Για κάμποσα χρόνια το «αηδόνι» του ελληνικού τραγουδιού –και για πολλούς ο κορυφαίος λαϊκός ερμηνευτής, Στέλιος Καζαντζίδης, είχε σιγήσει. Μάταια το διψασμένο για τα τραγούδια του κοινό περίμενε να ακούσει κάποια νέα δουλειά του καθώς εκείνος ήταν τόσο πικραμένος από την στάση των δισκογραφικών εταιρειών που προτίμησε να αποσυρθεί.
Ευτυχώς αυτή η στάση του αποδείχθηκε προσωρινή και όχι μόνιμη. Σε αντίθετη περίπτωση η καριέρα του θα είχε σταματήσει ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 όταν και κορυφώθηκε η διαμάχη του με αφορμή τα ληστρικά συμβόλαια της εποχής που ουσιαστικά έθεταν τους συντελεστές των τραγουδιών έρμαια και δέσμιους των εταιρειών.
Χρονικά αυτό συνέπεσε με τον χωρισμό του με την Μαρινέλλα, γεγονός που έκανε πολλούς να συνδέσουν τις δύο υποθέσεις και να θεωρήσουν ότι του ήταν δύσκολο να ξεπεράσει αυτό το διαζύγιο. Η αλήθεια, όμως, ήταν εντελώς διαφορετική και σε μια εποχή που η πληροφορία και η είδηση έβγαινε με το… σταγονόμετρο, χρειάστηκε να διαλύσει ο ίδιος ο Καζαντζίδης τις φήμες και να αποκαταστήσει την αλήθεια. Αυτό συνέβη μέσω συνέντευξης που έδωσε το καλοκαίρι του 1971 στον Γιώργο Λιάνη που τότε ήταν δημοσιογράφος στα «Επίκαιρα».
Η συνάντησή τους έλαβε χώρα σε μια παραλία στην Μακεδονία, εκεί όπου ο κορυφαίος τραγουδιστής είχε αποσυρθεί δηλώνοντας «αυτοεξόριστος». Ήταν καλοκαίρι του 1971 και ο Καζαντζίδης απείχε ήδη τέσσερα χρόνια από το τραγούδι. Ο Λιάνης τον βρήκε πάνω σε μια βάρκα, την ώρα που επέστρεψε από το ψάρεμα! «Με έχουν κάνει να κάνει να αναζητώ την μοναξιά στα πέλαγα και στα χωράφια. Δεν θα ξανατραγουδήσω… Έχω σιχαθεί το τραγούδι. Θα προσπαθήσω να βρω άλλη δουλειά», δήλωνε τότε με αποφασιστικότητα, προσθέτοντας ότι αυτή θα μπορούσε να είναι ψαράς ή αγρότης.
Η αναφορά του αφορούσε φυσικά τις εταιρείες με τις οποίες βρέθηκε σε κόντρα σχεδόν από την αρχή της καριέρας του. Υπήρξε άλλωστε υπέρμαχος των δικαιωμάτων όχι μόνο των τραγουδιστών αλλά όλων όσων εμπλέκονται στην κυκλοφορία ενός άλμπουμ και δεν μπορούσε να αποδεχτεί το καθεστώς που ίσχυε όταν εκείνος εμφανίστηκε στο μουσικό στερέωμα. Η πρώτη του διαμάχη άλλωστε χρονολογείται από το 1959 όταν τα έβαλε με την Columbia με με αφορμή τις πωλήσεις του τραγουδιού «Μαντουμπάλα», που την εποχή εκείνη άγγιξαν τις 100.000, όταν δεν υπήρχαν ούτε 40.000 πικάπ στην Ελλάδα! Το 1965 προχώρησε ένα βήμα παραπάνω, αυτή τη φορά βάζοντάς τα και με τους ιδιοκτήτες των νυχτερινών κέντρων, για τις συνθήκες εργασίας, σταματώντας και πάλι τις εμφανίσεις του και φεύγοντας για το εξωτερικό.
Κάθε φορά που αντιδρούσε έτσι πάντα κάτι κέρδιζε. Και το κέρδος δεν ήταν προσωπικό, αλλά ήταν νίκη για όλους. Τραγουδιστές, συνθέτες, στιχουργοί, παραγωγοί, ακόμη και οι μουσικοί και οι απλοί εργαζόμενοι στα κέντρα διασκέδασης βελτίωναν τις απολαβές τους μετά από κάθε «επανάσταση» και «αντάρτικο» δικό του.
«Τους έκανα μεγάλη ζημιά. Μετέτρεψα την δραχμή σε χιλιάρικο. Η πρώτη μου ηχογράφηση αμείφτηκε με 80 δραχμές και μετά από λίγο ηχογράφησα τραγούδι με 80 χιλιάρικα», έλεγε τότε ο Καζαντζίδης ο οποίος στο μεταξύ είδε την προσπάθειά του να λειτουργήσει δική του εταιρεία, με την επωνυμία «Standard» να πέφτει στο κενό, εξαιτίας (μεταξύ άλλων) και της στάσης της χούντας σε βάρος του.
Πλέον εκείνη την περίοδο βρέθηκε δίχως χρήματα λόγω της δικαστικής διαμάχης αλλά και προβλημάτων που είχαν προκύψει με την εφορία. Αυτό το επιχειρηματικό σχέδιο που έπεσε στο κενό τον αποτελείωσε και ο Καζαντζίδης έδειχνε να μην έχει άλλο κουράγιο για να συνεχίσει να πολεμάει ένα σύστημα που στεκόταν πεισματικά απέναντί του.
Τελικά επιστρέφει στην δισκογραφία χωρίς να υλοποιήσει τις τότε απειλές του και χάρη σε εκείνη την απόφαση χαρίζει μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του με το θρυλικό «Υπάρχω», σε συνεργασία με Νικολόπουλο και Πυθαγόρα το 1975. Όμως και πάλι μετά από αυτό, στην κατά πολλούς καλύτερη και πιο μεστή περίοδο της καριέρας του, θα ακολουθήσει ένα τεράστιο κενό που κράτησε σχεδόν 12 χρόνια. Πλέον ο Καζαντζίδης τα βάζει με την «Μίνος» και μένει «σιωπηλός» μέχρι το 1987 όταν υπογράφει στην «Polygram» και κυκλοφορεί τον δίσκο «Ελεύθερος»…
Πηγή: menshouse.gr