Νίκος Φαραντούρης: «Απαιτείται εποπτεία και ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους στην ενέργεια»

Ολες οι αναλύσεις παραπέμπουν σε κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης και γι’ αυτό απαγορεύεται ο εφησυχασμός, λέει στην «Εφ.Συν.» ο Νικόλαος Φαραντούρης, καθηγητής της Ευρωπαϊκής Εδρας Jean Monnet και διευθυντής Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Στρατηγική, Δίκαιο και Οικονομικά της Ενέργειας στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Ο Ν. Φαραντούρης, που είναι πλέον και σύμβουλος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα σε θέματα ενέργειας και ανταγωνισμού, στο πλαίσιο του think tank του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. που παρουσιάστηκε επίσημα την προηγούμενη εβδομάδα, εξηγεί γιατί το target model στη «ρηχή και υποτυπώδη» ελληνική αγορά ενέργειας οδηγεί σε στρεβλώσεις εις βάρος των καταναλωτών, υπογραμμίζει την κοινή πεποίθηση των παραγόντων της αγοράς για την ανεπάρκεια των κυβερνητικών μέτρων και ζητεί να σταματήσουν η απαξίωση, η αποψίλωση και οι παρεμβάσεις στην ανεξαρτησία της ΡΑΕ.

• Είναι «φυσικό και αναπόφευκτο» αυτό που συμβαίνει στην ελληνική αγορά χονδρικής ρεύματος; Υπάρχει κερδοσκοπία σε αυτόν τον μηχανισμό;

Η Ελλάδα ακολουθεί βασικά το ευρωπαϊκό θεσμικό και ρυθμιστικό πλαίσιο της ανοιχτής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με ελεύθερο ανταγωνισμό. Βάσει ενός τέτοιου ιδεατού μοντέλου εισήχθησαν και στην Ελλάδα νεοπαγείς θεσμοί και μηχανισμοί, όπως το λεγόμενο «target model», το οποίο ενθαρρύνει τη διασυνοριακή σύνδεση και την ενοποίηση των εθνικών αγορών ενέργειας σε περιφερειακή βάση, το Χρηματιστήριο Ενέργειας και η αγορά εκπομπών CO2, η οποία διαμορφώνεται από την προσφορά και ζήτηση αδειών ρύπων στο σχετικό χρηματιστήριο.

Οι θεσμοί αυτοί θεσπίστηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο και ενσωματώθηκαν και στη χώρα μας προκειμένου ο καταναλωτής να επωφεληθεί από την τόνωση του ανταγωνισμού. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι ορισμένοι θεσμοί φαίνεται να αποδίδουν σε αγορές με ρευστότητα και διασυνδέσεις, ενώ όχι τόσο σε κάποιες άλλες με διαφορετικά χαρακτηριστικά.

Για παράδειγμα, το target model φαίνεται να λειτουργεί σε κάποιες χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης, αλλά όχι ακόμη ικανοποιητικά στην περίπτωση Ελλάδας-Βουλγαρίας-Ιταλίας, όπου η αγορά είναι ρηχή και υποτυπώδης. Αυτό όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία σήμερα είναι η βούληση του κράτους για εποπτεία και ρυθμιστική παρέμβαση.

Διότι μπορεί οι υφιστάμενες συνθήκες -έλλειψη διασυνδέσεων, λίγοι παίκτες στην αγορά κ.ο.κ.- να διαφοροποιούν την ελληνική αγορά από άλλες, ωστόσο ακριβώς λόγω αυτών των ιδιαιτεροτήτων απαγορεύεται ο εφησυχασμός. Ακόμα περισσότερο, όταν καταγγέλλονται επισήμως αντι-ανταγωνιστικές πρακτικές και χειραγώγηση από παράγοντες της αγοράς (Ενωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας). Οπως έχω τονίσει, η αγορά σε συνθήκες ολιγοπωλίου δεν θα αυτορυθμιστεί. Απαιτείται σοβαρή και στιβαρή εποπτεία, στελέχωση και ενίσχυση -και της ανεξαρτησίας- των Αρχών (ΡΑΕ, Επιτροπή Ανταγωνισμού) και ρυθμιστική εγρήγορση.

• Οι επιδοτήσεις που ανακοίνωσε η κυβέρνηση έχουν ουσιαστικά ήδη εξουδετερωθεί από τις ρήτρες αναπροσαρμογής. Τι εναλλακτικά μέτρα θα μπορούσαν να προστατεύσουν στοιχειωδώς τους καταναλωτές;

Εχει ενδιαφέρον ότι στην αγορά υπάρχει μια κοινή πεποίθηση ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση, αλλά και όσα είχε ανακοινώσει προηγουμένως, δεν αρκούν. Την πεποίθηση αυτή της αγοράς την ενισχύουν οι διεθνείς εξελίξεις και κυρίως η πραγματική οικονομία και η επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης μιας ολοένα μεγαλύτερης μερίδας συμπολιτών μας.

Εχει επίσης ενδιαφέρον ότι υπήρξαν έγκαιρα προειδοποιήσεις για τη διαφαινόμενη κλιμάκωση και την ανάγκη λήψης άμεσων και ισχυρών μέτρων, όπως θα ήταν μια γενναία μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα θέρμανσης και το φυσικό αέριο. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξης Τσίπρας στη ΔΕΘ τον Σεπτέμβριο, η αείμνηστη πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛΛ. Φώφη Γεννηματά στη Βουλή κατόπιν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προ μηνός στις συστάσεις της προς τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος την προηγουμένη εβδομάδα, άπαντες έχουν ζητήσει πιο δραστικά μέτρα στήριξης της αγοράς και των νοικοκυριών, τα οποία ακόμη σήμερα, τόσους μήνες μετά, απουσιάζουν.

• Ενώ οι πολίτες έχουν «καεί» από το χρηματιστήριο του ρεύματος, η ΡΑΕ προτείνει από τον Ιανουάριο να ενταχθεί και το φυσικό αέριο στο ενεργειακό χρηματιστήριο. Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει, όταν οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν ήδη τετραπλασιασμό στις τιμές του αερίου;

Το ευρωπαϊκό μοντέλο στο φυσικό αέριο τα τελευταία χρόνια δίνει προτεραιότητα στη λειτουργία των ελεύθερων αγορών σε βραχυχρόνια ή «ευκαιριακή» (spot) βάση σε βάρος των μακροχρόνιων συμβάσεων (long term contracts). Στα δικά μας τώρα: Δεν είμαι αρνητικός στην εισαγωγή ενός συμπληρωματικού Βάθρου Εμπορίας Φυσικού Αερίου από το Χρηματιστήριο Ενέργειας (ένα είδος spot αγοράς για την εξισορρόπηση που θα λειτουργεί συμπληρωματικά προς τις υφιστάμενες δομές διμερών συναλλαγών), ωστόσο η επιτυχία του θα εξαρτηθεί κατά τη γνώμη μου από την οργάνωση δομών που θα εγγυώνται τη λειτουργία του ανταγωνισμού.

Η ΡΑΕ έθεσε σε διαβούλευση τον νέο θεσμό και ήδη έχουν κατατεθεί αρκετά σχόλια και παρατηρήσεις, που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη. Η ΡΑΕ με μελετημένες προτάσεις και ρυθμιστικές παρεμβάσεις μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στην ενίσχυση της ρευστότητας της αγοράς. Και αυτό θα κριθεί και για τον συγκεκριμένο θεσμό. Στη ΡΑΕ υπάρχουν εξαιρετικοί επιστήμονες και πλήρες θεσμικό οπλοστάσιο για την εποπτεία της αγοράς και την εν γένει λειτουργία της, μηχανισμοί επίλυσης διαφορών, forum διαιτησίας κ.λπ. Να μην απαξιώνεται η Αρχή με αποψίλωση των στελεχών της, παρεμβάσεις στην ανεξάρτητη λειτουργία της και μετακύλιση πολιτικών ευθυνών.

• Εχετε εκτιμήσει ότι η ενεργειακή κρίση θα έχει συνέχεια και κλιμάκωση όλο το 2022. Ποιοι είναι οι παράγοντες που συνηγορούν σε αυτό; Ποιοι είναι οι βασικοί συντελεστές της κρίσης;

Ολες οι διεθνείς αναλύσεις δείχνουν συνέχεια και κλιμάκωση. Η ζήτηση για φυσικό αέριο, τα περιορισμένα αποθέματα, η ενεργειακή μετάβαση, ο χειμώνας που μόλις ξεκινά και οι γεωπολιτικοί διαγκωνισμοί διαμορφώνουν συνθήκες συνέχισης και όχι αποκλιμάκωσης.

• Η Ευρώπη αντιδρά με μια δαιμονοποίηση της Ρωσίας. Μήπως, όμως, έχει κάποιο δίκιο και η ρωσική ηγεσία στην υπόθεση του Nord Stream 2;

O Nord Stream 2 είναι ένας αγωγός που φιλοδοξεί να φέρει ακόμη περισσότερες ποσότητες φυσικού αερίου από τη Ρωσία απευθείας στη Γερμανία παρακάμπτοντας τις χώρες της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης. Δεν υπάρχει κοινή θέση της Ε.Ε. και των ευρωπαϊκών οργάνων ούτε συναίνεση των κρατών-μελών ούτε άλλωστε των εμπορικών -κρατικών ή αμιγώς ιδιωτικών- ενεργειακών εταιρειών. Οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξέφρασαν αντιρρήσεις για τη συμβατότητα του Nord Stream 2 με το Δίκαιο της Ε.Ε., σε αντίθεση με τις υπηρεσίες του Συμβουλίου υπουργών. Κάποια κράτη-μέλη εμφανίστηκαν βασικά υποστηρικτικά -η Γερμανία-, σε αντίθεση με άλλα που κατήγγειλαν προσπάθεια ενεργειακού στραγγαλισμού τους, όπως η Πολωνία.

Το ζήτημα αφορά κυρίως τον Βορρά και την Ανατολική Ευρώπη, ωστόσο επηρεάζει σήμερα το σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς λόγω της ανάγκης για άμεση προμήθεια επιπλέον ποσοτήτων. Εξαρτάται από ποια οπτική το προσεγγίζει κανείς. Η θέση της Ρωσίας είναι ότι η ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης υπηρετείται από τη διαφοροποίηση των οδεύσεων φυσικού αερίου, όπως η συγκεκριμένη. Η θέση των πολέμιων του αγωγού είναι ότι χρειάζεται διαφοροποίηση πηγών και όχι απλώς οδεύσεων. Εγώ σήμερα θα προσέθετα: Πέρα απ’ όλα, χρειάζεται διαφοροποίηση του μείγματος ενέργειας. Στην Ευρώπη και τη χώρα μας.

• Τι πρέπει να γίνει με τους υδρογονάνθρακες; Μέχρι πριν από δυο χρόνια ήταν το ελληνικό Ελντοράντο, τώρα υπάρχει κύμα εγκατάλειψης.

Οι λόγοι της αποκαθήλωσης των ορυκτών καυσίμων διεθνώς είναι πολλοί: πρωτίστως περιβαλλοντικοί, αλλά ασφαλώς και πολιτικοί, οικονομικοί, γεωπολιτικοί. Ολες οι μεγάλες διεθνείς ενεργειακές εταιρείες σε Ευρώπη και Αμερική έχουν ξεκινήσει εδώ και χρόνια μια επιθετική διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου τους με επενδύσεις σε βιοαέριο, αιολικά, ηλιακά και υδρογόνο. Παλαιότερα, προ ετών, είχα διατυπώσει τη θέση ότι ενδεχόμενη αναδίπλωση των πολυεθνικών ενεργειακών εταιρειών στον ελληνικό χώρο δεν θα οφείλεται τόσο σε γεωπολιτικές εντάσεις όσο στις επιχειρηματικές τους σταθμίσεις.

Επαληθεύομαι με ό,τι συμβαίνει λ.χ. σήμερα στην περιοχή του Πατραϊκού (αποχώρηση ΕΛΠΕ και Energean) και της Δυτικής Ελλάδας (αποχώρηση της ισπανικής Repsol): Παρότι ελλείπουν οποιεσδήποτε γεωπολιτικές εντάσεις και δεν υπάρχουν σημαντικές τεχνικές δυσκολίες (π.χ. βαθιά νερά όπως στην Ανατολική Μεσόγειο κ.λπ.), εν τούτοις οι εταιρείες επαναξιολογούν τη σκοπιμότητα των εξορύξεων για λόγους που κατά τη γνώμη μου σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και τις επιχειρηματικές τους σταθμίσεις. Διορατικός σχεδιασμός της ενεργειακής πολιτικής είναι να ενσωματώνει τόσο τις ειδικές ανάγκες της χώρας όσο και τις διεθνείς εξελίξεις.

Πηγή: efsyn.gr