“Ελλάδα και Κοσσυφοπέδιο: σχέση της μιας…νύχτας”

Του Παναγιώτη Γ. Παύλου

Research Fellow

University of Oslo & Cambridge University

Οταν το 2001 ο Αχμέτ Νταβούτογλου αποκάλυψε σε όλο τον κόσμο το πρόγραμμα της εξωτερικής πολιτικής της σημερινής Τουρκίας στο περίφημο βιβλίο του «Το στρατηγικό βάθος», μας έκανε στην πραγματικότητα μια τεράστια χάρη. Οχι μόνο σε όσους ενδιαφερόμασταν για την Τουρκία και τις φιλοδοξίες της στα Βαλκάνια από ακαδημαϊκής και γεωπολιτικής απόψεως, αλλά και σε κάθε σκεπτόμενο Ελληνα. Καθηγητής ακόμη τότε ο Νταβούτογλου, περιέγραψε με κάθε σαφήνεια όσα υποψιαζόμασταν εδώ και πολύ καιρό. Ομως μία φράση από ένα κεφάλαιο της αρχικής έκδοσης του βιβλίου του που αναφέρεται στα Βαλκάνια είναι χαραγμένη στη μνήμη μου: «Ο μόνος τρόπος για να πετύχει η Τουρκία την υλοποίηση των νεο-οθωμανικών φιλοδοξιών της στα Βαλκάνια είναι να μην επιτρέψει τη δημιουργία άξονα Βελιγραδίου – Αθήνας».

Βασικός μοχλός τουρκικής επιρροής στα Βαλκάνια, όπως παραδέχεται ο Νταβούτογλου και συχνά επαναλαμβάνεται από όλους τους Τούρκους αξιωματούχους, του Ερντογάν συμπεριλαμβανομένου, είναι οι «κοινότητες μουσουλμάνων», από την ελληνική Θράκη μέχρι και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Οι πλέον αξιόπιστοι όλων είναι οι Αλβανοί, ιδίως στο Κοσσυφοπέδιο, όπου η συντριπτική πλειοψηφία τους, άνω του 95%, είναι Σουνίτες που εξισλαμίστηκαν κατά τη διάρκεια πολλών αιώνων Τουρκοκρατίας.

Το Κοσσυφοπέδιο αποτελεί αναμφίβολα το λίκνο της σερβικής εθνικής υπόστασης. Ομως «Το Κόσοβο είναι Τουρκία και η Τουρκία είναι Κόσοβο» είχε αναφωνήσει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πριν από 10 χρόνια στο Πρίζρεν και δεν είναι μυστικό ότι το 2008 η Τουρκία ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε τη μονομερώς ανακηρυχθείσα ανεξαρτησία της νότιας σερβικής επαρχίας.

Από την άλλη πλευρά, εκτός από την Τουρκία, και οι ΗΠΑ στήριξαν τη μονομερή ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Για την Ουάσινγκτον δεν είναι μυστικό ότι η Τουρκία βρίσκεται στα Βαλκάνια και όπως πρόσφατα δήλωσε ο Gabriel Escobar, ανώτατος στην ιεραρχία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αρμόδιος για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», «η Τουρκία δεν είναι τρίτη χώρα». Απεναντίας, η Αμερική υποστηρίζει σθεναρά την επιστροφή της Τουρκίας και της τουρκικής επιρροής στα Βαλκάνια, ειδικά στην Αλβανία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο. Πλέον πρόσφατη τεκμηρίωση του ισχυρισμού αυτού είναι το γεγονός ότι η Ουάσινγκτον προωθεί την ιδέα ανάληψης από πλευράς Τουρκίας της διοίκησης των διεθνών ειρηνευτικών δυνάμεων στο Κοσσυφοπέδιο από το φθινόπωρο του 2023. Υπάρχει και κάποιος συμβολισμός εδώ: είναι η 100ή επέτειος της Μικρασιατικής Καταστροφής και το Κοσσυφοπέδιο ήταν ο τόπος όπου κατά την κατάκτηση των Βαλκανίων οι Οθωμανοί Τούρκοι αντιμετώπισαν τη σκληρότερη αντίσταση από τους χριστιανούς, τους Σέρβους, οι οποίοι σκότωσαν τον σουλτάνο τους στη γνωστή ομώνυμη μάχη.

Ποιο είναι, λοιπόν, αυτό που πρέπει να πράξει η Αθήνα; Η απάντηση είναι απλούστατη: τα αντίθετα από όσα πρεσβεύει, υποστηρίζει και υπερασπίζεται σθεναρά η Αγκυρα. Οι ελληνικές μικροπαραχωρήσεις των τελευταίων 10 ετών αναφορικά με το Κοσσυφοπέδιο προς τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, τους κύριους χορηγούς της μονομερώς ανακηρυχθείσας απόσχισης τμήματος της Σερβίας, συνιστούν στην πραγματικότητα μεγάλες παραχωρήσεις προς την Τουρκία. Παραχωρήσεις που, συν τοις άλλοις, τροφοδοτούν και αναθερμαίνουν τις κατακτητικές ορέξεις των Τούρκων εθνικιστών. Κάθε φορά που η Αθήνα κάνει ένα βήμα προς την Πρίστινα στην Αγκυρα τρίβουν τα χέρια τους. Είτε πρόκειται για το άνοιγμα Εμπορικού Γραφείου της Πρίστινα στην Αθήνα (επί κυβέρνησης Τσίπρα) είτε για την αναβάθμισή του σε Γραφείο Προστασίας Συμφερόντων (επί κυβέρνησης Μητσοτάκη) ή για την πομπώδη νέα επίσκεψη του ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια στην Πρίστινα.

Ποιο είναι, άραγε, το συμφέρον της Ελλάδας να προβαίνει σε αυτές τις παραχωρήσεις προς την Αγκυρα, το Βερολίνο και την Ουάσινγκτον, και πλησιάζοντας, έτσι, με μικρά βήματα τους Αλβανούς του Κοσσυφοπεδίου, να γυρίζει την πλάτη στον μοναδικό, αληθινό και αξιόπιστο κατά τους αιώνες σύμμαχό της στα Βαλκάνια, τη Σερβία; Διότι, αφενός, οι ιστορίες που μιλούν για τα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας στο Κόσοβο είναι παραμύθια για μικρά παιδιά. Μετά την παράνομη εισβολή του ΝΑΤΟ στη Σερβία το 1999 τους φυσικούς πόρους της συγκεκριμένης περιοχής υφάρπαξαν Αμερικανοί και Γερμανοί, ενώ η μόνη τοπική βιομηχανία που λειτουργεί στο Κοσσυφοπέδιο είναι στην πραγματικότητα ο τομέας που δεν ρυθμίζεται από την οικονομική, αλλά από την ποινική νομοθεσία. Ο νοών νοείτω. Αφετέρου, το μόνο συμφέρον των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου είναι να αποσπάσουν μόνο ένα πράγμα από την Ελλάδα: την αναγνώριση της παράνομης απόσχισής τους που επιτεύχθηκε μέσω της ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο εισβολής του ΝΑΤΟ, στην οποία η Ελλάδα, μολονότι μέλος του ΝΑΤΟ, δεν συμμετείχε.

Τα επιχειρήματα που Αμερικανοί και Γερμανοί προωθούν ολοένα και με έντεχνο τρόπο στην ελληνική κοινή γνώμη, ότι η στάση της Ελλάδας στο θέμα του Κοσσυφοπεδίου δεν θα επηρεάσει το Κυπριακό, είναι προπέτασμα καπνού που δεν πρέπει να θολώνει τη θέα μιας πραγματικότητας. Το Κοσσυφοπέδιο δεν είναι μια sui generis υπόθεση, όπως προσπαθούν να μας πείσουν εδώ και χρόνια. Είναι ζήτημα διεθνοποιημένο, στο οποίο κάποιοι ήδη αναφέρονται και θα αναφέρονται ακόμα περισσότερο όσο αυτό τους βολεύει.

Εν κατακλείδι. Η δημιουργία του Γραφείου της Πρίστινα και όλες οι επισκέψεις, από την Αθήνα στην Πρίστινα και αντίστροφα, αντιπροσωπεύουν μόνο ένα ιδιοτελές επικίνδυνο φλερτ από το οποίο τίποτα διαρκές, τίμιο, καλό και αξιόπιστο δεν μπορεί να προκύψει. Τι θα συμβεί εάν, ο μη γένοιτο, αυτή η ερωτοτροπία έχει ντροπιαστική κατάληξη για την Ελλάδα με τη μορφή αναγνώρισης της μονομερούς ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου; Ευθύς αμέσως τότε οι Αλβανοί του Κοσσυφοπεδίου θα διαλύσουν αυτή «τη σχέση της μιας νύχτας» και θα επιστρέψουν εκεί όπου η Ιστορία τούς έχει τοποθετήσει από καιρό – στο χαρέμι του σουλτάνου της Αγκυρας. 

Αν όμως συμβεί το κακό, η Ελλάδα θα μείνει ντροπιασμένη και χωρίς τον επί αιώνες σύμμαχό της, τη Σερβία. Αραγε, είναι η Ελλάδα ώριμη αρκετά, να μη διαβεί εκ νέου, μετά την αυτοκτονία των Πρεσπών, την κόκκινη γραμμή της αξιοπρέπειας και επιβίωσής της; Αν δεν το έπραξε αυτό ο Ελευθέριος Βενιζέλος, όταν μάλιστα η Ελλάδα βρισκόταν υπό δαμόκλειο σπάθη, γιατί θα πρέπει να το τολμήσει σήμερα ο συμπατριώτης και απόγονός του Κυριάκος Μητσοτάκης;