Ακρίβεια και έλεγχος: Ποιός (δεν) προστατεύει τον καταναλωτή;

Νικόλαος Φαραντούρης*

«Ού σύ με λοιδορείς, άλλ’ ο τόπος». Τα λόγια είναι από τον μύθο του Αισώπου «Λύκος και Ερίφιον». Το κατσικάκι σε απλησίαστο βράχο εκ του ασφαλούς εμπαίζει το φοβερό λύκο κι εκείνος εκνευρισμένος, αλλ’ εξουδετερωμένος λόγω συνθηκών, απαντά: «Δεν με κοροϊδεύεις εσύ, αλλά το σημείο στο οποίο βρίσκομαι…». Η Επιτροπή Ανταγωνισμού (ο «λύκος») ζητά από πέρυσι να προχωρήσει σε ελέγχους στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, όπου παρατηρούνται οι υψηλότερες τιμές κινητής τηλεφωνίας στην Ελλάδα. Ωστόσο, η αρμοδιότητα ελέγχων για παραβάσεις του ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες (το «ερίφιον») ανήκει σε μία άλλη ανεξάρτητη αρχή, την ΕΕΤΤ (ο «τόπος») που δεν προχωρά σε κανέναν έλεγχο στην αγορά. Η Κυβέρνηση αρνείται να εκσυγχρονίσει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο κατά τις προτάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού ώστε να μπορεί η Επιτροπή να επέμβει. Οι τιμές κινητής τηλεφωνίας εξακολουθούν να είναι οι υψηλότερες στην Ευρώπη σύμφωνα με τις αναλύσεις διεθνών οίκων (Rewheel, Νοεμ. 2021) και τις καταγγελίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης Καταναλωτών (BEUC) στην από 14.12.2021 επιστολή-κόλαφο για την ακρίβεια στην Ελλάδα και το ελλιπές θεσμικό πλαίσιο που απέστειλε προς τον Έλληνα Υπουργό Ανάπτυξης Άδωνη Γεωργιάδη. Αντίστοιχα φαινόμενα ακρίβειας, με τις ψηλότερες τιμές στην Ευρώπη, παρατηρούνται στις τιμές ενέργειας και σε άλλα αγαθά και υπηρεσίες.

Σε πρόσφατες συζητήσεις μου με συναδέλφους στη Βαρκελώνη και τις Βρυξέλλες για την λειτουργία των αγορών, τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και την προστασία του καταναλωτή, επιβεβαίωσα ότι η αντίληψη αρκετών τρίτων παρατηρητών για τις Ανεξάρτητες Αρχές στην Ελλάδα, είναι εξαιρετικά προβληματική: Είτε βιλαέτια της Κυβέρνησης, είτε ενός ανδρός αρχές στο απυρόβλητο του δημοκρατικού ελέγχου. Δεν υιοθετώ την αντίληψη αυτή, τουλάχιστον για όλες συλλήβδην τις Ανεξάρτητες Αρχές στη χώρα μας, δεδομένου ότι και έργο παράγεται και υψηλού επιπέδου επικεφαλής τίθενται (κατά κανόνα). Ωστόσο υπάρχουν αρκετά κενά που εκτρέφουν τέτοιες αντιλήψεις και τελικά αφήνουν απροστάτευτο τον καταναλωτή.

Σε πολύ αδρές γραμμές, δύο είναι οι κύριες αποστολές των Αρχών που γέννησε η νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα και η απελευθέρωση πρώην μονοπωλιακά διαρθρωμένων τομέων: α) Ρυθμιστική, δηλαδή η δυνατότητα παρέμβασης για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών και την τόνωση του ανταγωνισμού, και β) Ελεγκτική, δηλαδή ο έλεγχος και κολασμός συμπεριφορών που στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό, όπως απαγορευμένες συμφωνίες, συμπράξεις και εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων ή η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης εκ μέρους μίας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων.

Σπεύδω να διευκρινίσω ότι το ευρωπαϊκό πλαίσιο δεν είναι γραμμένο στις πλάκες του Μωυσέως και θεωρώ ότι χρήζει βελτίωσης, σήμερα περισσότερο από ποτέ, καθώς η αποθέωση των αγορών κλονίζεται συθέμελα λόγω ανεπάρκειας στην αντιμετώπιση των μείζονων ζητημάτων του βίου όπως η κλιματική κρίση, η πανδημία κλπ. Ωστόσο η ανάγκη αποτελεσματικών θεσμών για τη ρύθμιση και εποπτεία των αγορών παραμένει κρίσιμη, ακόμη κι ως υπενθύμιση της ανεπάρκειας των αγορών να αυτορυθμιστούν. Πρέπει λοιπόν αφενός να θωρακίσουμε την αποτελεσματικότητα των Αρχών αυτών, αφετέρου να ενισχύσουμε την λογοδοσία τους και τον δημοκρατικό έλεγχο σε αυτές. Ελέγχουν αποτελεσματικά την αγορά; Προστατεύουν επαρκώς τον καταναλωτή; Προχωρούν σε κολασμό αθέμιτων ή ανταγωνιστικών επιχειρηματικών πρακτικών; Συνεργάζονται ομαλά και αποτελεσματικά μεταξύ τους;

Σύντομες παρατηρήσεις:

Πρώτον, παραμένω εξαιρετικά σκεπτικός για την αποτελεσματικότητα τόσο πολλών και ποικιλώνυμων Ανεξάρτητων Αρχών και όσων νέων κυοφορούνται με πρόσχημα την ρύθμιση ενός επιμέρους τομέα. Η εμπειρία διδάσκει ότι ο πληθωρισμός Ανεξάρτητων Αρχών δεν οδήγησε σε καλύτερη εποπτεία και ρύθμιση των αγορών.

Δεύτερον, θεωρώ λάθος τον υφιστάμενο κατακερματισμό αρμοδιοτήτων. Το παράδειγμα των τηλεπικοινωνιών είναι χαρακτηριστικό: η επιφορτισμένη εν γένει με την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού Αρχή (Επιτροπή Ανταγωνισμού) δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα παρέμβασης, ούτε ex ante ούτε ex post, για θέματα ανταγωνισμού στις τηλεπικοινωνίες.

Τρίτον, επείγει η συγκρότηση και λειτουργία – πραγματικά όχι στα χαρτιά – ενός δικτύου ανεξάρτητων αρχών, υπό δημόσια/Κυβερνητική εποπτεία (όχι ιεραρχικό έλεγχο) για την ανταλλαγή πληροφοριών και τεχνογνωσίας, ιδιαίτερα στους πολύπλοκους και κανονιστικά επιβαρυμένους τομείς των δικτύων, όπου η καλή γνώση των επιμέρους τεχνικών, οικονομικών και ρυθμιστικών πτυχών της λειτουργίας των αγορών δεν είναι αυτονόητες.

Τέταρτον, χρειάζεται επειγόντως στελέχωση και ενίσχυση του ελεγκτικού τους βραχίονα. Είναι γνωστές στην αγορά οι ελλείψεις και η υποστελέχωση κρίσιμων Αρχών (π.χ. η ΡΑΕ στον τομέα της ενέργειας που παρατηρούνται αυξήσεις έως και 400%), αλλά δεν ιδρώνει το αυτί κανενός σήμερα που αυτές φυλλορροούν και αποψιλώνονται με αποσπάσεις, μεταθέσεις, μετακινήσεις του στελεχιακού δυναμικού τους.

Πέμπτον, επείγει ο εκσυγχρονισμός των διαδικασιών λογοδοσίας των Αρχών στη Βουλή για τα πεπραγμένα τους (ελέγχους – μη ελέγχους), τη λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους.

Ορισμένοι διακηρύσσουν ελεύθερες αγορές και εννοούν λανθασμένα ιδιωτικοποιήσεις. Όμως προϋπόθεση και λόγος ύπαρξης μιας ανοικτής αγοράς, δεν είναι παρά η προστασία του καταναλωτή και της υγιούς επιχειρηματικότητας από αντιανταγωνιστικές πρακτικές και άλλες στρεβλώσεις. Αν παραμένουμε σε βασικά είδη και υπηρεσίες οι ακριβότεροι, αυτός που «λοιδορείται» δεν είναι άλλος από τον καταναλωτή.

 

* Ο Νικόλαος Φαραντούρης είναι Καθηγητής της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet στο Δίκαιο Ενέργειας & Ανταγωνισμού και Διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών στην Ενέργεια στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Σύμβουλος του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευση και Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.

 

Πηγή: www.cnn.gr και www.newsbomb.gr