Η «χρυσή» λίστα της ΑΑΔΕ: Σε ποιους επιστρέφει φόρους

Η ΑΑΔΕ θέτει σε εφαρμογή τη «χρυσή λίστα» φορολογουμένων οι οποίοι κατόπιν ελέγχου και συνέπειες θα λαμβάνουν πίσω τα χρήματα φόρων που αδίκως τους είχαν επιβληθεί.

Τα ποσά των επιστροφών θα πιστώνονται σε όσους επιχειρηματίες και επαγγελματίες έχουν ενταχθεί στη «χρυσή λίστα», κατόπιν κριτηρίων άμεσα στον τραπεζικό τους λογαριασμό.

Στην τελική ευθεία εισέρχεται το σχέδιο της ΑΑΔΕ για την αυτόματη επιστροφή ΦΠΑ στους συνεπείς φορολογούμενους ενώ εντείνονται οι έλεγχοι για τους ασυνεπείς και για όσους εμπλέκονται σε απάτες στον τομέα του ΦΠΑ.

Ο σχεδιασμός της ΑΑΔΕ προβλέπει τη δημιουργία μιας «χρυσής» λίστας με τους δικαιούχους επιστροφής φόρου στην οποία θα ενταχθούν επιχειρήσεις που έχουν ελεγχθεί στο παρελθόν και διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για συμμετοχές σε απάτες.

ΑΑΔΕ: Πόσα θα πάρουν όσοι «καρφώνουν» πλαστές αποδείξεις

Οι επιχειρήσεις αυτές θα λαμβάνουν κατά προτεραιότητα και αυτόματα το ΦΠΑ που δικαιούνται από το κράτος.

Ο φοροελεγκτικός μηχανισμός έχει εντείνει τους ελέγχους σε υποθέσεις ΦΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ η Υπηρεσία Ελέγχου Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων, στο 10μηνο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2022 ολοκλήρωσε 148 έρευνες για απάτη στον τομέα του ΦΠΑ, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται 152 νέες έρευνες.

Μετά τους ελέγχους η Εφορία προχώρησε στην απενεργοποίηση 128 ΑΦΜ. Πρόκειται για φυσικά και νομικά πρόσωπα που χαρακτηρίζονται, ως «εξαφανισμένοι έμποροι». Την ίδια ώρα, από το «σκάνερ» των φοροελεγκτών περνούν χιλιάδες υποθέσεις. Στο επίκεντρο βρίσκονται «φρέσκες» υποθέσεις της τελευταίας 5ετίας.

Αυτόματες επιστροφές ΦΠΑ

Στο πεδίο των επιστροφών ΦΠΑ, το σχέδιο προβλέπει ότι οι επιχειρηματίες και οι επαγγελματίες που θα περιλαμβάνονται στη «χρυσή λίστα» θα υποβάλλουν το αίτημά τους ηλεκτρονικά και θα βλέπουν άμεσα το ποσό της επιστροφής ΦΠΑ που δικαιούνται να πιστώνεται στον τραπεζικό λογαριασμό τους με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή χωρίς ανθρώπινη επαφή.

Η διαδικασία αυτή θα ακολουθείται για την πλειονότητα των αιτήσεων επιστροφής χρημάτων, και συγκεκριμένα για το 97% των αιτημάτων επιστροφής φόρου.

ΑΑΔΕ: Τα κριτήρια

Οι επιχειρήσεις για να κερδίζουν μια θέση στη «χρυσή λίστα» προκειμένου να λαμβάνουν πρώτες την επιστροφή φόρου θα πρέπει να πληρούν τα εξής κριτήρια:

1. Να έχουν ελεγχθεί για τουλάχιστον τρεις φορολογικές περιόδους και το σύνολο των επιστραφέντων κατόπιν ελέγχων ποσών να μη διαφέρει από το συνολικά αιτούμενο ποσό σε ποσοστό άνω του 5%.

2. Να μην έχουν υποπέσει σε φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις.

3. Να μη χαρακτηρίζονται ως ύποπτες για συμμετοχή σε απάτη που αφορά τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές, κατόπιν εφαρμογής κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου, τα οποία εξετάζονται σε κεντρικό επίπεδο αποκλειστικά και δεν δημοσιοποιούνται.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι τους τελευταίους μήνες η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων έχει ανεβάσει ταχύτητα στις επιστροφές ΦΠΑ ικανοποιώντας ακόμη και πάνω από το 90% των αιτημάτων επιστροφής φόρου μέσα σε 90 ημέρες.

Ωστόσο, εκατοντάδες αιτήματα ΦΠΑ και φόρου εισοδήματος παραμένουν στα συρτάρια των εφοριών εμφανίζοντας καθυστέρηση άνω των τριών μηνών.

ΑΑΔΕ: Αλλάζει το πλαίσιο για το κυνήγι του μαύρου χρήματος

Τι πρέπει να προσέχουν λογιστές, έμποροι, μεσίτες στις συναλλαγές των πελατών τους ώστε να αποφύγουν 10ετή κάθειρξη και πρόστιμα έως 1.000.000 ευρώ

Νέο πλαίσιο για την καταπολέμησης της διακίνησης του «μαύρου χρήματος» προωθεί η ΑΑΔΕ, καθώς οι έλεγχοι των αρμοδίων υπηρεσιών δείχνουν ότι υπάρχει έξαρση ξεπλύματος.

Κάθε μήνα η ΑΑΔΕ στέλνει εκατοντάδες φορολογούμενους στην Αρχή Kαταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, ενώ παράλληλα, η Αρχή αποστέλλει στην ΑΑΔΕ, τους φακέλους προσώπων που έχουν εντοπιστεί για μαύρο χρήμα, προκειμένου να ελεγχθούν φορολογικά.

Ο διοικητής της ΑΑΔΕ, Γιώργος Πιτσιλής, κάλεσε πριν τα Χριστούγεννα εκπροσώπους επαγγελματικών φορέων και τους ενημέρωσε για τις διαθέσεις της ΑΑΔΕ, να τροποποιήσει το πλαίσιο για το μαύρο χρήμα που αναμένεται να εκδοθεί.

Πρόκειται για φορείς που λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους εμπλέκονται άθελά τους στη διαδικασία και με βάση το νομοθετικό πλαίσιο, οφείλουν να «ξεσκονίζουν» τις συναλλαγές κάθε πελάτη τους, μήπως πίσω από αυτή κρύβεται συναλλαγή «ξέπλυμα».

Σημειώνεται πως, αν διαπιστωθεί ότι “πέρασε” από τα χέρια τους υπόθεση ξεπλύματος μπλέκουν και οι ίδιοι και αντιμετωπίζουν ποινές κάθειρξης έως 10 έτη και πρόστιμα έως 1.000.000 ευρώ.

Ο κ. Πιτσιλής, τόνισε την προτεραιότητα που δίνει η Φορολογική Αρχή στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και τη σημασία της συνεργασίας με τους εκπροσώπους των επαγγελματιών και των επιχειρήσεων για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.

Όπως είπε, «δημιουργήσαμε και μέσα από τη γνώση και ανταλλαγή τεχνογνωσίας και απόψεων διευρύνουμε μια ήδη καλή επαγγελματική και κοινωνική συνεργασία, μια συμμαχία που στόχο έχει τη διαρκή κι επιτυχή καταπολέμηση της παραβατικότητας στον τομέα του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος».

Οι αλλαγές που αναμένονται εστιάζονται στους ακόλουθους τομείς:

Στον έλεγχο της δέουσας επιμέλειας που διενεργείται από την ΑΑΔΕ σύμφωνα με τον ν. 4557/2018,
Στο πλαίσιο εποπτείας που ακολουθείται κατά τους ελέγχους που πραγματοποιούνται από τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ.
Στα βήματα της ελεγκτικής διαδικασίας και οι υποχρεώσεις των εποπτευόμενων προσώπων.

Στο περιεχόμενο των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων, το οποίο εξειδικεύεται για πρώτη φορά με την εν λόγω απόφαση.

Σύμφωνα με τη νομοθεσία, οι επαγγελματίες που πρέπει να προσέχουν τις συναλλαγές των πελατών τους προκειμένου να μην μπλέξουν και οι ίδιοι είναι οι ακόλουθοι:

Εξωτερικοί λογιστές – φοροτεχνικοί και νομικά πρόσωπα παροχής λογιστικών – φοροτεχνικών υπηρεσιών, καθώς και ιδιώτες ελεγκτές.

Μεσίτες ακινήτων, για συναλλαγές των οποίων η αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 10.000 ευρώ, ανεξαρτήτως αν το ποσό αυτό αφορά αγορά, πώληση ή μηνιαίο μίσθωμα εκμίσθωσης ακινήτου

Ποιοι πρέπει να προσέχουν

Έμποροι και εκπλειστηριαστές αγαθών μεγάλης αξίας, όταν η αξία της συναλλαγής ανέρχεται σε τουλάχιστον 10.000 ευρώ, ανεξάρτητα από το εάν αυτή διενεργείται με μια μόνο πράξη ή με περισσότερες, μεταξύ των οποίων φαίνεται να υπάρχει κάποια σχέση. Ως έμποροι αγαθών μεγάλης αξίας νοούνται ιδίως:

Οι επιχειρήσεις εξόρυξης, παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων, οι επιχειρήσεις παραγωγής, επεξεργασίας και εμπορίας πολύτιμων μετάλλων και παράγωγων προϊόντων, οι επιχειρήσεις εμπορίας μαργαριταριών και κοραλλιών και οι επιχειρήσεις κατασκευής και εμπορίας κοσμημάτων και ρολογιών.

Οι επιχειρήσεις εμπορίας παλαιών αντικειμένων αξίας (αντίκες), αρχαιοτήτων, μεταλλίων, παλαιών γραμματοσήμων και νομισμάτων και λοιπών συλλεκτικών ειδών αξίας, καθώς και οι επιχειρήσεις ή επαγγελματίες παραγωγής ή κατασκευής και εμπορίας έργων και αντικειμένων τέχνης γενικά, καθώς και μουσικών οργάνων.

Πρόσωπα που εμπορεύονται ή ενεργούν ως μεσάζοντες στο εμπόριο έργων τέχνης, συμπεριλαμβανομένου του εμπορίου που πραγματοποιείται σε αίθουσες έργων τέχνης και οίκους δημοπρασιών.

Οι επιχειρήσεις εμπορίας επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, ελικοπτέρων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής γενικά.

Η δέουσα επιμέλεια

Η βασική υποχρέωση των επαγγελματιών αυτών, είναι η άσκηση της «δέουσας επιμέλειας», δηλαδή ο έλεγχος των συναλλαγών των πελατών τους, με βάση συγκεκριμένες οδηγίες και κριτήρια που προβλέπει η νομοθεσία. Ειδικότερα οι οφείλουν να προβαίνουν:

Στην εξακρίβωση και επαλήθευση της ταυτότητας του πελάτη, πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή τη διενέργεια της συναλλαγής, βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή.

Στην εξακρίβωση της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου, πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή τη διενέργεια της συναλλαγής, την επικαιροποίηση των στοιχείων και τη λήψη εύλογων μέτρων για την επαλήθευση αυτών, ώστε να διασφαλίζεται ότι το υπόχρεο πρόσωπο γνωρίζει τον πραγματικό δικαιούχο.
Στην αξιολόγηση και ανάλογα με την περίπτωση τη συλλογή πληροφοριών για το αντικείμενο και το σκοπό της επιχειρηματικής σχέσης.

Στην άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά την επιχειρηματική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές ή δραστηριότητες συνάδουν με τις γνώσεις που έχουν τα υπόχρεα πρόσωπα σχετικά με τον πελάτη, τις επαγγελματικές δραστηριότητες και το προφίλ κινδύνου του, καθώς και, εφόσον απαιτείται, την προέλευση των κεφαλαίων.

Εάν πρόκειται για συναλλαγές με πρόσωπα «υψηλού κινδύνου» π.χ. πολιτικά πρόσωπα, οι υπόχρεοι οφείλουν να ενεργοποιούν πρόσθετες δικλείδες ασφαλείας, ενώ σε κάθε περίπτωση υποχρεούνται να αναφέρουν ύποπτες συναλλαγές στην Αρχή για το ξέπλυμα ή και να απέχουν εφόσον θεωρούν ότι πρόκειται για διαδικασίες «ξεπλύματος».

Πηγή: newsme.gr