Από το Χάρλεμ έως το Μπρονξ της Νέας Υόρκης η απόσταση μπορεί να είναι κάποια χιλιόμετρα. Από την Κεφαλλονιά έως εκεί λες και μηδενίζεται. Αιτία, μια Ελληνοαμερικανίδα εκπαιδευτικός που έβαλε τα ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα σε δημόσιο σχολείο.
Η Πανωραία (Πένυ) Παναγιωσούλη γεννήθηκε στη Γουατεμάλα. Οι ρίζες της όμως είναι από την Πύλαρο της Κεφαλλονιάς. Εκεί γεννήθηκε ο πατέρας της Γαβριήλ Παναγιωσούλης. Εκεί έχει μάθει να ακουμπάει τα όνειρά της και τις φιλοδοξίες της από παιδί. Στα ηλιοβασιλέματα της Πύλαρου ήρθε κι ο έρωτας, αφού εκεί γνώρισε τον σύζυγό της Αγγελο Παπαδάτο από τα γειτονικά Βασιλοπουλάτα…
Οταν την άκουσα στο τηλέφωνο να μου μιλά αισθάνθηκα ότι τόπος που γεννήθηκε ήταν τα Επτάνησα κι όχι η Γουατεμάλα. Η Πένυ Παναγιωσούλη απαντούσε στις ερωτήσεις μου με τη γνώριμη προφορά των Επτανησίων, την ποιητική, τη συρτή, την τραγουδιστή, βγαλμένη από τις καντάδες των όμορφων νησιών του Ιονίου.
Η Πένυ είναι σήμερα διευθύντρια του δημόσιου Λυκείου KAPPA INTERNATIONAL High School του Μπρονξ, μίας περιοχής με υψηλότατη εγκληματικότητα και πολλά προβλήματα. Η προσπάθειά της να βάλει το μάθημα των ελληνικών στο σχολείο ξεκίνησε από το Χάρλεμ, από το KAPPA ΙV πριν από πέντε χρόνια.
«Ολα ξεκίνησαν από την ανάγκη μου να μάθω στα παιδιά όλα όσα έμαθε ο πατέρας μου σε μένα και στις δύο αδελφές μου, την Κλεοπάτρα και τη Γαβριέλα. Εμείς μάθαμε να αγαπάμε την Κεφαλλονιά και όλη την Ελλάδα από εκείνον. Η αγάπη του για τον τόπο που τον γέννησε μας δίδαξε τι θα πει Ελληνας και πόσο υπερήφανες πρέπει να είμαστε γι αυτό. Ο πατέρας μάς έμαθε να αγαπάμε την οικογένεια και πόσο σπουδαίος δεσμός είναι για τον κάθε άνθρωπο.
»Εδώ στο Μπρονξ αλλά και στο Χάρλεμ πολλά από τα παιδιά στερούνται την οικογένεια, μεγαλώνουν στους δρόμους, πολλά από αυτά δεν έχουν καθόλου γονείς κι άλλα τα μεγαλώνουν οι γιαγιάδες τους. Τι μπορεί να πει κανείς σε μια ογδοντάχρονη γυναίκα; Πώς να βοηθήσει αυτά τα παιδιά να μεγαλώσουν σωστά; Ετσι λοιπόν, όταν μου δόθηκε η δυνατότητα να ξεκινήσω κάτι καινούργιο από την αρχή, ήθελα τα παιδιά αυτά, τα οποία δεν είναι τόσο προνομιούχα όσο άλλα, να αποκτήσουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στον κόσμο, να ικανοποιήσουν την όρεξή τους και να ανταλλάξουν ιδέες με άλλα παιδιά, με τα οποία τους συνδέουν κοινοί δεσμοί. Ολα τα παιδιά θέλουν να μάθουν από τη φύση τους. Ετσι, τα ελληνικά έγιναν η δεύτερη γλώσσα τους, όχι μόνο γιατί είμαι Ελληνίδα αλλά και για τη δόξα της Ελλάδας και του πολιτισμού της.
»Τα παιδιά του σχολείου μου διδάσκονται για τους αρχαίους φιλόσοφους και πώς αποκτάται η γνώση. Πώς δημιουργήθηκαν οι πολιτισμοί και πώς εξελίχθηκε η κοινωνία. Η δουλεία, λόγου χάρη, δεν είναι βορειοαμερικανικό φαινόμενο, αλλά υπήρχε από τότε που ο άνθρωπος περπάτησε στη γη. Μ’ αυτόν τον τρόπο κατανοούν ότι οι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο μοιράζονται τον ίδιο πόνο!» λέει μιλώντας αποκλειστικά στην «Espresso της Κυριακής».
Η Πένυ Παναγιωσούλη είναι μαθηματικός, όμως όπως μου λέει: «Τα ελληνικά στο πρόγραμμα διδασκαλίας που εφαρμόζουμε είναι πρακτικά κομμάτι κάθε μαθήματος. Αν λόγου χάρη στην τάξη διδάσκεται το Πυθαγόρειο Θεώρημα, μετά τα μαθηματικά θα ακολουθήσει η συζήτηση για τον Πυθαγόρα, τη συμβολή των Ελλήνων στην ανάπτυξη της μαθηματικής σκέψης, τους φιλόσοφους, τον Παρθενώνα, την αρχιτεκτονική και τη δομή της ελληνικής πόλης. Ακόμη και στη συζήτηση που γίνεται στο πλαίσιο του μαθήματος των κοινωνικών επιστημών για τη δομή της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας».
Η περίπτωση αυτής της εκπαιδευτικού είναι πραγματικά εξαίρεση και συνάμα εξαιρετική. Παλεύει καθημερινά απέναντι στις συμμορίες και στην οικογενειακή εγκατάλειψη για να κρατήσει ζωντανές κάποιες παιδικές ψυχές.
«Εμείς είμαστε τα τελευταία εμπόδια που έχουν τα παιδιά του Μπρονξ πριν πέσουν, όπως και χιλιάδες άλλα, στους δρόμους της ανέχειας, της παραβατικότητας, των ναρκωτικών, της βίας και της πορνείας. Αν αγωνιστούμε σκληρά θα εμποδίσουμε τα παιδιά να καταλήξουν εκεί. Γι’ αυτό και πρέπει να δουλεύουμε συνεχώς και να μαθαίνουμε κάθε μέρα από τους ίδιους τους μαθητές μας για τους τρόπους που είναι περισσότερο αποδοτικοί. Και αυτό δεν είναι απλώς μία ακόμη δουλειά. Είναι ιεραποστολή, είναι κατάθεση ψυχής, δεν σχετίζεται ούτε εξαρτάται από μισθούς, συμβόλαια ή ωράρια. Τα παιδιά μπορούν να σωθούν. Να μεταφορτωθούν. Είναι δύσκολο αλλά μπορεί να συμβεί. Το έχω δει, το έχω νιώσει. Η ελληνική σκέψη τα κάνει άλλους ανθρώπους» λέει.
πηγή:
http://www.espressonews.gr/
http://skeftomasteellhnika.blogspot.com/
Α π ό τ ο χ ώ ρ ο τ η ς Ο μ ο γ έ ν ε ι α ς
Μια φλογερή Ελληνοαμερικανίδα διευθύντρια, η Πένι Παναγιωσούλη, καθιέρωσε τα ελληνικά ως μοναδική δεύτερη γλώσσα, σε πρότυπο δημόσιο σχολείο στο οποίο φοιτούν παιδιά από διάφορες μειονότητες
Νέα Υόρκη.- Του Αποστόλη Ζουπανιώτη
Η ιστορία της αναγέννησης του δημόσιου σχολείου KAPPA IV του Χάρλεμ, θα μπορούσε σίγουρα να αποτελέσει σενάριο για κινηματογραφική ταινία, όπως η κλασική πιά “Lean on Me”. Μπορεί στην περίπτωση του KAPPA IV να μην υπάρχει το δράμα, η συνωμοσία κι πλοκή της γνωστής ταινίας, όμως αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα, πως χάρη στη σκληρή εργασία μιάς γυμνασιάρχου, τη συστράτευση των καθηγητών και την ενθάρρυνση των μαθητών, ένα δημόσιο σχολείο κατορθώνει να βρεί το δρόμο του και να κατακτήσει υψηλά ακαδημαϊκά επίπεδα.
Το πλέον ενδιαφέρον ωστόσο στοιχείο, για μας τους Ελληνες, είναι πως η διευθύντρια του δημόσιου αυτού σχολείου είναι η Ελληνοαμερικανίδα, Πανωραία Παναγιωσούλη και το κυρίαρχο στοιχείο του είναι η διδασκαλία των Ελληνικών ως η μόνη ξένη γλώσσα.
Το σχολείο είναι ενδιάμεσο, δηλαδή καλύπτει τις τάξεις 6-6. Φοιτούν περί τα 300 παιδιά, στην συντριπτική τους πλειοψηφία παιδιά μειονοτήτων.
Το σχολείο στεγάζεται σ’ ένα εντυπωσιακό κτίριο του Χάρλεμ, ακριβώς δίπλα από το Central Park. Είναι ένα από 4 μικρά σχολεία που συστεγάζονται εδώ και 3 χρόνια στο κτήριο, ως αποτέλεσμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που στόχευε στην δημιουργία μικρών σχολείων μοντέλων, που θα ενθαρρύνουν τους μαθητές.
«Πριν 3 χρόνια με προσέγγισε ο Τζον Ελρου, που διευθύνει ένα μη κερδοσκοπικό οργανισμό που προσφέρει βοήθεια σε σχολεία και με βολιδοσκόπησε αν θα με ενδιέφερε να ανοίξω ένα σχολείο για μαθητές 6ης – 8ης τάξης», μας είπε η διευθύντρια Πένι Παναγιωσούλη. «Ημουν θετική και μπορώ να πω ότι μου δόθηκε η διεύθυνση εν λευκώ. Ξεκινήσαμε με μία μόνο τάξη που είχε 88 μαθητές, οι οποίοι φέτος αποφοιτούν και κάθε χρόνο προστίθετο μία τάξη».
Όπως μας εξηγεί, αυτό που ήθελαν οι προϊστάμενοί της, ήταν να δημιουργηθεί ένα επιτυχημένο σχολείο – μοντέλο για τα παιδιά του Χάρλεμ. Ετσι, αποδεχόμενη την πρόταση, άρχισε να επισκέπτεται διάφορα άλλα σχολεία, ψάχνοντας και μελετώντας τα συστατικά της επιτυχίας τους.
«Σε ορισμένα σχολεία ανακάλυψα ότι μελετούσαν Λατινικά. Κι ήταν πράγματι υπερήφανοι οι μαθητές γιατί μπορούσαν να διαβάσουν και να εξηγήσουν κείμενα γραμμένα στα Λατινικά. Όταν ρώτησα, γιατί παίρνουν μαθήματα Λατινικών, μου απάντησαν ότι πρόκειται για μιά σπουδαία γλώσσα και πως παράλληλα αυτό τους βοηθά να βελτιώσουν τη βαθμολογία τους στις εξετάσεις SAT και να εισαχθούν σε καλύτερα σχολεία».
Η Πένι Παναγιωσούλη, κόρη του Ελληναμερικανού λογοτέχνη Γαβριήλ Παναγιωσούλη, λάτρη της ελληνικής γλώσσας και ένθερμο υποστηρικτή της, ήξερε πως αν τα λατινικά μπορούσαν να βοηθήσουν τα παιδιά να βελτιώσουν το λεξιλόγιό τους και τη βαθμολογία τους, τα ελληνικά θα μπορούσαν να επιτύχουν πολύ περισσότερα, αφού οι λέξεις της αγγλικής γλώσσας που έχουν ελληνική ρίζα, είναι πολύ περισσότερες.
«Αν τα λατινικά μπορούν να βοηθήσουν τους μαθητές, τότε το ίδιο, ή και περισσότερα θα μπορούσαν να κάνουν τα ελληνικά, ιδίως όταν θα μπορούσαμε πέραν αυτής καθ’ αυτής της γλώσσας, θα μπορούσαμε να εστιάσουμε τη διδασκαλία και στον πολιτισμό. Και βοηθώντας τους μαθητές να κατανοήσουν από που προέρχονται οι αρχές της δημοκρατίας».
Όταν η Πένι Παναγιωσούλη αποφάσισε να προχωρήσει με τη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, κανείς από τους υπεύθυνους δεν της το αρνήθηκε. ’ρχισε να ψάχνει αμέσως για δασκάλα Ελληνικών και καθώς τα παιδιά της φοιτούσαν στο Ελληνοαμερικανικό Ινστιτούτο του Μπρονξ, η πρώτη δασκάλα που δίδαξε στο KAPPA IV ήλθε απ’ εκεί.
Η Πένι Παναγιωσούλη παραδέχεται ότι πηγή έμπνευσης του εγχειρήματός της ήταν ο πατέρας της, για τον οποίο μιλά με υπερηφάνεια.
«Μέσω των οραμάτων του πατέρα μου μπόρεσα να εκτιμήσω τι πραγματικά σημαίνει να είσαι Έλληνας. Ο πατέρας μου έφυγε σε πολύ μικρή ηλικία από την Κεφαλλονιά. Οτι έμαθε, το έμαθε από μόνος του. Είχε πάθος για τη μάθηση και καθώς μεγαλώναμε στην γειτονιά του Ουάσιγκτον Χάιτς, η εκπαίδευση ήταν η απόλυτη επιδίωξη. Είμαι η μεγαλύτερη από τις 3 κόρες της οικογένειας και γεννήθηκα στη Γουατεμάλα, απ’ όπου κατάγεται η μητέρα μου. Ήλθαμε στην Αμερική όταν ήμουν πολύ μικρή κι από τότε κάθε χρόνο επισκεπτόμαστε την Ελλάδα και την Κεφαλλονιά. Από μικρό κορίτσι έβλεπα ότι υπάρχει ένας διαφορετικός κόσμος και μιά διαφορετική προσέγγιση της ζωής κι αυτό με έκανε να εκτιμώ θετικά τις ευκαιρίες που προσφέρονται. Έτσι λοιπόν, ότι μου δόθηκε η δυνατότητα να ξεκινήσω κάτι καινούργιο από τη αρχή, ήθελα τα παιδιά αυτά, τα οποία δεν είναι τόσο προνομιούχα όσο άλλα, σε σχέση με τα υλικά αγαθά, να αποκτήσουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στον κόσμο, να ικανοποιήσουν την όρεξή τους και να ανταλλάξουν ιδέες με άλλα παιδιά, με τα οποία τους συνδέουν κοινοί δεσμοί.
Όλα τα παιδιά θέλουν να μάθουν, όλα είναι εξεταστικά από τη φύση τους. Έτσι, τα ελληνικά έγιναν η δεύτερη γλώσσα τους, όχι μόνο γιατί είμαι Ελληνίδα, αλλά και για τη δόξα της Ελλάδας και του πολιτισμού της. Τα παιδιά του σχολείου μου διδάσκονται για τους αρχαίους φιλόσοφους και πως αποκτάται η γνώση. Πως δημιουργήθηκαν οι πολιτισμοί και πως εξελίχθηκε η κοινωνία. Η δουλεία, λόγω χάρη, δεν είναι Βορειοαμερικανικό φαινόμενο, αλλά υπήρχε από τότε που ο άνθρωπος περπάτησε στη γη. Μ’ αυτό τον τρόπο κατανοούν ότι οι άνθρωποι σ’ ολόκληρο τον κόσμο μοιράζονται τον ίδιο πόνο».
Πολλές φορές όλοι – ιδίως οι γονείς απογευματινών σχολείων- ακούνε τα παιδιά τους να βαρυγκωμούν από την πίεση, μετά το αμερικανικό σχολείο να πηγαίνουν στο απογευματινό για τη διδασκαλία των ελληνικών. Αυτό πολλές φορές κάνει τα παιδιά να αντιδρούν και αρκετές φορές, ως ενήλικες πια, να θυμούνται την πίεση που ένιωθαν και ορισμένες φορές τους έκανε να αντιδρούν σε βάρος της ελληνικής γλώσσας. Ωστόσο η μεθοδολογία που ακολουθείται στο KAPPA IV δημιουργεί ένα θετικό προηγούμενο από το οποίο ίσως θα έπρεπε να διδαχθούν τα ελληνοαμερικανικά σχολεία.
«Δεν πρόκειται απλά για διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, ξεκομμένη από το περιβάλλον της. Δείχνουμε τη σχέση των ελληνικών με διάφορα πράγματα στον κόσμο. Χάρη στη νέα τεχνολογία ο κόσμος έχει γίνει επίπεδος. Με το διαδίκτυο μπορείς με ένα χτύπημα των δακτύλων στο πληκτρολόγιο να ανταλλάξεις σκέψεις και ιδέες με οποιονδήποτε – κι όχι μόνο Έλληνες – σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Καθώς η Ελλάδα είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι μαθητές μπορούν να διερευνούν τις διάφορες δυνατότητες που τους προσφέρονται επαγγελματικά και επιστημονικά, για να τους βγάλουν από το Χάρλεμ. Δεν περιορίζονται πιά από τα φυσικά σύνορα που υπάρχουν, αλλά μπορούν να αναζητούν άλλες ευκαιρίες ανοίγοντας νέους ορίζοντες. Μία από τις ευθύνες μας ως εκπαιδευτικούς είναι να προσφέρουμε στους μαθητές μας ευκαιρίες στις οποίες να ανταποκρίνονται. Κι αυτή η δυνατότητα έχει μεγάλη δυναμική και είναι πολύτιμη. Δεν μπορείτε να φανταστείτε την αξία, που έχει για μένα, ως ενήλικας πια, το ότι επηρεάστηκα θετικά απ’ όλους τους αγώνες των γονιών μου, αλλά και την υπερηφάνεια που ένιωθα κάθε φορά που άκουγα ένα ελληνικό όνομα, ή όταν έβλεπα κάτι που με συνέδεε με τις ρίζες μου. Οι μαθητές μας, μέσω τις διδασκαλίας των ελληνικών και διαφορετικών πολιτισμών, θα αναπτύξουν μεγαλύτερη εκτίμηση για το ποιοί πραγματικά είναι».
Τα ελληνικά στο πρόγραμμα διδασκαλίας του KAPPA IV, είναι πρακτικά κομμάτι κάθε μαθήματος. Ένα απλό παράδειγμα της διασύνδεσης της ελληνικής γλώσσας είναι τα μαθηματικά. Αν λόγου χάρη στην τάξη διδάσκεται το Πυθαγόρειο Θεώρημα, μετά τα μαθηματικά θα ακολουθήσει η συζήτηση για τον Πυθαγόρα, τη συμβολή των ελλήνων στην ανάπτυξη της μαθηματικής σκέψης, τους φιλόσοφους, τον Παρθενώνα, την αρχιτεκτονική και τη δομή της ελληνικής πόλης. Η, η συζήτηση που γίνονται στο πλαίσιο του μαθήματος των κοινωνικών επιστημών για τη δομή της αρχαίας ελληνικής κοινωνίας.
Η Όλγα Ζήση, καθηγήτρια θεάτρου στο City College του Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, που προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της στο σχολείο, εξηγεί πως δύο φορές την εβδομάδα οι μαθητές διδάσκονται γραμματική, ελληνικό λεξιλόγιο και διαλόγους. Τα παιδιά αποκτούν τη δυνατότητα βασικής επικοινωνίας στα ελληνικά, που θα τους χρησιμεύσει στις καθημερινές τους ανάγκες. Πως θα παραγγείλουν σ’ ένα εστιατόριο, πως θα ζητήσουν πληροφορίες σ’ ένα μουσείο και άλλες στιγμές της καθημερινότητας.
Ωστόσο, καθώς τα ελληνικά αποτελούν μεγάλο μέρος της επιστημονικής ορολογίας, σε κάθε μάθημα αναλύονται οι ελληνικές ρίζες φράσεων.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το πρόγραμμα ξεκίνησε με τη διδασκαλία των Ελληνικών απλά ως ξένη γλώσσα, με το βάρος στη γραμματική, το λεξιλόγιο και κάποια στοιχεία πολιτισμού. Ωστόσο, όπως μας εξηγεί η κ. Παναγιωσούλη, στην πορεία ουσιαστικά μεταμορφώθηκε σε κάτι μεγάλο. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό διαδραμάτισε και η δεκαήμερη εκδρομή 33 μαθητών του σχολείου και 19 συνοδών τους στην Ελλάδα. Τις πέντε μέρες τις πέρασαν επισκεπτόμενοι διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, όπως την Ολυμπία, τους Δελφούς, την Ακρόπολη και τα Μετέωρα και τις υπόλοιπες σε διάφορα νησιά. Ήταν η μεγάλη ευκαιρία που δόθηκε στους μαθητές να δουν από κοντά όλα αυτά που διδάσκονταν στις τάξεις τους.
Μία από τις μαθήτριες που επισκέφθηκε την Ελλάδα είναι η Ashley Arias. Πηγαίνει στην 8η τάξη κι έχει γεννηθεί στην Αμερική, από γονείς που κατάγονται από τον Ισημερινό.
Η Ασλεϊ μιλά με ενθουσιασμό για τις εμπειρίες της από την Ελλάδα. Μας λέγει πως «ένιωσε πολιτισμικό σοκ», βλέποντας τον διαφορετικό τρόπο ζωής των Ελλήνων. Όχι όπως εδώ στην Αμερική που βλέπεις σε κάθε γωνιά φαστφουντάδικα και ντελικατέσεν.
«Εδώ τα μεγάλα κτίρια είναι τόσο πολλά που δύσκολα μπορείς να δεις τ αστέρια στον ουρανό τη νύχτα, Ενώ στην Ελλάδα, ήταν θαυμάσια, τα βλέπαμε από το δωμάτιο του ξενοδοχείου μας. Μέναμε στο ξενοδοχείο Astoria της Αθήνας κι από τα παράθυρα βλέπαμε τον Παρθενώνα. Ήταν η πιο όμορφη θέα και τη νύχτα μάλιστα ήταν φωτισμένος».
Ο Frankie Smalls επίσης απόλαυσε το ταξίδι στην Ελλάδα, μιά καινούργια εμπειρία για το μαθητή της 8ης τάξης από το Χάρλεμ, που του έδωσε την ευκαιρία να επισκεφθεί μέρη που δεν είχε ξαναδεί. Μιλά για την επίσκεψη στον Παρθενώνα, για τον οποίο ήξερε μόνο απ’ όσα είχε ακούσει στην τάξη, τη Ρόδο και τη γνωριμία με του μ ένα αμερικανό μαθητή από το Κονέκτικατ, που σπούδαζε στην Ελλάδα στο πλαίσιο προγράμματος ανταλλαγής μαθητών.
«Αρκετά πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά, υπάρχουν όμως πολλά πράγματα κοινά στην Ελλάδα και τις ΗΠΑ», μας είπε.
Ο νεαρός μαθητής μιλά επίσης με ενθουσιασμό για το τρόπο με τον οποίο συνδέονται τα διάφορα μαθήματα που διδάσκονται στο σχολείο με τα ελληνικά. Ο ίδιος μας λέγει πως ενώ στην αρχή δυσκολεύτηκε με το Πυθαγόρειο Θεώρημα, στη συνέχεια, ο τρόπος με τον οποίο το διδάχθηκε, σε σχέση και με τον Πυθαγόρα και τους Έλληνες μαθηματικούς, τον διευκόλυνε να το κατανοήσει.
Βέβαια, το ταξίδι είχε και πολλά έξοδα, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων καλύφθηκε από τις οικογένειες των συμμετεχόντων. Η Πένι Παναγιωσούλη κι η Όλγα Ζήση χτύπησαν πολλές πόρτες για χορηγία. Το Homeric Tours είχε την ευγενή καλοσύνη και τη γενναιοδωρία να προσφέρει έκπτωση στα εισιτήρια και να διευθετήσει στην τιμή των ξενοδοχείων να συμπεριληφθούν και τα γεύματα.
Οι υπεύθυνοι του σχολείου, όπως μας είπαν, επισκέφθηκαν και το Γενικό Προξενείο της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη και συζήτησαν τις πιθανότητες να φιλοξενηθούν με έξοδα του ελληνικού δημοσίου. Μα είπαν ότι έλαβαν την απάντηση πως θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν στους ξενώνες των κατασκηνώσεων του Αγίου Ανδρέα, όμως χρειάζεται η διευθέτηση να γίνει ένα χρόνο νωρίτερα. Η ελληνική γραφειοκρατία φαίνεται να λειτουργεί αποτρεπτικά σε τέτοιες προσπάθειες, ενώ οι φιλοξενίες που προσφέρονται κάθε καλοκαίρι, αφορούν αποκλειστικά σε παιδιά αποδήμων. Ουδεμία απόκλιση εκ του νόμου. Ούτε καν για να εξαιρεθούν τα παιδιά από το εισιτήριο της εισόδου στους διάφορους αρχαιολογικούς χώρους που επισκέφθηκαν, λες και θα ζημίωνε το ελληνικό δημόσιο!
ΟΙ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
Η επιτυχία του σχολείου και του προγράμματος των ελληνικών δεν έφερε μόνο καλά νέα. Η Πένι Παναγιωσούλη, ως επιτυχημένη διευθύντρια, αποδέχθηκε πρόταση για να ξεκινήσει το Σεπτέμβριο ως λυκειάρχης ένα νέο πρότυπο λύκειο στο Μπρονξ, το Kappa International High School, το οποίο θα στεγαστεί στο Theodore Roosevelt High School και θα προσφέρει International Baccalaureate Program. Το έργο της θα συνεχίσει η σημερινή υποδιευθύντρια Briony Carr και οι τρεις ελληνικής καταγωγής δάσκαλοι που διδάσκουν διάφορα μαθήματα.
«Ξεκινήσαμε ως ενδιάμεσο Σχολείο (Middle School) και κατορθώσαμε να αναδειχθούμε σε πρότυπο. Αρκετοί γονείς εδώ και καιρό άρχισαν να εγείρουν το ερώτημα, τι θα συμβεί όταν τα παιδιά τους αποφοιτήσουν την 8η τάξη. Έτσι, αποφασίστηκε να ανοίξουμε το Kappa International High School».
Την κ. Παναγιωσούλη θα ακολουθήσουν στο νέο της σχολείου 62 από τους 88 απόφοιτους του KAPPA IV, ωστόσο, η διευθύντρια δεν είναι σίγουρη αν θα συνεχίσει και στο Μπρονξ με τα ελληνικά ως δεύτερη γλώσσα.
«Δεν το γνωρίζω ακόμη, γιατί το μεγαλύτερο πρόγραμμα με την ελληνική γλώσσα είναι να βρεις δάσκαλος με πάθος για τη δουλειά τους. Όπως σας είπα ήδη, ξεκίνησα με μία δασκάλα το πρώτο έτος που ήθελε να διδάξει ελληνική λογοτεχνία, όμως έφυγε την επόμενη χρονιά».
Το σχολείο έβαλε αγγελία ζητώντας δάσκαλο ελληνικών, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση. Ίσως, επειδή το πρόγραμμα του σχολείου έχει ωράριο από τις 7:30 το πρωί μέχρι τις 4 το απόγευμα. Υπεβλήθη επίσης και αίτημα στο αρμόδιο γραφείο του συντονιστή εκπαίδευσης, Νέας Υόρκης, το οποίος επίσης δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί. Βλέπετε, ο κανονισμός του ελληνικού υπουργείου Παιδείας δεν προνοεί αποσπάσεις Ελλήνων διδασκάλων σε αμερικανικά δημόσια σχολεία.
Δυσκολίες βέβαια υπάρχουν και για τα σχολικά εγχειρίδια. Ζητήθηκαν βιβλία από το γραφείο του συντονιστή εκπαίδευσης, αλλά το γραφείο δεν τα διέθετε. Όπως μάθαμε, εκείνη τη χρονιά σημειώθηκε μεγάλη καθυστέρηση στην αποστολή τους από την Ελλάδα. Όταν έφτασε η επόμενη χρονιά, όπως μας είπε η κ. Παναγιωσούλη, το σχολείο έλαβε τον Απρίλιο μία επιστολή, που τους ενημέρωνε πως στα τέλη Μαρτίου λήγει η προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων προς το γραφείο του Συντονιστή Εκπαίδευσης, για την κάλυψη αναγκών σε σχολικά βιβλία.
«Το έχω φυλάξει αυτό το γράμμα», μας λέει γελώντας η κ. Παναγιωσούλη.
ΟΙ ΟΡΝΙΘΕΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ
Για το σχολείο – όπως και τα περισσότερα αμερικανικά σχολεία – αποτελεί παράδοση να ολοκληρώνεται το σχολικό έτος με μία θεατρική παράσταση για την οποία οι μαθητές ξοδεύουν σημαντικό μέρος του χρόνου τους. Φέτος, τη θεατρική διδασκαλία έκανε η Όλγα Ζήση, που επέλεξε το έργο του Αριστοφάνη «Οι Όρνιθες».
«Μίλησα στους μαθητές για τον Αριστοφάνη και το έργο του, συζητήσαμε διάφορα θεατρικά έργα του και τελικά οι ίδιοι οι μαθητές έκαναν την επιλογή», μας είπε η Όλγα Ζήση.
Όπως μας εξήγησε, έγινε ανάγνωση του έργου στα ελληνικά και στα αγγλικά και στη συνέχεια οι μαθητές άρχισαν να αυτοσχεδιάζουν τις διάφορες σκηνές, αποδίδοντάς τες με τα δικά τους λόγια. Στο τελικό στάδιο, του αυτοσχεδιασμού, δύο από τους μαθητές ανέλαβαν να φτιάξουν το έργο σε ρήμα και η απόδοση έγινε σε ρυθμό ΡΑΠ.
«Η ιστορία λαμβάνει χώρα στην αυλή του σχολείου, με τα παιδιά να προσπαθούν να παίξουν μπάσκετμπολ, όμως αρχίζουν να μαλώνουν, επειδή κάποιοι απ’ έξω θέλουν τα τους βάλουν να κάνουν αυτό που θέλουν. Τελικά, τα παιδιά λένε, γιατί να μην κάνουμε τους Όρνιθες, που μάθαμε στην τάξη των ελληνικών. Κάποιος λοιπόν αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει το έργο, κάποιος συνθέτει τη μουσική, άλλοι αναλαμβάνουν τους ρόλους, κι αρχίζουν να παίζουν το έργο στην αυλή του σχολείου, κάτι σαν ανοιχτή πρόβα-παράσταση, σα να παίζουν στον ελεύθερο χρόνο τους.
Το έργο αποδίδεται κατά το ήμισυ στην ελληνική και στην αγγλικά. Χρησιμοποιήθηκε η αυθεντική μουσική του Μάνου Χατζηδάκη, από την ιστορική παράσταση του Κάρολου Κουν, που σάρωσε όλα τα βραβεία. Τη χορογραφία τη δίδαξε η κ. Ζήση.
Η Πολέτ Τόμας, που συμμετέχει στο χορό, αποδίδει ορισμένα λόγια στα ελληνικά και είναι ενθουσιασμένη γιατί το έργο στο οποίο συμμετέχει ανήκει σ’ ένα από τα μεγαλύτερα της ανθρωπότητας.
Η δεκατετράχρονη Maxine Torreja κατάγεται από τις Φιλιππίνες. Μας λέει στα ελληνικά πόσο της αρέσει η ελληνική γλώσσα. Συμμετέχει στο έργο ως επικεφαλής της ομάδας που φροντίζει για τα κουστούμια και τη σκηνή.
Λίγες μέρες μετά τη συνέντευξή μας, τα παιδιά παρουσίασαν τη δουλειά τους στο Σταθάκειο, αφήνοντας άναυδους τους λίγους που την παρακολούθησαν.
Νέα Υόρκη.- Του Αποστόλη Ζουπανιώτη
πηγή:
http://www.fasoulas.de