Για σχεδόν 2.500 χρόνια σχεδόν κανείς δεν γνώριζε την ύπαρξή τους ή τουλάχιστον τους δεσμούς που τους συνέδεαν με την Ελλάδα. Άλλωστε πώς να σκεφτεί κανείς ότι στο μακρινό υψίπεδο του Παμίρ, εγκατεστημένοι σε υψόμετρο περίπου 4.000 μέτρων, ζουν απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου;
Η ανακάλυψη των Ισκανταρί Παμίρσκι, δηλαδή των Αλεξανδρινών του Παμίρ (αφού ο Αλέξανδρος ονομάζεται Ισκαντάρ στις τοπικές διαλέκτους) ήρθε και σαν επιβεβαίωση της μερίδας εκείνης των ιστορικών που δεν ήθελαν τον Μακεδόνα βασιλιά έναν αιμοδιψή κατακτητή αλλά έναν κοσμοπολίτη που στεκόταν πολύ συχνά με σεβασμό απέναντι στους λαούς και στις παραδόσεις του από όπου κι αν πέρασε (υπάρχει και η αντίθετη άποψη ασφαλώς).
Γι’ αυτό και η μνήμη και οι αναφορές που πέρασαν γενιά με την γενιά από στόμα σε στόμα δεν σκιαγραφούν το προφίλ ενός δυνάστη, αλλά ενός Θεού που ήρθε από την Δύση και λατρεύεται ακόμη ως τέτοιος από τους απογόνους της ζεύξης των στρατιωτών του με τις γυναίκες της περιοχής, δημιουργώντας ουσιαστικά μια νέα κοινή ρίζα κι έναν λαό που αναπροσδιορίζεται ως ευθέως συνδεμένος με τον Μέγα Αλέξανδρο.
Ο συγκεκριμένος λαός ανακαλύφθηκε στην ουσία από τον ιστορικό ερευνητή και σκηνοθέτη, Δημήτρη Μανωλεσάκη στον οποίο επίσης πιστώνεται και η γνώση που έχουμε σήμερα για τους Καφίρ Καλάς, τους ασιάτες που ακόμη και σήμερα πιστεύουν στο αρχαιοελληνικό δωδεκάθεο, διατηρούν αρχαιοελληνικά έθιμα και γι΄αυτό άλλωστε αποκαλούνται «καφίρ», δηλαδή άπιστοι από τους υπόλοιπους πληθυσμούς της περιοχής που είναι μουσουλμάνοι!
Αναφορές για «Έλληνες» στα βάθη της Ασίας και στους πρόποδες των Ιμαλαΐων υπήρχαν ήδη από την εποχή των ταξιδιών του Μάρκο Πόλο, με πολλούς πάντως να αμφισβητούν τις διηγήσεις που μετέφερε από τις περιπέτειές του. Όμως στα τέλη του 18ου αιώνα και συγκεκριμένα το 1895 ο Άγγλος στρατιωτικός Τζορτζ Ρόμπερτσον (που αργότερα αποδείχθηκε και ένθερμος φιλέλληνας) έγραψε για την ύπαρξη ενός λαού που δήλωνε απόγονος των στρατιωτών του Μακεδόνα στρατηλάτη και περιγράφοντας ουσιαστικά τους Καφίρ Καλάς, οι οποίοι ζουν ακόμα στο οροπέδιο Τσιτράλ, ανάμεσα σε Ινδία και Πακιστάν και λατρεύουν τον δικό τους Έλληνα θεό.
Ωστόσο η περίπτωση των χωριών του Παμίρ δεν υπήρχε η παραμικρή ιστορική αναφορά μέχρι να βρεθεί στα ίχνη τους ο ιστορικός και σκηνοθέτης, Δημήτρης Μανωλεσάκης, που πήρε μια τρελή απόφαση. Να ανακαλύψει σχεδόν μόνος του τα όρια που χώριζαν την αλήθεια από τον μύθο και να ταξιδέψει μέσα από επικίνδυνες και μέχρι τότε απρόσιτες διαδρομές ώστε να επιβεβαιώσει αυτό που σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι θεωρούσαν «παραμύθια».
Σε αυτό το απίθανο ταξίδι ωστόσο μπόρεσε να βρει μερικούς συνοδοιπόρους που στάθηκαν πολύτιμοι αρωγοί και στήριξαν την δική του προσπάθεια να φέρει στο φως μια ιστορία από το τόσο μακρινό παρελθόν, αλλάζοντας στην ουσία την ιστορία και τον τρόπο που αυτή γράφτηκε ή επιβεβαιώνοντας με στοιχεία κάποια πράγματα που μέχρι τότε αμφισβητούνταν από διάφορους δύσπιστους οι οποίοι και έλεγαν ότι ίσως ο Αλέξανδρος να μην έφτασε ποτέ στους πρόποδες των Ιμαλαΐων, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο προσέγγισε τους γηγενείς και αυτόχθονες.
Μαζί με τον κύριο Μανωλεσάκη, στο πλευρό του στάθηκαν ο καθηγητής από την Τασκένδη Γιώργος Μιχαηλίδης και ο ιστορικός και διευθυντής μουσείου Σοχινμπέκ Αλοουεντίν, μαζί με τους οποίους συνειδητοποίησε ότι οι Ισκανταρί Παμίρσκι υπήρχαν μεν, αλλά ζούσαν αρκετά πιο μακριά από εκεί που υπολόγιζε. Η συγκίνηση όλων ήταν τεράστια όταν τελικά, μέσα από απίστευτες δυσκολίες και αντιξοότητες, βρήκαν πέντε χωριά σε υψόμετρο που κυμαίνεται από τα 3.000 μέχρι τα 4.000 μέτρα, διασκορπισμένα στα οροπέδια του Παμίρ, ενώ επιβεβαίωσαν ότι δεν ήταν τα μόνα στην περιοχή αλλά η πρόσβαση στα υπόλοιπα ήταν πρακτικά αδύνατη. Τόσο απομακρυσμένα ήταν…
Το ταξίδι από μόνο του ήταν μια περιπέτεια που μόνο σε ταινίες συναντά κανείς. Διαδρομές στον Καύκασο, στα Ιμαλάια, ανάμεσα σε απρόσιτες βουνοκορφές, με διάφορους λαούς, διαφορετικές θρησκείες και μακρινούς πολιτισμούς στο Ουζμπεκιστάν, στο Τατζικιστάν και τα σύνορά του με Αφγανιστάν, στην Κίνα και στην Κιργισία, προσπαθώντας να ακολουθήσει τα ίχνη που είχαν αφήσει οι αρχαίοι πολιτισμοί σε Σογδιανή και Βακτριανή, όπως ήταν οι ονομασίες τους στην αρχαιότητα.
Δίχως αμφιβολία, οι κακουχίες όλων ξεπληρώθηκαν όταν τελικά αποδείχθηκε ότι ο Μανωλεσάκης είχε δίκιο και όταν μετέφερε μέσα από τον τηλεοπτικό φακό τις ιστορίες των ανθρώπων που αν και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, κουβαλούν 2.500 χρόνια μετά το πέρασμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ένα κομμάτι του πολιτισμού της χώρας στις καρδιές και την καθημερινότητά τους.
Με διηγήσεις και περιγραφές που συγκινούν και ενθουσιάζουν, αυτοί οι άνθρωποι περιέργως νιώθουν πιο κοντινοί σε εμάς, ακόμη και σε σχέση με τους «γείτονές» μας. Και αν ο οιοσδήποτε διατηρεί ακόμη κάποια αμφιβολία, δεν έχει παρά να δει και να ακούσει όσα οι ίδιοι έχουν να πουν. Όπως, για παράδειγμα, την αφήγηση του ιμάμη, του οποίου η μωαμεθανική θρησκεία δεν τον αποτρέπει από το να πιστεύει και στον Θεό Ισκαντάρ! Μάλιστα, τα τελευταία περίπου 200 χρόνια αυτός και οι υπόλοιποι στα χωριά επισκέπτονται ένα κενοτάφιο ψηλά στα όρη Γιασμουλάχ, που σύμφωνα με την δική τους παράδοση ετάφη ο Μέγας Αλέξανδρος…
Πηγή: menshouse.gr