Ημέρα Παρασκευή

Αμέσως μετά την ορκωμοσία της νέας Κυβέρνησης και με αφορμή τις περσινές δηλώσεις της Υφυπουργού Εργασίας κ. Δόμνας Μιχαηλίδου, είχα γράψει ένα άρθρο για τους «ψυχικά νοσούντες». Έτσι αποκάλεσε η νέα Υφυπουργός όσους έχουν «αγιοποιήσει τον αντιδικτατορικό αγώνα» κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου του Σταύρου Τσακυράκη με τίτλο «Από πού και ως που όλοι οι αγώνες είναι δίκαιοι» η οποία έγινε στον 6ο όροφο του Public της πλατείας Συντάγματος. Δεν θα αναφερθώ καθόλου στο συγκεκριμένο βιβλίο μόνο και μόνο γιατί ο συγγραφέας του έφυγε από τη ζωή μόλις τρεις μήνες μετά. Ακριβώς δίπλα στην κ. Μιχαηλίδου σε εκείνη την παρουσίαση καθόταν ένας άλλος θιασώτης της εναλλακτικής δεξιάς ο κ. Απόστολος Δοξιάδης. Ο εφευρέτης του «ασπόνδυλου λευκού». Με αυτόν τον απολύτως προσβλητικό τρόπο χαρακτηρίσθηκε πριν από λίγες ημέρες ο Ολυμπιονίκης κ. Στέλιος Κυμπουρόπουλος (θα μου επιτρέψετε, σιχαίνομαι τον όρο παραολυμπιονίκης) και οι υπόλοιποι Ευρωβουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΚΙΝΑΛ οι οποίοι δεν ψήφισαν «ως όφειλαν» κατά τον κ. Δοξιάδη στην Ευρωβουλή την εξίσωση του Φασισμού με τον Κομμουνισμό κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και προτίμησαν το «λευκό».  Εκτός από την κ. Άννα Μισέλ Ασημακοπούλου η οποία ψήφισε θετικά και για την οποία ο κ. Δοξιάδης έγραψε έναν μίνι διθύραμβο στο Facebook.

Αυτός ο αναθεωρητισμός της Ιστορίας ο οποίος έχει και αρκετό Αρκά μέσα του – που χάθηκε αλήθεια αυτός ο πολιτικός διανοητής; Η εναλλακτική δεξιά μάλλον δεν έχει αφορμές τώρα τελευταία για σάτιρα, όλα έχουν επιστρέψει στην κανονικότητα του Βορίδη – έχει ως επιτομή τον ανορθολογισμό που φαινομενικά κανείς δεν μπορεί να στερήσει από κανέναν. Για παράδειγμα, όταν ο καθηγητής πολιτικής επιστήμης του Yale κ. Στάθης Καλύβας γράφει πριν από μόλις δύο χρόνια στην Καθημερινή ότι «η χούντα ήταν ένα μικρό διάλλειμα δίχως μεγάλη σημασία», στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έγινε αλληλοσπαραγμός ανάμεσα σε υποστηρικτές της «ελευθερίας της άποψης» του κάθε κ. Καλύβα και «αριστεροφασίστες» σαν και του λόγου μου οι οποίοι προσπαθούσαν να τους την στερήσουν.  Γιατί να μην έχει δικαίωμα κάποιος να πει «έλα μωρέ, και τι ήταν η φάλαγγα; Ήταν ένα ειδικής μορφής σιάτσου στις πατούσες, απλώς δεν το εκτίμησαν στην οδό Μπουμπουλίνας». Όντως, η αλήθεια από τη γελοιότητα που μπορεί να εργαλειοποιηθεί ως αλήθεια απέχει μια ρουφηξιά τσιγάρου δρόμο. Όσο έκανα εγώ να σκεφτώ αυτή τη μ@λακία. Η εναλλακτική δεξιά είναι σαφώς προϊόν της πολιτισμικής κρίσης που μαστίζει την Ελληνική κοινωνία (και όχι μόνο βεβαίως, τα σημεία των καιρών είναι πλέον εμφανή σε όλο τον πλανήτη). Μιας κρίσης η οποία έχει πολλές αιτίες, ο καθένας μπορεί να πει και μια διαφορετική, αλλά μόνο ένα αντίδοτο.

ΠΑΙΔΕΙΑ.

Όταν λέω Παιδεία δεν εννοώ βεβαίως να μπορεί κάποιος να λύνει διαφορικές εξισώσεις και τριπλά ολοκληρώματα. Και ο κ. Δοξιάδης μαθηματικός έχει σπουδάσει στο Παρίσι αλλά ο σεβασμός σε οτιδήποτε διαφορετικό από εκείνον είναι ασπόνδυλο λευκό. Και η κ. Μιχαηλίδου οικονομικά έχει σπουδάσει στο Γιορκ αλλά οποιοσδήποτε αγιοποιεί το χουντικό σιάτσου στις πατούσες είναι ψυχικά ασθενής. Έχουμε αναλωθεί για δεκαετίες οι νεοέλληνες γύρω από συστήματα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, νόμους πλαίσια για την Παιδεία, ιδιωτικά ή μη πανεπιστήμια και διλλήματα του τύπου Λατινικά ή Κοινωνιολογία. Νηπιαγωγείο κυρίες και κύριοι. Εκεί είναι το λίκνο της Παιδείας. Αυτό είναι το κομβικό στάδιο που μπορεί ένας άνθρωπος να μάθει για το υπόλοιπο της ζωής του να σέβεται τον εαυτό του, τους άλλους, το περιβάλλον, γενικώς να σέβεται. Δεν θα μάθει για χούντες και άλλα μικρά διαλλείματα της Ιστορίας δίχως μεγάλη σημασία. Θα μάθει πολύ απλά πράγματα. Εκεί κρύβεται η αλήθεια. Στα πολύ απλά πράγματα. Να ζωγραφίζει ένα λουλούδι, να μοιράζεται μια γομολάστιχα, να μετράει σωστά. Εκεί μπορεί να ρωτήσει «καλά κυρία, αυτόν τον λένε Μάκη Βορίδη, εκείνη η γυναίκα που κάηκε στη Μόρια δεν είχε ονοματεπώνυμο;». Εκεί πρέπει να μάθει πως την έλεγαν Φαριντέ Τατζίκ. Γιατί αν φτάσει σε ηλικία διαφορικών εξισώσεων και τριπλών ολοκληρωμάτων και δεν έχει μάθει τόσο απλά πράγματα, είναι πολύ πιθανό να την βαφτίσει «λάθρο». Και τότε θα είναι απλώς, ημέρα Παρασκευή.

Αριστοτέλης Μπατιστάτος