Το 1993, η Εύα (Χριστοδούλου), η Χαρά (Καρυάμη) κι εγώ, ενταχθήκαμε στο κλιμάκιο της Εθνικής ομάδας της Ρυθμικής Γυμναστικής, μαζί με ακόμα οκτώ-εννέα αθλήτριες.
Με την Εύα είχαμε φιλική σχέση πριν μπούμε στο κλιμάκιο, γιατί ήμασταν συναθλήτριες στον Γυμναστικό Λαογραφικό Όμιλο Αθηνών.
Αργότερα «δέσαμε» και με τη Χαρά.
Τα πρώτα χρόνια πέρασαν αρκετά κορίτσια από την ομάδα.
Έρχονταν και έφευγαν. Άλλες γιατί δεν επιθυμούσαν να συνεχίσουν, κι άλλες γιατί, μάλλον, δεν άντεχαν την πίεση.
Εμείς οι τρεις, όμως, παραμέναμε σταθερές. Κι ως παλαιότερες, προσπαθήσαμε πάντα να βοηθάμε κάθε νέο κορίτσι που έμπαινε, να προσαρμοστεί στις συνθήκες της Εθνικής.
Το 1996 μπήκε η Σοφία Μπακόλα, το 1997 ήρθαν η Μαρία Γεωργάτου με την Κλεονίκη Γεωργακοπούλου και το 1998, δημιουργήθηκε η βασική ομάδα.
Η Εύα, η Χαρά, η Μαρία, η Κλεονίκη, εγώ και τότε, μπήκε και η Άννα Πολλάτου.
Τι να πρωτοπώ γι’ αυτό το κορίτσι…
Ήταν ένα εξαιρετικό πλάσμα.
Ξέρετε, από εκείνο το μεσημέρι του Μαΐου του 2014 που έφυγε από τη ζωή, οι αθλήτριες εκείνης της ομάδας, αποφεύγουμε να μιλάμε δημόσια για την Άννα.
Κρατάμε τις γλυκές αναμνήσεις από εκείνην για εμάς.
Ήταν ένα απίστευτο κορίτσι. Όμορφη, πολύ καλή αθλήτρια, επιτυχημένη, με καταπληκτικό χιούμορ, κι ως χαρακτήρας, λιγάκι…«φευγάτη»!
Ήταν αυτό που λέμε, στον «δικό της κόσμο». Με την καλή έννοια, φυσικά!
Για να καταλάβετε, μπορεί να προγραμμάτιζες να πας διακοπές μαζί της, να σου έλεγε «εντάξει θα το κανονίσουμε», και την επόμενη μέρα να την έπαιρνες τηλέφωνο και να έλεγε «είμαι με φουσκωτό στο τάδε νησί»! Το ‘χε κάνει μια φορά στην Χαρά, θυμάμαι!
Τί γέλια που κάναμε!
«Τρέλα»! Ωραία «τρέλα»!
Είναι μεγάλη η απώλεια της. Και για εμάς, αλλά, και για τον ελληνικό αθλητισμό.
Ποτέ δεν είχε πει άσχημη κουβέντα. Για κανέναν. Κι αν τύχαινε κάποιες φορές να γίνει «αιχμηρή», δεν το ‘κανε από κακία. Το ‘κανε γιατί ήταν αυθόρμητη και παρορμητική.
Έξω καρδιά!
Ήθελε να ζει τη ζωή! Να κάνει τα πάντα με τη μία λες και δεν θα προλάβαινε…
Πράγματι. Δεν πρόλαβε…
Ίσως να ήταν κάπου γραμμένο να φύγει νωρίς.
Θυμάμαι, δύο μέρες πριν το δυστύχημα, εγώ, η Χαρά και η Άννα, ήμασταν στο γήπεδο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» σε μία μεγάλη εκδήλωση της Εθνικής Ολυμπιακής Ακαδημίας της Ελλάδας.
Ήταν Πέμπτη.
Θα βγάζαμε τις καθιερωμένες φωτογραφίες και είχε κανονιστεί να φοράμε λευκά μπλουζάκια. Από λάθος, όμως, κάποιας εταιρείας, μάς έφεραν μαύρα.
Στην τελευταία κοινή φωτογραφία, όλες, φορούσαμε μαύρα…
Δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς το λόγο, αλλά, εκείνη την ημέρα, η Άννα ήταν συνέχεια στο…τρέξιμο. Πήγαινε «πέρα-δώθε». Κάποια στιγμή άρχισα να κάνω πλάκα και είπα στη Χαρά (Καρυάμη). «Καλέ, γιατί τρέχει έτσι η Πολλάτου; Κάνει λες και θα φύγει νωρίς απ’ τη ζωή και πρέπει να τα προλάβει όλα!».
Το Σάββατο, έγινε το δυστύχημα.
Ήμουν από τους τελευταίους ανθρώπους με τους οποίους μίλησε εκείνη την ημέρα και δυστυχώς από τους πρώτους που έμαθε την είδηση.
Γνώριζα πως θα πήγαινε στη Κεφαλονιά και την πήρα τηλέφωνο. «Να προσέχεις στον δρόμο», τής είπα. Αυτή ήταν η τελευταία μας επικοινωνία.
Το δυστύχημα έγινε στις 16:17. Περίπου στις 16:30, ξαφνικά με έπιασε μία αδιαθεσία. Δεν μπορώ να εξηγήσω με λόγια τί έπαθα. Απλά δεν ένιωθα καλά.
Σαρανταπέντε λεπτά μετά, μού είπαν ότι στην τηλεόραση έπαιζε σε τίτλους μία είδηση για κάποιο τροχαίο. «Τριαντάχρονη Ολυμπιονίκης της ρυθμικής γυμναστικής είχε σοβαρό τροχαίο με το αμάξι της», έλεγαν.
Ήταν η πρώτη φορά που μπήκα μέσα στο σπίτι μου και δεν άνοιξα την τηλεόραση.
Μετά το συμβάν, όταν συναντηθήκαμε με τη Χαρά, μάς ήρθε στο μυαλό εκείνη η ατάκα που είχα πει δύο μέρες πριν στο «Καραϊσκάκης». Δεν χρειάστηκε να την επαναλάβουμε με λόγια. Απλά, κοιταχτήκαμε στα μάτια.
«Ξέρω τί έχεις αυτή την στιγμή μέσα στο μυαλό σου», μού είπε η Χαρά. «Να ξέρεις το ίδιο σκέφτομαι κι εγώ».
Με την Άννα ήμασταν σαν αδέρφια. Όπως και με κάποια από τα κορίτσια εκείνης της φοβερής ομάδας του 1999.
Η πρώτη χρονιά αυτής, ήταν το 1998. Είχαμε από την αρχή άψογη συνεργασία.
Το 1999, όμως, ήρθε το «απόλυτο δέσιμο».
Αρχίσαμε να ζούμε η μία για την άλλη. Να αναπνέουμε η μία για την άλλη. Να πονάμε ή μία για την άλλη.
Πόνος, κούραση, νεύρα, χαρά, δάκρυα, λύπη, πλάκες…Τα μοιραζόμασταν όλα!
Δεν υπήρχε κάτι που δεν το νιώσαμε μαζί!
Φτάσαμε στο σημείο να μη μπορεί να ζήσει η μία χωρίς την άλλη.
Κάποιες φορές σκέφτομαι πως δεν έπρεπε ποτέ να «πειραχτεί» η σύνθεση εκείνης της ομάδας. Για κανέναν λόγο!
Είχαμε ζήσει τόσα πολλά!
Εκείνο το διάστημα σχεδόν όλες αντιμετωπίζαμε σοβαρούς τραυματισμούς. Άλλη είχε υποστεί εξάρθρωση γονάτου, άλλη ώμου, άλλη είχε σπονδυλολίσθηση. Ωστόσο, ήμασταν πάντα παρούσες. «Καταπίναμε» τον πόνο και παλεύαμε για το καλύτερο.
Εγώ είχα τραυματιστεί στον αχίλλειο τένοντα. Την 1η Νοεμβρίου 1999. Ξαφνικά, σ’ ένα άλμα στην προπόνηση. Μόλις έκανα το «άνοιγμα», άκουσα ένα «κρακ» στο αριστερό πόδι μου.
Έμεινα δύο μήνες εκτός με τους γιατρούς να μου λένε πως ήταν αδύνατον να προλάβω τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Σίδνεϊ.
Τότε, ο κ. Λεβάκος που ήταν ο γιατρός που «κούραρε» την Εθνική και ο κ. Καρβουνίδης που ήταν ο φυσιοθεραπευτής, αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους.
Πρώτα υποβλήθηκα σε μια πολύ λεπτή χειρουργική επέμβαση και μετά, επί δύο μήνες, έκανα συνεχώς ενέσεις ενζύμων στο αριστερό πόδι και ενέσεις με βιταμίνες στη δεξιά γάμπα για να μην πάθω κάταγμα κόπωσης στην κνήμη.
«Έφαγα» πολύ πόνο! Όμως, ποτέ δεν παραπονέθηκα. Αυτές είναι οι συνέπειες για έναν επαγγελματία αθλητή.
Ενάμιση χρόνο πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μπήκε στην ομάδα άλλη μία κοπέλα: Η Κλέλια Πανταζή.
Η Κλέλια, αν και είχε σημειώσει επιτυχία ως Νεάνιδα, δεν είχε ακόμα στο ενεργητικό της την εμπειρία που είχαμε οι υπόλοιπες αθλήτριες από τις προηγούμενες συμμετοχές μας σε ευρωπαϊκές και παγκόσμιες διοργανώσεις. Ήταν άπειρη.
Έπρεπε, λοιπόν, να ξεκινήσουν όλα από την αρχή έως ότου καταφέρει να ενσωματωθεί. Δεν ήταν εύκολο για εκείνη. Ούτε και για εμάς. Ο χρόνος που είχαμε στη διάθεσή μας ήταν ελάχιστος και σ΄αυτό το διάστημα, έπρεπε να ήμασταν πανέτοιμες για το Σίδνεϊ!
Ήμασταν αποφασισμένες να σηκώσουμε την ελληνική σημαία ψηλά.
Τα χρυσά μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στην Οσάκα τον Οκτώβριο του 1999, είχαν δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες στους άλλους και τεράστια ευθύνη σ’ εμάς!
Πηγαίναμε στο Σίδνεϊ ως παγκόσμιες πρωταθλήτριες, κι όλοι περίμεναν να πάρουμε το χρυσό!
Με εξαίρεση τους ίδιους τους αθλητές, κανείς άλλος δεν είναι σε θέση να καταλάβει το βάρος που μπορεί να δημιουργήσει αυτή η πίεση.
Ένα βάρος που αν δεν το διαχειριστείς σωστά, μπορεί να σε «καταστρέψει.
Μη θεωρείτε τυχαίο το γεγονός ότι ενώ πολλοί αθλητές έχουν κατακτήσει τα πάντα σε παγκόσμιο και ευρωπαϊκό επίπεδο, όταν πηγαίνουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες «λυγίζουν» από το βάρος της πίεσης.
Είναι πολύ δύσκολο να αντέξεις. Εμείς, παρά το νεαρό της ηλικίας μας, γνωρίζαμε πώς να διαχειριστούμε την κατάσταση.
Ξέραμε τι θέλαμε. Θέλαμε ένα μετάλλιο!
Θυμάμαι όσα έγιναν στο Σίδνεϊ, σα να ‘ταν χθες!
Την άφιξή μας την ημέρα του τελικού στο στάδιο μόλις είκοσι λεπτά πριν την έναρξη του αγώνα, γιατί ο οδηγός μάς πήγε κατά λάθος στο κέντρο της πόλης, με αποτέλεσμα να κάνουμε προθέρμανση μέσα στο πούλμαν!
Την Άννα, η οποία μόλις φτάσαμε στο γυμναστήριο πήρε αμέσως την ελληνική σημαία και μπήκε κατευθείαν στο ταπί για την παρουσίαση και την τελετή έναρξης.
Τη Μαρία που φόρεσε ανάποδα το κορμάκι της λόγω βιασύνης, κι όταν βγήκαμε στο ταπί για την πρώτη παρουσίαση και την είδα, τής είπα, «βγες τώρα να αλλάξεις!». Αν το έβλεπαν οι κριτές, θα μάς χρέωναν με ποινή!
Το φυλαχτό που είχα μέσα στο κορμάκι μου.
Την προσευχή που έκανα να πάνε όλα καλά.
Τα πόδια μου, που «κόπηκαν» από τον«σεισμό» που προκάλεσαν οι έλληνες ομογενείς στις κερκίδες όταν έγινε η αναγγελία της παρουσίας μας.
Το πρόγραμμα με τις κορίνες. Εκείνη την άτυχη στιγμή που στοίχισε στην ομάδα…
Το «μπλοζόν» που έκανα για να πιάσω την κορίνα μετά το λάθος «πέταγμα» από συναθλήτριά μου.
Τον τραυματισμό μου στο πόδι, στην προσπάθεια αυτή και τα τριάντα πέντε λεπτά που μεσολάβησαν μέχρι την παρουσίαση του δεύτερου προγράμματός μας.
Την προπονήτριά μας, Μαρίνα Φατέεβα, που είχε γίνει «άσπρη» σαν το πανί από την αγωνία.
Την ένταση, την πικρία και την απογοήτευση, που νιώθαμε όλες. Τη συναθλήτριά μου που έκανε το λάθος και δεν μπορούσε να πιστέψει τι είχε συμβεί.
Την Άννα που είχε πάθει σοκ…
Τη λιποθυμία μου μέσα στα αποδυτήρια από τον πόνο στο πόδι, και τη συζήτηση που έκανα με τους για τους γιατρούς όταν μού είπαν πως αν βγω ξανά στο ταπί, θα το κάνω μόνο με δική μου ευθύνη γιατί ο αχίλλειος τένοντας είχε καταστραφεί.
Τις ενέσεις ξυλοκαΐνης που έκανα τελικά, και το δέσιμο για να μη νιώθω τίποτα μέχρι να βγάλω το πρόγραμμα με τα στεφάνια και τις κορδέλες που μάς έδωσε το χάλκινο μετάλλιο.
Τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Επί πέντε χρόνια, αρνιόμουν να δω σε επανάληψη το πρόγραμμα με τις κορίνες.
Δεν άντεχα να το δω! Δεν ήθελα!
Ακόμα και στις βραβεύσεις που ακολούθησαν μετά την επιστροφή μας στην Ελλάδα, έφευγα από την αίθουσα όταν έπαιζε το συγκεκριμένο βίντεο!
Τώρα πια, έχω κάνει ειρήνη με τον εαυτό μου.
Ξέρω πως ήταν απλά μία άτυχη στιγμή…
Η σύνθεση της Εθνικής ομάδας Ανσάμπλ στους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2000 στο Σίδνεϊ: Ειρήνη Αϊνδιλή, Μαρία Γεωργάτου, Χαρά Καρυάμη, Άννα Πολλάτου, Κλέλια Πανταζή, Εύα Χριστοδούλου Προπονήτριες: Μαρίνα Φατέεβα, Ελένη Πολυχρονίδου Χορογράφος: Βάσω Καλαμποκά.
Επιμέλεια κειμένου: Έλενα Βογιατζή
Πηγή: https://athletestories.gr/