ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ 21ΟΥ ΑΙΩΝΟΣ: Ο ΒΟΛΕΨΑΚΙΑΣ

Η είδηση: Διοικητική υπάλληλος περιφερειακού νοσοκομείου εξέδιδε πλαστά πιστοποιητικά εμβολιασμού – λίγους μήνες πριν, ειδικευόμενος ιατρός στην Αθήνα πραγματοποιούσε εικονικούς εμβολιασμούς.

Προσπαθώ να βρω τον χαρακτηρισμό αυτού του τύπου ανθρώπου, που σε όλες τις περιπτώσεις και καταστάσεις “ελπίζει να τη βολέψει”, διά της πλαγίας οδού.

Δεν θέλει να εμβολιαστεί. Σεβαστό. Όμως θέλει και να αποφύγει τις, δίκαιες ή άδικες, συνέπειες της επιλογής του. Για τον λόγο αυτό, προσπαθεί να εξασφαλίσει πλαστό πιστοποιητικό εμβολιασμού. Και βρίσκεται δημόσιος λειτουργός, ο οποίος του παρέχει αυτή την “υπηρεσία”. Χωρίς να νοιάζεται αν θα μεταδώσει τον ιό, αν θα θέσει σε κίνδυνο τις ζωές άλλων συνανθρώπων του, “περνώντας” για εμβολιασμένος. Εκείνος να τη βολέψει, κι οι άλλοι ας πεθάνουν. Στην ανάγκη, αν δεν του βγει το πλαστό πιστοποιητικό, θα χτυπήσει και μια αναρρωτική, πράγμα που κατ’ επανάληψη έχει πράξει όταν τα πράγματα ζορίζουν, όταν πέφτει πολλή δουλειά, όταν τον βολεύει εν γένει.

Δεν είναι βέβαια ότι δεν τον ξέραμε κι από πριν. Για θυμηθείτε….

– Στο πανεπιστήμιο, έβαζε άλλους να γράψουν γι’ αυτόν εξετάσεις, ή πλήρωνε για να του κάνουν τις εργασίες, το μεταπτυχιακό, το διδακτορικό.

– Στο στρατό, έβαλε κι εκεί το βυσματάκι του και το στρατόπεδο το έβλεπε μόνο (θολά) στο Google Maps.

– Για να πάρει το δίπλωμα οδήγησης, με προθυμία έδωσε φακελάκι κι ας μην ξέρει να ξεχωρίσει φρένο από γκάζι.

– Για να περάσει το αμάξι του από ΚΤΕΟ, θα “λαδώσει” κι ας το λάδωμα κοστίζει περισσότερο από το να αλλάξει λάδια.

– Για να χτίσει στο καμένο δάσος, να χώσει το ρέμα, να χτίσει ένα πάτωμα ακόμα, να “τακτοποιήσει” τον αυθαίρετο, να γκρεμίσει μια κολώνα, θα βρει πάλι τον τρόπο – και βέβαια όταν θα ξαναπλημμυρίσει, θα ξανακαεί ή θα ξαναγκρεμιστεί πάλι θα κλαίγεται για αποζημίωση, την οποία βεβαίως και θα εισπράξει.

– Θα δηλώσει ότι οι ζημιές που έχει πάθει, ή τα πρόβατα που έχει, ή τα στρέμματα που καλλιεργεί είναι πολλαπλάσια των πραγματικών, και αν τον πάρουν χαμπάρι θα καταγγείλει το ανάλγητο κράτος.

– Όταν γίνεται σεισμός ή φυσική καταστροφή, πρώτος θα σπεύσει να εισπράξει όποια αποζημίωση προβλέπεται, κι ας είναι η μόνη του ζημιά ένα μπιμπελό με τη Χάιντι που έπεσε από το σύνθετο και έσπασε, ή μια κουρελού λαϊκής τέχνης (κειμήλιο) που βράχηκε και γάριασε.

– Όπου δει ανθρωπιστική βοήθεια ή έστω απλό μπουφέ, θα σπεύσει, ακόμα κι αν ο ίδιος δεν έχει ανάγκη, να γεμίσει τσάντες, σακούλες, τσέπες με ό,τι βρει μπροστά του, λες και έχει πέσει πείνα.

– Θα κοιτάξει να εισπράξει οποιαδήποτε παροχή και έκπτωση δίνει το κράτος, ακόμη κι αν δεν τον αφορά. Κι αν δεν του κάτσει, πάλι αδικημένος θα νιώθει.

– Θα ψάξει να βρει “χαρτιά” που δεν έχουν αντίκρισμα για να πάρει προαγωγή, να πάρει “μόρια” κι ας πάρει τη θέση από κάποιον που πραγματικά αξίζει περισσότερο. Θα αλλάξει (δήθεν) κατοικία, ακόμη και θα χωρίσει εικονικά με τη σύζυγο για να κερδίσει ένα επίδομα, ένα προνόμιο, ή να γλιτώσει κάποια λεφτά.

– Είναι αυτός που ξέρει από πριν ξεκινήσει να δουλεύει, όλες τις αργίες, τις μειώσεις ωραρίου, τις άδειες, τα επιδόματα, τις προαγωγές, που θα πατήσει (η και θα καταπατήσει) πάνω στο τελευταίο εδάφιο του τελευταίου άρθρου για να τα πάρει, ακόμη κι αν δεν τα δικαιούται, συνήθως εις βάρος των άλλων που τραβούν το κουπί. Αλλά, πάλι θα διαμαρτύρεται για τα προβλήματά του, που οι άλλοι δεν τα καταλαβαίνουν.

–  Είναι αυτός που θα τρέξει να κλαφτεί για να του σβήσουν την κλήση ή το πρόστιμο, καταγγέλλοντας και πάλι το ανάλγητο κράτος. “Αφού εγώ τις μπορώ τις δώδεκα μπίρες, τί πήγε και μ’ εγραψε;”

– Είναι εκείνος που θα ζητάει δάνεια που ξέρει πως δεν θα πληρώσει ποτέ. Που θα εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία για να τρέξει να “ρυθμίσει” τα δάνεια, τις κάρτες και τα χρέη του έχοντας από πριν αποφασίσει ότι δεν θα τα πληρώσει ποτέ, γιατί “εγώ δεν είμαι κορόιδο”, κι ότι, πού θα πάει, κάποια ρύθμιση θα ξαναγίνει.

– Είναι αυτός που αφού καταφεσώσει φίλους, συγγενείς και γνωστούς (για τους οποίους θεωρεί ότι έχουν υποχρέωση να του σταθούν), με το πρώτο χατίρι που δεν θα του γίνει θα οδύρεται ότι το σύμπαν τον καταδιώκει γιατί τον ζηλεύει. Δεν συζητάμε για το ότι δεν θα πει ποτέ ευχαριστώ, αφού όλοι είναι υποχρεωμένοι να τον υπηρετούν.

– Είναι αυτός που πήρε επίδομα αναπηρίας και χαίρει άκρας υγείας, και που συνέχισε να παίρνει τη σύνταξη της νόνας, η οποία απεδήμησε εις Κύριον αλλά “ξέχασε” να το δηλώσει, η αμελεστάτη. Και τί να κάνει ο έγγονας; Αφού μπαίνανε τα λεφτά…

– Είναι αυτός που βλέπει πως του δίνουνε παραπάνω ρέστα και δε βγάζει μιλιά, κι ας τα πληρώσει από την τσέπη του το παιδάκι των 300 Ευρώ το μήνα που έκανε λάθος ζαλισμένο επειδή δουλεύει 12ωρα.

– Είναι αυτός που θα σου φάει μουλωχτά τη θέση στην ουρά “για ένα λεπτό” (που θα γίνει μία ώρα) ή που θα σου ζητήσει απεγνωσμένα τη θέση σου στο ιατρείο γιατί έχει επείγουσα δουλειά και θα τον δεις μετά στη δίπλα καφετέρια να πίνει το εσπρεσάκι του.

– Είναι αυτός που “ποτέ δεν είδε” την κίτρινη γραμμή ή τη θέση ΑΜΕΑ, που “δεν κατάλαβε” ότι κλείνει τον δρόμο και δεν μπορεί να περάσει το ασθενοφόρο, ούτε καν η γριούλα, που για να διαβεί πρέπει να γίνει Λευτέρης Πετρούνιας. “Έλα μωρέ, τί θα γίνει; Εγώ να τη βολέψω. Από δέκα λεπτά που έκλεισα το δρόμο θα χαθεί ο κόσμος;”

– Είναι αυτός που έχει ήσυχη τη συνείδησή του γιατί “σ’ αυτό το διαλυμένο κράτος γιατί να είμαι εγώ ο σωστός”, ή “αφού όλοι κλέβουν, γιατί όχι κι εγώ; Εγώ θα σώσω τον κόσμο; Μόνο εγώ κλέβω;

Αυτό το διαλυμένο κράτος είναι, βέβαια, ο λόγος που θρέφονται και αυγατίζουν οι βολεψάκηδες. Και οι βολεψάκηδες είναι εκείνοι που διαιωνίζουν αυτό το διεφθαρμένο κράτος… Σίγουρα κάποιον βολεψάκια έχετε γνωρίσει κι εσείς στη ζωή σας. Διότι οι κυβερνήσεις πέφτουνε, ο βολεψάκιας μένει. Ελίσσεται, επιβιώνει και την ξαναβολεύει.

Σας αφήνω με τις ατάκες συναδέλφου προς συνάδελφο, που του ζήτησε να τον μεταφέρει στη δουλειά.

– Κανένα πρόβλημα. Θα πηγαίνουμε μαζί. Πες μου από που να περνάω να σε παίρνω.

– Να σου πω… τί ώρα φεύγεις το πρωί;

– Εφτάμισι. 

– Ω μωρέ, πολύ νωρίς είναι… Να σου πω, και τί ώρα φεύγεις από τη δουλειά;

– Δύο παρά που τελειώνουμε…

– Ω μωρέ, πολύ αργά είναι… Δε με βολεύει… Ρε γαμώτο, στρατιωτική θητεία κάνω στην άκρη του κόσμου… (10 χλμ. από την πρωτεύουσα)

Περιττό να σας πω ότι η προσφορά του συναδέλφου απερρίφθη από τον έτερο συνάδελφο μετά πολλών επαίνων. Και μετά από ελάχιστο καιρό, ο απορρίψας κατόρθωσε να διαφύγει από το Νταχάου στην άκρη του κόσμου και να αποσπαστεί… πού αλλού; στην πρωτεύουσα. Ο άλλος συνέχισε κανονικά τα δρομολόγιά του.

Πηγή: ionica.gr