεση ανάδειξη του προέδρου του συμβουλίου κοινότητας από το εκλογικό σώμα, αλλά την εκλογή του με μυστική ψηφοφορία από το ίδιο το συμβούλιο».
Η υπόθεση έχει παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του ΣτΕ η οποία θα πάρει και τις τελικές αποφάσεις. Σύμφωνα με πληροφορίες της aftodioikisi.gr, η Ολομέλεια αναμένεται να αποφανθεί εντός του πρώτου εξαμήνου του 2022, δηλαδή μέχρι τα τέλη του ερχόμενου Ιουνίου.
Ανατροπές
Τι θα γίνει σε περίπτωση που η απόφαση του Γ’ Τμήματος γίνει δεκτή και από την Ολομέλεια του ΣτΕ; Σε αυτό το ενδεχόμενο δεν θα έχει νόμιμο έρεισμα η ανάδειξη πολλών σημερινών προέδρων κοινοτικών συμβουλίων και άρα θα πρέπει να επιλεγούν νέοι με τις διαδικασίες που προέβλεπε ο προγενέστερος νόμος. Δηλαδή, με μυστική ψηφοφορία ανάμεσα στα μέλη των κοινοτικών συμβουλίων (σε χιλιάδες κοινότητες με πληθυσμό άνω των 300 κατοίκων) και υποψήφιους από τους δύο πρώτους σε δύναμη συνδυασμούς. Τονίζεται όμως ότι δεν θα απαιτηθεί αντικατάσταση προέδρων που εκλέχθηκαν με συνδυασμούς που συγκέντρωσαν ποσοστό μεγαλύτερο του 50%.
Όμως, τι μέλλει γενέσθαι με τις αποφάσεις των προέδρων που θα πρέπει να αντικατασταθούν; Νομικοί, επικαλούμενοι την πάγια νομολογία, εξηγούν στην aftodioikisi.gr ότι ο μη νόμιμος χαρακτήρας ενός διορισμού διοικητικού οργάνου δεν αποτελεί κατά κανόνα λόγο ακυρότητας των πράξεων του οργάνου.
Έτσι, οι αποφάσεις προέδρων που πιθανόν θα κριθεί μη νόμιμος ο διορισμός τους με βάση τις αντισυνταγματικές διατάξεις του «νόμου Θεοδωρικάκου», δεν εγκυμονούν σε πρώτη φάση προβλήματα ούτε εγείρουν κινδύνους καταλογισμών (π.χ. από εντάλματα). Διατηρούν το τεκμήριο νομιμότητας ειδικά στην περίπτωση που δεν έχει γίνει εγκαίρως (στην προβλεπόμενη προθεσμία των 60 ημερών) κάποια προσφυγή εναντίον των πράξεων αυτών, είναι δύσκολη η κατάπτωσή του στα αρμόδια δικαστήρια – χωρίς να μπορεί κανείς να προκαταλάβει πιθανές αποφάσεις αυτών των δικαστηρίων.
Πηγή: aftodioikisi.gr