Βραβευμένος location manager και σκηνοθέτης, με μεγάλη αγάπη στον τόπο του, ο Μαρίνος Σκλαβουνάκης κατάφερε το ακατόρθωτο: Έχτισε ένα θεσμό στην Κεφαλονιά που μοιάζει να έχει σταθερά ανοδική πορεία.
“Η πρώτη χρονιά που το διοργανώσαμε ήταν δοκιμαστική και κράτησε μόνο 3 μέρες. Ήταν μια “εισαγωγική προσπάθεια”. Την δεύτερη χρονιά κοργανώσαμε μια αφιερωματική ενότητα, με διεθνείς προσθήκες. Τώρα, την τρίτη χρονιά είπαμε έτοιμοι να επεκτείνουμε τις δράσεις με διαγωνιστικό τμήμα με διεθνές χαρακτήρα. Σίγουρα είναι μια εξέλιξη, η οποία είναι αργή και σταθερή. Πρέπει να γίνει με συγκεκριμένα βήματα λόγω της αστάθειας των χρηματοδοτικών πόρων ή τέλος πάντων της δυσκολίας ανεύρεσης χρημάτων. Η προσθήκη του Διαγωνιστικού είναι πιλοτική και έχει μόνο 2 κατηγορίες, μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ μικρού μήκους. Ελπίζουμε να μπορέσουμε του χρόνου να την επεκτείνουμε σε στις υπόλοιπες κατηγορίες”.
Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα αποκατέστησε ένα σχεδόν καταστρεμένο χώρο και τον μετέτρεψε σε σημείο συνάντησης πολιτισμού. Στην τρίτη διοργάνωση του Φεστιβάλ του στην Κεφαλονιά με τίτλο “Κύματα”, τα αποτελέσματα είναι εμφανή.
“Νομίζω ο χώρος αυτός βρήκε το φεστιβάλ όχι το αντίθετο. Ταιριάζει απόλυτα σε αυτό που κάνουμε και όχι μόνο εξαιτίας του τίτλου (σ.σ. ονομάζεται “Κύματα” και ακούς τον παφλασμό των κυμάτων σε κάθε προβολή). […] Ήθελα να ενισχύει την χαλαρή διάθεση που μπορεί να υπάρχει σε μια γιορτή των τεχνών. Επίσης ιστορικά για εμάς έχει μια μεγαλύτερη σημασία [σ.σ. η χρήση του χώρου αυτού, στο νερόμυλο], που ανασκευάστηκε με τη βοήθεια του δήμου και των ανθρώπων του Φεστιβάλ. Αυτός ο επί πολλά χρόνια σχεδόν κατεστραμμένος χώρος κατάφερε να λειτουργήσει ξανά και να γίνει ένα πολιτιστικό σημείο, ένα συγκρότημα πολιτιστικό που όλοι είχαμε ανάγκη στην Κεφαλονιά. Ταυτόχρονα ένα γεωλογικό φαινόμενο που συμβαίνει στο κτίριο που έχει να κάνει με τα νερά που φεύγουν και πάνε στην άλλη μεριά του νησιού και περνάει κάτω από το κτίριο ενισχύει την ισχυρότερη ιστορική αξία είναι ένα πολύ παλιό κτίριο που χάνονται οι ρίζες του πριν το 1800, στο χρόνο”.
Το Φεστιβάλ “Κύματα” εμφανίστηκε στη μετά covid εποχή που ο κόσμος είχε ανάγκη να επιστρέψει στην κανονικότητα.
Δυστυχώς όμως, ο εγκλεισμός είχε βάλει βαθιά θεμέλια στη θέαση από πλατφόρμες στο σπίτι.
“Όλα τα φεστιβάλ εκπαιδεύουν το κοινό. Οι θεατές μιας τέτοιας διοργάνωσης βοηθούν στη συντήρηση ακόμα και των κινηματογραφικών ταινιών στις αίθουσες. […] Ο κόσμος που πηγαίνει στις αίθουσες (σ.σ. στη νησιωτική Ελλάδα) λιγοστεύει. Τα φεστιβάλ νομίζω ότι μπορούν να συμβάλουν στην ενίσχυση των οπτικοποιημένων τεχνών”.
Το φεστιβάλ έχει αναλάβει την παραγωγή πρωτότυπης μουσικής για την ασπρόμαυρη ταινία έναρξης, υποστηρίζοντας συμβολικά ότι ο διάλογος των τεχνών είναι αυτός που ενδυναμώνει την ιστορική του αξία.
“Είναι μια ιδέα που θέλουμε να πραγματοποιήσουμε από την αρχή, επίσης όμως θέλαμε να έχουμε μια άποψη (σ.σ. στο τι ταινίες θα επιλέγουμε και πως θα παρουσιάζονταν). Θέλαμε κάθε έκδοση, στην έναρξη, να ξεκινάει με μια παλιά ταινία, η οποία να έχει νέα μουσική επένδυση. Θέλαμε επίσης να κλείνουμε με μια μουσική βραδιά. Η ταινία του Ντράγιερ “Το Πάθος της Ιωάννας της Λωραίνης” ήταν μια τελεία επιλογή καθώς δεν έχει τουλάχιστον παιχτεί πολλές φορές στην Ελλάδα από όσο γνωρίζω, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια. Συζήτησα με το Νίκο Βελιώτη από πέρυσι ότι θα ήταν πολύ καλύτερο να το δουλέψει όλο το χειμώνα για την επόμενη διοργάνωση. Να δουλέψουμε μαζί ώστε να δούμε τι μπορεί να βγει για την εναρκτήρια προβολή. Η πρεμιέρα της ταινίας με τη μουσική του επένδυση έγινε στην Κεφαλονιά και στη συνέχεια, το Νοέμβρη ή τον Δεκέμβρη, θα γίνει παρουσίαση και στην Αθήνα για να μπορέσει και το αθηναϊκό κοινό να απολαύσει αυτή την ταινία με μουσική”.
Στη συνέχεια της συζήτησης μας μιλήσαμε για τα αφιερώματα στον σύγχρονο Ιταλικό κινηματογράφο, τις συναυλίες και τις λοιπές δράσεις, που μπορείτε να διαβάσετε αναλυτικά στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ. Εστιάσαμε όμως και στα masterclass που εστιάζουν στη θεατρική και υποκριτική τέχνη, από τους Αύρα Γεωργίου, Ευθαλία Παπαθωμά, Αλέξανδρο Λογοθέτη και Περικλή Χούρσογλου.
“[…] δεν ξέρουμε ακριβώς ποιες είναι οι προτιμήσεις του κοινού. Είμαστε σε μια επαρχία και δεν μπορούμε να έχουμε εξειδικευμένο κοινό, δηλαδή μαθητές από σχολές κλπ. Αν κάνουμε κάτι πιό εξειδικευμένο, έπρεπε να αφορά, τουλάχιστον τους ντόπιους, γι’ αυτό φέτος είπαμε να δώσουμε ένα λίγο χώρο στο θέατρο (σ.σ. η Κεφαλονιά έχει παράδοση στη θεατρική τέχνη, όπως φαίνεται και στη σειρά “Κεφαλονίτικες Ιστορίες” που προέβαλλε η ΕΡΤ). Επειδή έχουμε πολλούς ερασιτέχνες ηθοποιούς θέλαμε να δώσουμε μια θεατρική διάσταση στην ηθοποιία· Το κάνουμε δοκιμαστικά, είναι πιλοτικό και αυτό· για να δωούμε ακριβώς τι μπορούμε να προσφέρουμε και πως”.
ΔΕΙΤΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΤΗΣ ΕΚΠΟΜΠΗΣ “ΚΕΦΑΛΟΝΙΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ” ΤΗΣ ΕΡΤ:
Το φεστιβάλ στοχεύει μέσα από τις παράλληλες δράσεις του να χτίσει γερά θεμέλια, όχι μόνο για τις κινηματογραφικές δράσεις αλλά και για πιθανά γυρίσματα. Αυτή την περίοδο ενισχύουν τις δράσεις του ΕΚΟΜΕ φωτογραφίζοντας τις περιοχές που ακόμα δεν έχουν εξερευνηθεί κινηματογραφικά που στη συνέχεια θα αναρτηθούν σε ειδικά διαμορφωμένες ιστοσελίδες.
“[…] Αυτή είναι μία από τις βασικές επιθυμίες του φεστιβάλ, ώστε να μπορέσουμε να φέρουμε περισσότερες κινηματογραφικές παραγωγές στο νησί. Δεν νομίζω ότι έχει καθόλου εξερευνηθεί το τοπίο κινηματογραφικά. Είναι πολύ λίγες οι ταινίες που έχουν γυριστεί στην Κεφαλονιά καθώς έχει ένα τοπίο πολύπλοκο και πολυποίκιλο. Εδώ όμως υπάρχουν τα πάντα[…]. Νομίζω ότι είναι το φεστιβάλ θα συμβάλει και σε αυτό. Τουλάχιστον αυτή είναι η κατεύθυνσή μας να συμβάλουμε στο να ‘ρθουνε και μεγάλες παραγωγές”.
Σχετικά με το μεγαλύτερο αφιέρωμα του φεστιβάλ, αυτό στον Ιταλικό κινηματογράφο, υπήρχε σταθερή υπόθεση εργασίας ώστε να είναι πρωτότυπο και άμεσο.
“Ήταν λίγο δύσκολο να επιλέξουμε μέσα σε 4 μέρες ποιές ταινίες θα διαλέγαμε σε ένα αφιέρωμα από μια χώρα όπως την Ιταλία με αυτή την σπουδαία κινηματογραφική της παρουσία. Δεν ξέρεις από που να ξεκινήσεις, τι να αφήσεις έξω και τι να συμπεριλάβεις. Δεν ξέρω αν επιλογή μας ευχαριστεί όλους, αλλά τουλάχιστον προσπαθήσαμε να έχουμε έναν κάποιον νεότερο εκφραστή της κινηματογραφικής τέχνης στην Ιταλία, κάποιους παλιότερους που δεν είναι τόσο ευρέως γνωστοί αλλά και σημαντικές προσωπικότητες. Ελπίζω να τα καταφέραμε”.
Ευχαριστούμε τους Ανδρεάδα Κωνσταντάτου, Άγγελο Λουκάτο, Απόλλων Κωνσταντίνο Μπόλλα για τη συνεργασία.
Επιμέλεια απομαγνητοφώνησης: Δημήτρης Αθανασούλας