Η κυβέρνηση επεξεργάζεται δύο πιθανά σενάρια για τη μείωση των συντάξεων χηρείας. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, ο δικαιούχος θα έχει τη δυνατότητα να επιλέξει ποια σύνταξη θα μειωθεί κατά 50% μετά το πέρας της τριετίας, με προτίμηση να δοθεί στη μείωση της μικρότερης σύνταξης.
Στο δεύτερο σενάριο, η περικοπή περιορίζεται αποκλειστικά στην εθνική σύνταξη των 426,17 ευρώ, χωρίς να επηρεαστεί η αναλογική σύνταξη.
Η περικοπή στις συντάξεις χηρείας εφαρμόζεται ήδη στους συνταξιούχους του Δημοσίου και του ΟΓΑ, ωστόσο δεν έχει ακόμη επεκταθεί στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα. Με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο, μετά την τριετία οι δικαιούχοι χηρείας θα πρέπει να χάνουν τη μισή σύνταξή τους σε περίπτωση που αναλάβουν εργασία ή συνταξιοδοτηθούν, με τη σύνταξη να μειώνεται από το 70% στο 35% της αρχικής παροχής.
Η καθυστέρηση στην εφαρμογή της διάταξης φαίνεται να συνδέεται με τον φόβο του πολιτικού κόστους, καθώς η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη αποφασίσει το χρονοδιάγραμμα για την κατάθεση της σχετικής ρύθμισης. Νομικοί κύκλοι προειδοποιούν ότι, σε περίπτωση δικαστικής προσφυγής από τους συνταξιούχους του Δημοσίου και του ΟΓΑ, ενδέχεται να υπάρξουν αναδρομικές επιστροφές των παρακρατημένων ποσών, γεγονός που θα επιβαρύνει σημαντικά τον κρατικό προϋπολογισμό.
Πέρα από τις δραστικές περικοπές που έφερε ο νόμος Κατρούγκαλου, πλήγμα μεγάλο αποτελούν και τα ηλικιακά κριτήρια για τη χορήγηση σύνταξης θανάτου. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι η σύνταξη χορηγείται χωρίς χρονικό περιορισμό μόνο σε περίπτωση που ο θάνατος επήλθε μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας του επιζώντος συζύγου.
Αν ο δικαιούχος δεν έχει συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας του κατά τον χρόνο θανάτου, τότε λαμβάνει τη σύνταξη του θανόντος συζύγου μόνον για μία τριετία και μετά αυτή επαναχορηγείται με τη συμπλήρωση του 67ου έτους. Μόνο στην περίπτωση που υπάρχουν ανήλικα τέκνα είτε ο ίδιος ο επιζών σύζυγος είναι ανίκανος για την άσκηση κάθε βιοποριστικής εργασίας κατά ποσοστό 67% και άνω θα χορηγείται ολόκληρη.
Εάν ο γάμος έλαβε χώρα μετά την απονομή της σύνταξης γήρατος του θανόντος, αυτή περιορίζεται ως ακολούθως: Αν η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και του συζύγου του, αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από δέκα έτη, η σύνταξη του επιζώντος συζύγου υφίσταται, για κάθε πλήρες έτος διαφοράς, μείωση που καθορίζεται σε:
● 1% για τα έτη από το 10ο έως και το 20ό έτος,
● 2% για τα έτη από το 21ο έως και το 25ο έτος,
● 3% για τα έτη από το 26ο έως και το 30ό έτος,
● 4% για τα έτη από το 31ο έως και το 35ο έτος,
● 5% για τα έτη από το 36ο και άνω.
Τι ζητάνε οι συνταξιούχοι
Για το μεγάλο αυτό θέμα το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων ζητά να μην εφαρμοστεί η νομοθεσία που περικόπτει στο μισό τις συντάξεις χηρείας εξ ιδίου δικαιώματος και για δικαιούχους που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα. Το Δίκτυο ζητάει από την κυβέρνηση και το υπουργείο Εργασίας να νομοθετήσουν, ώστε να παραμείνει η καταβολή των συντάξεων χηρείας στο 70% των αρχικών ποσών εφ’ όρου ζωής του κάθε δικαιούχου.
Έως τώρα το μέτρο εφαρμόζεται βάσει νομοθεσίας μόνο για την πρώτη τριετία καταβολής της εν λόγω παροχής. Εν συνεχεία επιβάλλεται περικοπή στο ήμισυ του αρχικού καταβληθέντος ποσού.
«Πρόκειται για ένα άδικο μέτρο που κακώς εφαρμόστηκε σε χιλιάδες συνταξιούχους στο Δημόσιο και στον ΟΓΑ» σημειώνει το Δίκτυο και υπογραμμίζει ότι «στους δικαιούχους αυτούς η κυβέρνηση οφείλει να επιστρέψει τα χρήματα».
Το Δίκτυο υπογραμμίζει ότι «η εφαρμογή του συγκεκριμένου μέτρου δεν πρέπει να επεκταθεί και στον ιδιωτικό τομέα». Κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε αδιέξοδο δεκάδες χιλιάδες δικαιούχους που θα υποστούν νέες περικοπές στις συντάξεις χηρείας που λαμβάνουν, ενώ θα κληθούν να επιστρέψουν και αναδρομικά ποσά προς τα δημόσια ταμεία, καθώς το μέτρο θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί από τον Οκτώβριο του 2020.
Σύμφωνα πάντως με πληροφορίες το ΥΠΟΙΚ εξετάζει το σενάριο:
Στην περίπτωση που μετά την τριετία ο συνταξιούχος λόγω θανάτου παίρνει και δική του σύνταξη, να μπορεί να επιλέξει τη μικρότερη από τις δυο συντάξεις που θα μειωθεί κατά 50%. Πρακτικά, αν ένας συνταξιούχος έχει 400 ευρώ από τη δική του σύνταξη και 800 ευρώ από τη σύνταξη χηρείας, θα μπορεί να επιλέγει, μετά την πρώτη τριετία από την καταβολή της σύνταξης χηρείας, η μείωση κατά 50% να μην γίνει στα 800 ευρώ αλλά στα 400 ευρώ. Με την επιλογή αυτή θα λαμβάνει 800 ευρώ από χηρεία και 200 ευρώ από τη δική του σύνταξη, δηλαδή συνολικά 1.000 ευρώ.
Με το ισχύον καθεστώς (νόμος 4387/2016) μετά την τριετία κόβεται η σύνταξη χηρείας, πράγμα που σημαίνει ότι τα 800 ευρώ γίνονται 400 ευρώ, και ο συνταξιούχος μαζί με τη δική του σύνταξη (400 ευρώ) θα παίρνει συνολικά 800 ευρώ. Η διαφορά με την επιλογή του συμφερότερου ποσού είναι πως κερδίζει 200 ευρώ επιπλέον και συνολικά θα λαμβάνει 1.000 ευρώ αντί 800 ευρώ.
Στην περίπτωση που μετά την τριετία ο συνταξιούχος εργάζεται, να επιτραπεί η συνέχιση της απασχόλησης με το ίδιο καθεστώς που ισχύει για τους συνταξιούχους λόγω γήρατος και αναπηρίας που συνεχίζουν να απασχολούνται μετά τη συνταξιοδότηση. Αυτό που μελετά το υπουργείο είναι να επιτρέπεται στις χήρες ή στους χήρους να απασχολούνται χωρίς ποινή στη σύνταξη.