Η τέταρτη δόση του εμβολίου κατά της Covid ή αλλιώς “δεύτερη αναμνηστική”, ενισχύει μεν τα αντισώματα κατά 5 φορές μέσα σε μία εβδομάδα, όμως αυτό δεν εμποδίζει την επέλαση της παραλλαγής Όμικρον. Αυτή η διαπίστωση οδήγησε τις ρυθμιστικές αρχές Αμερικής και Ευρώπης, αλλά και πολλά κράτη, να εγκρίνουν τη χορήγησή της τέταρτης αναμνηστικής δόσης μόνο για την περαιτέρω προστασία των πολύ ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού.
Στην απόφαση να δώσουν “πράσινο φως” για τη χορήγηση της τέταρτης δόσης του εμβολίου κατά της Covid-19 σε ευπαθείς πληθυσμούς, προχωρούν ολοένα και περισσότερα κράτη – μεταξύ των οποίων και η χώρα μας- με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για όφελος στον ευρύ πληθυσμό απέναντι στην παραλλαγή Όμικρον, αλλά και απέναντι στις υποπαραλλαγές της, όπως είναι το νέο στέλεχος Όμικρον 1.
Προκαταρκτικά αποτελέσματα από μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη στο Ισραήλ υποδεικνύουν πως η τέταρτη δόση -είτε του εμβολίου της Pfizer/BioNTech είτε της Moderna- μπορεί μεν να προκαλέσει αύξηση των αντισωμάτων (περισσότερα από αυτά που παρατηρήθηκαν μετά την τρίτη δόση), όμως, αυτό δεν φαίνεται να είναι αρκετό για να αποτρέψει τον πρωτοφανή αριθμό λοιμώξεων που προκαλούνται παγκοσμίως από την παραλλαγή Όμικρον.
Έτσι, με δεδομένο πως οι αναμνηστικές (τρίτες) δόσεις έχει αποδειχθεί πως εμποδίζουν το 70 έως 75% των ανθρώπων να εμφανίσουν βαριά συμπτώματα Covid-19, οι επιστήμονες συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι αυτό είναι αρκετό για την προστασία των πολιτών, αλλά και των συστημάτων υγείας.
Τέταρτη δόση: Αυξάνει περαιτέρω τα αντισώματα, αλλά δεν προστατεύει από τη μόλυνση Όμικρον
Τον περασμένο Δεκέμβριο το Ιατρικό Κέντρο Sheba του Ισραήλ ξεκίνησε την πειραματική χορήγηση της τέταρτης δόσης του εμβολίου κατά της Covid-19 σε υγιείς ανθρώπους, πριν χορηγηθεί ως ενισχυτική δόση σε ευπαθείς ομάδες.
Η Δρ Gili Regev-Yochay, διευθύντρια του της Μονάδας Πρόληψης και Ελέγχου Λοιμώξεων του Ιατρικού Κέντρου Sheba του Ισραήλ ανέφερε κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, πως τα αποτελέσματα της Ισραηλινής μελέτης βρίσκονται ακόμη σε προκαταρκτικό στάδιο, αλλά δίνονται στη δημοσιότητα καθώς οι επιστήμονες κατανοούν την επείγουσα ανάγκη του κοινού να μάθει όλες τις δυνατές πληροφορίες για την χορήγηση της τέταρτης δόσης:
«Παρακολουθούμε το εμβόλιο της Pfizer εδώ και δύο εβδομάδες, και το εμβόλιο της Moderna μόνο για μία εβδομάδα. Βλέπουμε, πως το εμβόλιο της Pfizer χορηγούμενο ως τέταρτη δόση, μετά από δύο εβδομάδες προκαλεί μια πολύ σημαντική ενίσχυση ή αύξηση στον αριθμό των αντισωμάτων και των εξουδετερωτικών αντισωμάτων. Είναι και λίγο υψηλότερη από την αύξηση που είχαμε μετά την τρίτη δόση», ανέφερε η ίδια προσθέτοντας: “Ωστόσο, μάλλον αυτό δεν είναι αρκετό για να εμποδίσουμε την εξάπλωση της Όμικρον”.
Τι έδειξε η μελέτη
Η μελέτη περιελάμβανε 154 εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στους οποίους χορηγήθηκε η τέταρτη δόση του εμβολίου Pfizer/BioNTech, και 120 στους οποίους χορηγήθηκε τέταρτη δόση από το εμβόλιο της εταιρείας Moderna. Επίσης, στη μελέτη συμπεριλήφθηκε και μια ομάδα ελέγχου εργαζομένων στην υγειονομική περίθαλψη που δεν έλαβε τέταρτη δόση.
Οι ερευνητές παρότι είδαν αύξηση στα αντισώματα μεταξύ των συμμετεχόντων που έλαβαν την τέταρτη δόση του εμβολίου, το επίπεδο των αντισωμάτων που απαιτούνται για την προστασία από τη μόλυνση που προκαλεί η παραλλαγή Όμικρον, όπως παρατήρησαν: «είναι πιθανόν πολύ υψηλό για το εμβόλιο, ακόμα κι αν είναι αποδεδειγμένα ένα καλό εμβόλιο».
Από την άλλη μεριά, εντοπίστηκαν ελαφρώς λιγότερες μολύνσεις μεταξύ αυτών που έκαναν το εμβόλιο σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, αλλά σε όχι τόσο μεγάλο ποσοστό, το οποίο να δικαιολογεί την χορήγηση του εμβολίου στον ευρύ πληθυσμό.
Να σημειωθεί, επίσης, πως δεν υπήρχε σημαντική διαφορά μεταξύ αυτών που έλαβαν τη τέταρτη δόση Pfizer/BioNTech και αυτών που έλαβαν το εμβόλιο της Moderna.
Η Καθηγήτρια Regev-Yochay, κατέληξε: «Νομίζω ότι η απόφαση να δοθεί έγκριση για το τέταρτο εμβόλιο στους ευάλωτους πληθυσμούς είναι μάλλον σωστή. Μπορεί να προσφέρει ένα μικρό όφελος, αλλά μάλλον όχι αρκετό για να υποστηρίξει την απόφαση να δοθεί σε όλο τον πληθυσμό».
Θα χρειαστούμε νέο εμβόλιο ενάντια στην Όμικρον;
Η εταιρείες Pfizer/BioNTech ανακοίνωσαν πως πραγματοποιούν ήδη μελέτες για την παρασκευή εμβολίου ειδικά προσαρμοσμένου στην παραλλαγή Όμικρον, το οποίο μπορεί να είναι έτοιμο για διανομή, τον Μάρτιο του 2022.
Τον ίδιο προβληματισμό είχαν αντιμετωπίσει οι εταιρείες παραγωγής εμβολίων και με τις προηγούμενες παραλλαγές του κορονοϊού, όπως η Delta και η Beta. Τόσο η Pfizer όσο και η Moderna ωστόσο, δουλεύοντας πάνω στην ανάπτυξη νέων τροποποιημένων εμβολίων διαπίστωσαν πως οι τρέχουσες “φόρμουλες” παρείχαν εξίσου μεγάλη προστασία.
Μπορεί να χρειαστεί ή να μην χρειαστεί να υπάρξει ένα νέο εμβόλιο προσαρμοσμένο στις νέες παραλλαγές που θα εμφανιστούν στο μέλλον, δήλωσε ο Δρ Γουίλιαμ Σάφνερ , ειδικός στις μολυσματικές ασθένειες στο Πανεπιστήμιο Vanderbilt στο Νάσβιλ του Τενεσί.
Συγκεκριμένα ανέφερε:
«Δεχόμαστε πολλές ερωτήσεις για το εάν θα χρειαστούμε τελικά νέο εμβόλιο για την Όμικρον, που είναι εξαιρετικά μεταδοτική. Οι επιστήμονες, ωστόσο, συγκεντρώνουν δεδομένα που δείχνουν ότι μάλλον η Όμικρον δεν δημιουργεί τόσο σοβαρή μόλυνση. Αν αυτό πράγματι ισχύει, τα τρέχοντα εμβόλια με τις ενισχυτικές δόσεις παρέχουν ένα ποσοστό προστασίας στη σοβαρή νόσο από την Όμικρον, οπότε είναι πιθανό να μην χρειαστούμε ένα ειδικό εμβόλιο για το Όμικρον. Όμως, αυτές οι αποφάσεις δεν έχουν ακόμα ληφθεί».
Οι επιστήμονες φαίνεται να καταλήγουν στο συμπέρασμα, πως από τη στιγμή που τα εμβόλια παράγουν αντισώματα από Β-κύτταρα τα οποία καταφέρνουν να προσαρμοστούν στις παραλλαγές, πιθανότατα δεν θα χρειαστούν νέα εμβόλια.
«Γνωρίζουμε ότι τα Τ κύτταρα που παράγονται από το εμβόλιο εξακολουθούν να λειτουργούν κατά της Όμικρον και επίσης τα Β κύτταρα προσαρμόζουν τα νέα αντισώματα που παράγουν για να λειτουργήσουν ενάντια σε παραλλαγές», αναφέρουν συγκεκριμένα οι ερευνητές.
Τέλος, τα εμβόλια, όπως λένε, το επόμενο διάστημα δεν θα είναι το μόνο όπλο μας κατά της Όμικρον. Τα αντιιικά φάρμακα της Pfizer και της Merck έρχονται να προστεθούν στην επιστημονική φαρέτρα και θα μπορούν επίσης να αποτρέψουν την δυσμενή εξέλιξη των σοβαρών λοιμώξεων.
Πηγή: iatropedia.gr