Selt Test σε δύο λεπτά με το κινητό

Επιστήμονες του Γεωπονικού Πανεπιστημίου ανέπτυξαν έναν βιοαισθητήρα, που μπορεί να ενσωματωθεί σε μια εύχρηστη πλατφόρμα και προσφέρει αστραπιαία ανίχνευση της επιφανειακής πρωτεΐνης-ακίδας S1 του κορονοϊού SARS-CoV-2.

Ο… αυτοεξεταζόμενος θα λαμβάνει δείγμα από τη μύτη ή το στόμα του, θα το αναμιγνύει με ένα διάλυμα και θα το τοποθετούν σε μία μικρή συσκευή όπου θα στέλνει τα αποτελέσματα στο πρόγραμμα του κινητού η της ταμπλέτας.

Με απλά λόγια, ο χρήστης θα έχει ένα «κιτ», το οποίο περιέχει μια ειδική μπατονέτα για να παίρνει το δείγμα από τη μύτη ή το στόμα, ένα διάλυμα κι ένα αναλώσιμο τροποποιημένο ηλεκτρόδιο (όπως αυτό που χρησιμοποιείται για μέτρηση του σακχάρου), το οποίο θα συνδέεται με μια μικρή ειδική συσκευή με το κινητό ή το ταμπλέτ. Και ως προς τη χρήση θα είναι απλό, απλούστερο και από τα self test. Ο ελληνικός βιοαισθητήρας μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης για την ταχεία και μαζική αξιολόγηση φαρμάκων τα οποία μπλοκάρουν την είσοδο του ιού ή και την αλληλεπίδρασή του με τα κύτταρα του ξενιστή (δηλαδή των ανθρώπων).

Η συγκεκριμένη μέθοδος ανίχνευσης του SARS-CoV-2, που παρουσιάστηκε αρχικά πριν λίγους μήνες στο περιοδικό «Sensors» (Αισθητήρες), επιτρέπει δυνητικά τον εντοπισμό του κορωνοϊού ακόμη και αμέσως μετά τη μόλυνση ενός ατόμου, δίνοντας παράλληλα τη δυνατότητα ταυτοποίησης ασυμπτωματικών φορέων στα αρχικά στάδια της μετάδοσης του ιού.

Η μέθοδος αυτή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου εφαρμόστηκε ήδη σε μια  κλινική μελέτη, που διεξήχθη από ανεξάρτητη ερευνητική ομάδα και τα αποτελέσματά της δημοσιεύθηκαν στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Journal of Virological Methods, επικυρώνοντας την αποτελεσματικότητα του καινοτόμου κυτταρικού βιοαισθητήρα, που ανέπτυξε η ερευνητική ομάδα του Εργαστηρίου Κυτταρικής Τεχνολογίας του Τμήματος Βιοτεχνολογίας του ΓΠΑ. Συγκρινόμενη με τις παραδοσιακές μοριακές μεθόδους, η τεχνολογία του κυτταρικού βιοαισθητήρα παρουσίασε ευαισθησία της τάξης του 93 (95%CI: 86.2-96.8) και 97.8% ακρίβεια στη διάγνωση του COVID-19.

Ο βιοαισθητήρας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου βασίζεται σε τροποποιημένα κύτταρα θηλαστικών τα οποία φέρουν ένα ανθρώπινο αντίσωμα κατά του αντιγόνου της επιφανειακής πρωτεΐνης-ακίδας S1 του ιού. Η πρωτεΐνη S1 προσκολλάται στα αντισώματα του βιοαισθητήρα, μεταβάλλοντας τις κυτταρικές βιοηλεκτρικές ιδιότητες, οι οποίες στη συνέχεια μπορούν να μετρηθούν μέσω μιας ειδικής βιοηλεκτρικής διάταξης.

Όπως τόνισε ο Πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου της Αθήνας και διευθυντής του Εργαστηρίου Κυτταρικής Τεχνολογίας του Τμήματος Βιοτεχνολογίας, κ. Σπύρος Κίντζιος «τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών, μας δείχνουν ότι η μέθοδος παρουσιάζει μεγάλη αξιοπιστία και στο άμεσο μέλλον θα δώσει τη δυνατότητα στους πολίτες να κάνουν το τεστ οι ίδιοι στο σπίτι τους ακόμη και με δείγματα σάλιου. Το πανεπιστήμιο μας σε συνεργασία με διακεκριμένους Έλληνες επιστήμονες πρωτοπορεί με τη δημιουργία κυτταρικών βιοαισθητήρων εξαιρετικά προηγμένης τεχνολογίας όχι μόνους για κοινούς ιούς όπως της γρίπης αλλά και για πολλές άλλες επικίνδυνες λοιμώδεις νόσους», πρόσθεσε.

Πηγή: aftodioikisi.gr