Για τη μεγάλη φυγή προς την αιωνιότητα του παπα-Σωτήρη Μαρκάτου

Με θλίψη και οδύνη στεκόμαστε μπροστά στη σεπτή σορό του μεταστάντα πνευματικού μας πατέρα, ατενίζοντες αφ’ ενός μεν με δέος «το του θανάτου μυστήριον» και αφ’ ετέρου αναλογιζόμενοι, ως πιστοί χριστιανοί το βιβλικό λόγιο: «Μακάριοι οι νεκροί οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες απ’ άρτι…ίνα αναπαύσωνται εκ των κόπων αυτών. Τα δε έργα αυτών ακολουθεί μετ’ αυτών» (Αποκ.14,13).  Φρονώ ότι το θαυμάσιο και ελπιδοφόρο αυτό χωρίο της Αποκαλύψεως του Ιωάννου ταιριάζει απόλυτα στη σημερινή θλιβερή περίσταση, όπου συναχτήκαμε όλοι να προσευχηθούμε και να συνοδεύσουμε στην τελευταία του κατοικία τον αείμνηστο και πεφιλημένο μας π. Σωτήριο Μαρκάτο.

Ο σεβάσμιος αυτός κληρικός ανήκει αναμφίβολα στη μεγάλη χορεία των μακάριων εν Κυρίω κεκοιμημένων, οι οποίοι κλήθηκαν από το Χριστό στην ατέρμονη Βασιλεία Του για αιώνια ανάπαυση και άρρητη ευδαιμονία, διότι αφιέρωσαν τη ζωή τους στη δική Του διακονία. Θα μπορούσε ο μακαριστός να ομιλήσει όπως ο απόστολος Παύλος: «Χάριν έχω τω ενδυναμώσαντί με Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, ότι πιστόν με ηγήσατο θέμενος εις διακονίαν» (Α΄Τιμ.1,12).

Όντως ο  π. Σωτήριος αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή του στη διακονία του Μυστικού Σώματος του Χριστού, δηλαδή στη διακονία της Εκκλησίας. Η φλόγα να διακονήσει το Ιερό Θυσιαστήριο και το λαό του Θεού έφλεγε την καρδιά του από τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Δε μπορούσε να φανταστεί τη ζωή του ο αείμνηστος χωρίς το τιμημένο ράσο και την αέναη υπηρεσία του στο Ιερό Θυσιαστήριο. Ο ομιλών είχε την τιμή να συνεργαστεί μαζί του περισσότερα από πενήντα χρόνια ως ιεροψάλτης και να ζήσει κοντά του το μεγαλείο της ιερατικής του κλήσεως. Είχε την ευκαιρία να βιώσει εκ του σύνεγγυς τον ιερατικό του ζήλο και την αγωνία του για τη σωτηρία των ψυχών των ενοριτών του που του εμπιστεύτηκε ο Θεός.

Η κάθε ιεροπραξία του ήταν και μια ξεχωριστή μυσταγωγία για εκείνον. Μέσα από την απλότητα ζούσε οντολογικά το μυστήριο της ιεροσύνης, που του εμπιστεύτηκε η Εκκλησία και το οποίο τίμησε όσο λίγοι κληρικοί. Είχε βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του την πεποίθηση ότι ο ίδιος ήταν το νοητό σκεύος με το οποίο το Πανάγιο Πνεύμα ιερουργούσε τα ιερά Μυστήρια για χάρη του αγιασμού και της σωτηρίας των πιστών. Το σεβάσμιο βιβλικό του παράστημα ενέπνεε άρωμα ευλάβειας και ιεροπρέπειας. Δεν βρέθηκε ποτέ κάποιος να τον ψέξει ως λειτουργό, διότι τον διέκρινε η ευσέβεια και ακρίβεια. Ήταν ο «ποιμήν  ο καλός» του Ευαγγελίου, ο οποίος «την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων» (Ιωάν.10,11).

Ο λόγος του αν και στερημένος ρητορικών σχημάτων και χρωματικής καλλιέπειας ήταν προϊόν βαθιάς και άδολης πίστεως στον Αρχηγέτη Χριστό. Μιλούσε κατ’ ευθείαν στις ψυχές των πιστών. Αν και δεν είχε διδαχθεί ποτέ κανόνες ομιλητικής, όμως είχε έναν καταπληκτικό τρόπο να σαγηνεύει τους συνομιλητές του. Δίδασκε, νουθετούσε, παρηγορούσε. Είχε το χάρισμα να πείθει. Ήταν κατά τον απόστολο Παύλο: «εργάτης ανεπαίσχυντος, ορθοτομών τον λόγον της αληθείας» (Β΄Τιμ.2,15).

Πονεμένος και ο ίδιος από τα χτυπήματα της ζωής, συμπονούσε τους πάσχοντες ενορίτες του. Είχε το σπάνιο τρόπο να τους παρηγορεί. Ο δικός του πόνος γινόταν ακένωτη πηγή παρηγοριάς, στήριξης και ελπίδας γι’ αυτούς. Η ιώβεια υπομονή του στη μεγάλη πίκρα που του επέτρεψε ο Θεός στα στερνά του βίου του,  γινόταν συχνά  αφορμή να στηριχθούν ψυχικά πολλοί άνθρωποι, έχοντάς τον ως παράδειγμα υπομονής και καρτερίας.

Τα υλικά αγαθά είχαν δευτερεύουσα σημασία γι’ αυτόν. Πρωτεύουσα σημασία είχε η ποιμαντική του διακονία. Το σπιτικό του ήταν ανοιχτό σε όλο τον κόσμο. Το τραπέζι πάντα στρωμένο με ό,τι εκλεκτό διέθετε. Εργαζόταν σκληρά στα κτήματά του και ένα σημαντικό μέρος από τους καρπούς του κόπου του το μοίραζε στους μη κατέχοντες. Αυτό το έκανε διότι είχε βαθιά χαραγμένο στην ψυχή του το λόγιο του Κυρίου: «μακάριον εστί μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν» (Πραξ.20,35). Κι’ αυτό διότι στο πρόσωπο του κάθε ανθρώπου έβλεπε την εικόνα του Θεού «δι’ εσόπτρου εν αινίγματι» (Α΄Κορ.13,12).

Το κουρασμένο του σεπτό σαρκίο σε λίγο θα εναποτεθεί στην αγκαλιά της γης για ανάπαυση έως τη μεγάλη στιγμή που θα σημάνουν οι σάλπιγγες της αναστάσεως. Όμως η ψυχή του ήδη φτερουγίζει στα ουράνια νοητά δώματα για να συναντήσει το δικαιοκρίτη Χριστό, που τόσο αγάπησε και λάτρεψε σε όλη του τη ζωή, για να λάβει από Εκείνον τον  «της δικαιοσύνης στέφανον» (Β΄Τιμ.3,8).

Τη σεβαστή πρεσβυτέρα κ. Ζαχαρούλα, η οποία υπήρξε πιστός και ακούραστος ομόζυγος του σεπτού μεταστάντα, τα παιδιά του και τους λοιπούς συγγενείς του, συλλυπούμαστε ολόψυχα και ευχόμαστε την εξ’ ύψους παρηγοριά τους. «Αυτός ο Κύριος της ειρήνης δώη αυτοίς την ειρήνην δια παντός εν παντί τρόπω» (Β΄Θεσ.3,16).

 

Ας είναι αιώνια η μνήμη του

Κουβαλάτα 15-10-2021

 

Γεράσιμος   Αγγέλου   Γαλανός