Έκτακτοι έλεγχοι στις καταθέσεις από την Εφορία – Ποιοι κινδυνεύουν

Εφορία: «Σαφάρι» ελέγχων υποθέσεων φοροαποφυγής που φτάνουν κοντά στο χρονικό όριο της παραγραφής τους μέσα στους επόμενους μήνες σχεδιάζει η εφορία κατόπιν επιτακτικής εντολής από την ηγεσία της ΑΑΔΕ.

Συγκεκριμένα ξεκινάνε άμεσα σαρωτικοί έλεγχοι σε φορολογικές υποθέσεις οι οποίες παραγράφονται μέσα στο επόμενο δίμηνο. Καταληκτική ημερομηνία παραγραφής είναι η τελευταία ημέρα του 2022.

Η ηγεσία της ΑΑΔΕ ζήτησε από τους φοροελεγκτικούς μηχανισμούς και την εφορία να βάλουν μπρος τη διαδικασία ελέγχων των υποθέσεων, οι οποίες θα διερευνηθούν κατά χρονική προτεραιότητα.

Ο λόγος αυτής της πρωτοβουλίας από την εφορία είναι προφανής: να ολοκληρωθούν οι έλεγχοι πριν πραγματοποιηθεί η παραγραφή των υποθέσεων, η οποία θα «παρέχει» στους εμπλεκόμενους ασυλία!

Πως θα πιάσουν τους φοροφυγάδες

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η μεθοδολογία την οποία θα υιοθετήσουν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και η εφορία για την πραγματοποίηση των ερευνών.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρουν πληροφορίες, το κύριο «όπλο» των ελεγκτών θα είναι η παρακολούθηση των κινήσεων που καταγράφονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς.

Σε αυτές τις κινήσεις αναμένεται η απόλυτη «σάρωση» από τους ελεγκτές οι οποίοι θα δουν αναλυτικά κάθε κίνηση με κύριο στοιχείο το ύψος των συναλλαγών, το οποίο πιθανότατα να μην δικαιολογείται από τα στοιχεία εισοδήματος τα οποία έχει δηλώσει ο εκάστοτε φορολογούμενος που ερευνάται.

Εφορία: Ο χρόνος πιέζει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς

Ένα ακόμα δεδομένο άκρως σημαντικό και κομβικό το οποίο «πιέζει» τις ελεγκτικές αρχές αφορά το χρονικό όριο της παραγραφής.

Κι αυτό διότι δεν αρκεί η έκδοση της Πράξης Προσδιορισμού του Φόρου από την εφορία, αλλά και η κοινοποίηση της μέσα στο χρονικό πλαίσιο στο οποίο η υπόθεση δεν έχει παραγραφεί.

Σε διαφορετική περίπτωση, με βάση τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (616-618/2021) η διαδικασία είναι άκυρη.

Aυτό σημαίνει, ότι αν εκδοθεί η Πράξη εντός του 2022, αλλά κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο τον Ιανουάριο του 2023 στην πραγματικότητα είναι άκυρη και η υπόθεση έχει παραγραφεί.

Για αυτό το λόγο η ηγεσία της ΑΑΔΕ ζήτησε από τις ελεγκτικές υπηρεσίες να επιταχύνουν τους ελέγχους και να πραγματοποιήσουν ελέγχους-εξπρές με συνοπτικές διαδικασίες στις περισσότερες δυνατόν υποθέσεις γίνεται, μέσα στο επόμενο δίμηνο.

Εφορία: Παραγραφή με βάση το έτος

Οι παραγραφόμενες υποθέσεις χωρίζονται με βάση τα φορολογικά έτη που αφορούν, το είδος της υπόθεσης και του φόρου που αφορούν όπως εισόδημα, ΦΠΑ, ακίνητα, αλλά και το αν έχει υποβληθεί ή όχι φορολογική δήλωση.

Ο βασικός κανόνας της παραγραφής είναι η πενταετία, διάστημα το οποίο διευρύνεται ανάλογα με το αν υπάρχουν «συμπληρωματικά στοιχεία».

Σημειώνεται πάντως πως εκτός από τους ελέγχους που θα πραγματοποιήσει η εφορία το επόμενο χρονικό διάστημα έρχεται προς ψήφιση και νέος κώδικας για τα εγκλήματα φοροδιαφυγής.

Οι υποθέσεις που παραγράφονται στις 31 Δεκεμβρίου 2022 είναι οι ακόλουθες:

Οι υποθέσεις του φορολογικού έτους 2016 (φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ), για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις ή για τις οποίες έχουν υποβληθεί αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις το αργότερο μέχρι τις 31-12-2021. Οι συγκεκριμένες υποθέσεις υπάγονται στον κανόνα της 5ετούς παραγραφής.

Στην ουσία είναι 5+1 έτη, δεδομένου ότι η πενταετής προθεσμία αρχίζει να μετράει, ένα έτος μετά από την εν λόγω φορολογική χρήση. Δηλαδή, για τη χρήση του 2016, η φορολογική δήλωση έπρεπε να υποβληθεί μέχρι 31 Δεκεμβρίου 2017 και η προθεσμία που έχουν οι φορολογικές αρχές για τη διενέργεια ελέγχου ξεκίνησε να «τρέχει» από την 1-1-2017 και εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2022. Όποια επιχείρηση δεν ελεγχθεί για τη χρήση του 2016 μέχρι τις 31η Δεκεμβρίου 2022, δεν θα μπορεί να ελεγχθεί από την 1η-1-2023.

Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση 2013, αλλά οι επιτηδευματίες «ξέχασαν» να υποβάλουν έγκαιρα φορολογικές δηλώσεις και τις υπέβαλαν εντός του 2019. Για τις συγκεκριμένες υποθέσεις η βασική προθεσμία παραγραφής, που είναι 5 χρόνια, έληξε κανονικά στις 31-12-2019 (5+1 έτος από το τη φορολογική χρήση), εφόσον υποβάλλονταν εμπρόθεσμη φορολογική δήλωση. Ωστόσο επειδή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη δήλωση το 2019, η προθεσμία παραγραφής επεκτείνεται για μια τριετία ακόμη και φτάνει στα 8 έτη.

Οι υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ της χρήσης του 2011, για τις οποίες προέκυψαν «συμπληρωματικά» στοιχεία. Εφόσον οι φοροελεγκτικές αρχές εντοπίζουν, μετά τη λήξη της κανονικής πενταετούς περιόδου παραγραφής, «συμπληρωματικά» στοιχεία,  (π.χ. εικονικά τιμολόγια) από τα οποία προκύπτει ότι υπήρξε απόκρυψη εισοδήματος και φοροδιαφυγή, ο χρόνος της μη παραγραφής επεκτείνεται στη δεκαετία. Σημειώνεται ότι από τα συμπληρωματικά στοιχεία εξαιρούνται οι καταθέσεις σε τράπεζες του εσωτερικού, ενώ συνιστούν «συμπληρωματικά στοιχεία» οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών σε τράπεζες του εξωτερικού.

Εφορία: Έλεγχοι ακόμα και σε υποθέσεις 15ετίας

Οι υποθέσεις ΦΠΑ της φορολογικής χρήσης του έτους 2011 για τις οποίες δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση ΦΠΑ. Για τις υποθέσεις αυτές ισχύει 10ετής περίοδος παραγραφής που άρχισε να «τρέχει» από την 1η-1-2012 -δηλαδή μετά τη λήξη του έτους 2011 στο οποίο έπρεπε να υποβληθεί η εκκαθαριστική δήλωση- και λήγει την 31η-12-2022.

Οι υποθέσεις του έτους 2006. Στις περιπτώσεις που για κάποιο έτος δεν υποβλήθηκε δήλωση φορολογίας εισοδήματος ή υποβλήθηκε εκπρόθεσμη αρχική δήλωση φορολογίας εισοδήματος, η προθεσμία παραγραφής είναι 15ετής. Αυτό σημαίνει ότι η εφορία έχει το δικαίωμα να διενεργήσει ελέγχους και να επιβάλει πρόστιμα και προσαυξήσεις, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2022, για τις υποθέσεις του φορολογικού έτους 2006.

Σημειώνεται όμως, ότι, με βάση τη σχετική απόφαση του ΣτΕ, η 15ετία είναι το μέγιστο χρονικό όριο παραγραφής, ακόμη και αν υποβληθεί εκπρόθεσμη δήλωση στο 13, 14, ή 15 έτος, από το έτος υποχρέωσης. Δηλαδή, ενώ μέχρι τώρα, η προθεσμία παραγραφής επεκτεινόταν για μια τριετία στην περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης, το ΣτΕ αποφάσισε ότι η επέκταση της τριετίας δεν μπορεί να εκτείνει τον χρόνο πέραν της 15ετίας.

Φοροδιαφυγή: Τι αλλάζει σύμφωνα με τον νέο Κώδικα – Ποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση.

Έγκλημα φοροδιαφυγής διαπράττει όποιος με πρόθεση:

Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου εισοδήματος, ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) ή ειδικού φόρου ακινήτων (ΕΦΑ), αποκρύπτει από τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης φορολογητέα εισοδήματα από οποιαδήποτε πηγή ή περιουσιακά στοιχεία, ιδίως παραλείποντας να υποβάλει δήλωση ή υποβάλλοντας ανακριβή δήλωση ή καταχωρίζοντας στα λογιστικά αρχεία εικονικές (ολικά ή μερικά) δαπάνες ή επικαλούμενος στη φορολογική δήλωση τέτοιες δαπάνες, ώστε να μην εμφανίζεται φορολογητέα ύλη ή να εμφανίζεται αυτή μειωμένη,

Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή του φόρου προστιθέμενης αξίας, του φόρου κύκλου εργασιών, του φόρου ασφαλίστρων και των παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων, τελών ή εισφορών, δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς, καθώς και όποιος παραπλανά τη Φορολογική Διοίκηση με την παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή με την αθέμιτη παρασιώπηση ή απόκρυψη αληθινών γεγονότων και δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς ή συμψηφίζει ή εκπίπτει ανακριβώς αυτούς ή λαμβάνει επιστροφή, καθώς και όποιος διακρατεί τέτοιους φόρους, τέλη ή εισφορές,

Προκειμένου να αποφύγει την πληρωμή φόρου πλοίων δεν αποδίδει ή αποδίδει ανακριβώς στο Δημόσιο το φόρο αυτόν.

Όποιος διαπράττει έγκλημα φοροδιαφυγής από τα αναφερόμενα στη παράγραφο 1 τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών:

αν ο φόρος που αναλογεί στα φορολογητέα εισοδήματα ή στα περιουσιακά στοιχεία που έχουν αποκρυβεί υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, ή

αν το προς απόδοση ποσό του κύριου φόρου, τέλους ή εισφοράς που δεν αποδόθηκε ή αποδόθηκε ανακριβώς ή επεστράφη ή συμψηφίστηκε ή εξέπεσε ή διακρατείται υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος:

α) τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας ή

β) τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ ανά είδος φόρου, τέλους ή εισφοράς σε κάθε άλλη περίπτωση.

Επιβάλλεται κάθειρξη αν το ποσό του φόρου, τέλους ή εισφοράς της προηγούμενης παραγράφου υπερβαίνει ανά φορολογικό ή διαχειριστικό έτος τις εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ, εφόσον αφορά φόρο προστιθέμενης αξίας, ή τις εκατό πενήντα χιλιάδες (150.000) ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση φόρου, τέλους ή εισφοράς.

Πλαστά ή εικονικά τιμολόγια

Όποιος εκδίδει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία, καθώς και όποιος αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία ή νοθεύει τέτοια στοιχεία, ανεξάρτητα από το αν διαφεύγει ή μη την πληρωμή φόρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών, εκτός και αν τα φορολογικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την υποστήριξη των ανωτέρω πράξεων, οπότε ο δράστης τιμωρείται μόνο για την τελευταία ως αυτουργός ή συμμέτοχος.

Ειδικά, όποιος εκδίδει ή αποδέχεται εικονικά φορολογικά στοιχεία για ανύπαρκτη συναλλαγή στο σύνολό της ή για μέρος αυτής, τιμωρείται με ποινή τουλάχιστον ενός (1) έτους ή της κάθειρξης έως έξι (6) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.

Ο ισχύον Κώδικας Φορολογικής διαδικασίας προβλέπει ότι για το ίδιο αδίκημα, της έκδοσης ή λήψης πλαστών ή εικονικών τιμολογίων, τιμωρείται:

με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους, εφόσον η συνολική αξία των εικονικών φορολογικών στοιχείων υπερβαίνει το ποσό των εβδομήντα πέντε χιλιάδων (75.000) ευρώ και

με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, εφόσον το ως άνω ποσό υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες (200.000) ευρώ.

Φοροδιαφυγή – Αναδρομικά οι μειωμένες ποινές

Η φοροδιαφυγή παραμένει κακούργημα, αλλά οι νέες ποινές ισχύουν και αναδρομικά και εφαρμόζονται και σε όσους έχουν φυλακιστεί για φορολογικές παραβάσεις.

Ειδικότερα ο νέος Κώδικας προβλέπει, πως η πράξη διατηρεί τον κακουργηματικό χαρακτήρα της.

Συγχρόνως, αναφέρει πως το νέο ποινολόγιο εφαρμόζεται και για τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί σε χρόνο προ της ενάρξεως ισχύος του νέου Π.Κ. και, κατ’ αρχήν, υπάγονταν στο πλαίσιο της ποινικής αντιμετώπισης των εγκλημάτων φοροδιαφυγής.

Φοροδιαφυγή: Η αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου

Το νομοσχέδιο για τον  Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που αποτελεί νομοθετική κωδικοποίηση των ισχυουσών διατάξεων και όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση:

α) αποδίδει τις κωδικοποιούμενες διατάξεις με πιο εύληπτο και συστηματοποιημένο τρόπο και με αναδιάταξη, όπου απαιτείται, της δομής των παραγράφων και των εδαφίων, ώστε να αποδίδουν με σαφή και κατανοητό τρόπο το νόημα των κανόνων που εισάγουν,

β) αίρει τις γλωσσικές ή ορολογικές ασυνέπειες και τις αναντιστοιχίες στο περιεχόμενο επιμέρους ρυθμίσεων του ίδιου του Κώδικα,

γ) απαλείφει σειρά από διατάξεις του υφιστάμενου Κώδικα, είτε διότι έχουν καταργηθεί σιωπηρά από νεότερες διατάξεις, είτε διότι πλέον ελλείπουν ή έχουν καταργηθεί οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους,

δ) παραλείπει από την εισαγωγή στον νέο Κώδικα διατάξεων που, είτε λόγω της φύσης τους, είτε λόγω του μεταβατικού τους χαρακτήρα, το ρυθμιστικό τους περιεχόμενο έχει εξαντληθεί,

ε) εναρμονίζει τη χρησιμοποιούμενη στον Κώδικα ορολογία με την ορολογία που απαντάται στην φορολογική νομοθεσία, η οποία έχει νομοθετηθεί ή τροποποιηθεί μετά την εισαγωγή του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας,

στ) προσαρμόζει την ονομασία των εμπλεκόμενων οργάνων της Φορολογικής Διοίκησης στην οργανωτική μεταβολή που επέφερε η σύσταση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), σύμφωνα με τον ν. 4389/2016 (Α’94).

Με την επικαιροποίηση των διατάξεων του Κώδικα αποσαφηνίζεται πλήρως το ποινολόγιο που εφαρμόζεται για κάθε φορολογική παράβαση και ξεκαθαρίζει το τοπίο για το πότε παραγράφεται το δικαίωμα του Δημοσίου για την επιβολή φόρων και προστίμων.

Φοροδιαφυγή – Πρόστιμα

Από τα βασικότερα πρόστιμα που επιβάλλονται σήμερα από τις φορολογικές αρχές αφορούν υποθέσεις υποβολής εκπρόθεσμων και ανακριβών δηλώσεων. Στις περιπτώσεις αυτές ισχύουν τα εξής:

  1. Εκπρόθεσμες χρεωστικές δηλώσεις: Επιβάλλεται πρόστιμο 100 ευρώ, όταν ο φορολογούμενος δεν είναι υπόχρεος τήρησης λογιστικών βιβλίων, 250 ευρώ, όταν ο φορολογούμενος υποχρεούνται να τηρεί απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ σε περίπτωση που ο φορολογούμενος είναι υπόχρεος τήρησης διπλογραφικών βιβλίων. Δεν επιβάλλεται το πρόστιμο σε περίπτωση:

Υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης ΦΠΑ ή δήλωσης παρακρατούμενου φόρου, εφόσον η σχετική αρχική δήλωση έχει υποβληθεί εμπρόθεσμα.

Υποβολής εκπρόθεσμης τροποποιητικής δήλωσης, από την οποία το επιπλέον ποσό φόρου που προκύπτει προς καταβολή, σε σχέση με την αρχική δήλωση, είναι έως 100 ευρώ.

  1. Ανακριβείς χρεωστικές δηλώσεις: Σε περίπτωση έκδοσης πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου (πχ κατόπιν ελέγχου) λόγω ανακρίβειας δήλωσης οφείλεται πρόστιμο ως εξής:

10% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά ανέρχεται από 5% έως 20% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση

25% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά υπερβαίνει το 20% έως 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση

50% επί της διαφοράς του κύριου φόρου, εάν η διαφορά υπερβαίνει το 50% του φόρου που προκύπτει με βάση τη δήλωση. Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται και σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης (εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενων και λοιπών φόρων).

Τι ισχύει για τον ΦΠΑ

Ειδικά για τον ΦΠΑ και τους παρακρατούμενους φόρους το πρόστιμο ανέρχεται σε 50% επί της διαφοράς του κύριου φόρου. Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται και σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης (εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενων και λοιπών φόρων).

  1. Εκπρόθεσμη χρεωστική δήλωση μετά από εντολή ελέγχου: Σε περίπτωση που υποβληθεί εκπρόθεσμη (αρχική ή τροποποιητική) χρεωστική δήλωση, μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή πρόσκλησης παροχής πληροφοριών (και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού φόρου) οφείλεται ομοίως το ανωτέρω πρόστιμο. Ωστόσο, το πρόστιμο μειώνεται στο 60%, εφόσον η οφειλή εξοφληθεί εντός 30 ημερών. Η μείωση δεν ισχύει για τον παρακρατούμενο φόρο μισθωτών υπηρεσιών.
  2. Τόκος: Σε όλες τις περιπτώσεις που λόγω της εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης οφείλεται φόρος, επιβάλλεται και τόκος  0,73% για κάθε μήνα καθυστέρησης επί του κύριου φόρου, χωρίς ανώτατο όριο.

Πηγή: newsme.gr