Πώς μπορούν τα social media να μετριάσουν με τον τρόπο τους τη χαρά για την καταδίκη των Ναζί.
Η ηθική δικαίωση και η χαρά για την καταδίκη των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής δε θα μπορούσε με τίποτα να χαλάσει από το οτιδήποτε. Έτσι πιστεύαμε. Μέχρι που εμφανίστηκαν διαδικτυακά δείγματα πως έχουν και κάποιοι από την άλλη μεριά φασιστικές τάσεις.
Είμαι της άποψης ότι πρέπει να εκφράζονται όλοι και να αναδεικνύεται αυτό που λένε, για να ξέρουμε ποιον έχουμε απέναντι μας, ποιον στηρίζουμε. Δεν γίνεται για παράδειγμα να ζητάμε καταδίκη της Χρυσής Αυγής, αλλά να ξεχνάμε όλους αυτούς που με τον δημόσιο λόγο τους σε αυτά τα 7-8 χρόνια τους κανονικοποίησαν σαν ένα οποιοδήποτε άλλο κόμμα.
Από αυτό όμως μέχρι τον στιγματισμό του Σάκη Ρουβά και του Γιάννη Μπέζου για συγκεκριμένες φράσεις τους, υπάρχει μια τεράστια απόσταση. Γιατί δεν μετράει μόνο αυτό που λέγεται, αλλά και ποιος το λέει, πώς το λέει, μέσα σε ποιο πλαίσιο, μα κυρίως τι προηγείται και τι ακολουθεί μια επίμαχη φράση.
Από το μεσημέρι της Τετάρτης κυκλοφορούν στα social media φωτογραφίες με υπογραμμισμένες φράσεις προσώπων της δημόσιας ζωής σχετικά με τη Χρυσή Αυγή σε αυτό το χρονολογικό φάσμα από το 2012 ως σήμερα. Μεταξύ άλλων βλέπουμε την κ. Μπακογιάννη, Λοβέρδο, Βορίδη, Άνθιμο, Νότη Σφακιανάκη, Γαϊτάνο, Άδωνι Γεωργιάδη και τον Σάκη Ρουβά με τον Γιάννη Μπέζο.
Σε κάθε έναν υπάρχει μια μόνο φράση, χωρίς τίποτε άλλο. Ένας άσχετος που θα το δει, θα φτάσει εύλογα στο συμπέρασμα πως ο Μπέζος και ο Ρουβάς είναι στο ίδιο καζάνι με τους υπόλοιπους. Μόνο που αυτό θα ήταν ένα λάθος συμπέρασμα και άκρως επικίνδυνο για την υπόληψη των δύο ανθρώπων.
Ναι ξέρω, ο Ρουβάς έκανε προπαγάνδα για το Ναι στο δημοψήφισμα και είναι δεδηλωμένος υποστηρικτής της Νέας Δημοκρατίας. Και τι με αυτό; Αν σε ενοχλεί αυτό, θα τον ψέξεις όσο θέλεις για τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Τον καθιστά όμως ναζιστή και Χρυσαυγίτη το ότι δήλωσε πως δεν τον τρομάζει η Χρυσή Αυγή; Είναι αυτή η φράση ξεκάθαρο δείγμα ενός φασίστα; Όχι δα.
Αντιθέτως, είναι αρκετά προκλητικό δείγμα για το ποιόν όσων έσπευσαν να τον τσουβαλιάσουν, οι οποίοι στο κάτω κάτω της γραφής περισσότερο χρυσαυγίτικη αντίληψη έδειξαν σε σχέση με τα πρόσωπα που θέλησαν να εκθέσουν.
Το ίδιο ισχύει και για τον Γιάννη Μπέζο. Στην δική του περίπτωση η φράση που απομονώθηκε, μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς ως άστοχη και μη σωστά διατυπωμένη. «Το χαστούκι στη Λιάνα Κανέλλη ήταν σαν ένα χτύπημα στο κατεστημένο από τον Κασιδιάρη» είχε πει, με την πρόταση αυτή να έχει το λάθος ότι αφήνει ελεύθερο πεδίο προς ερμηνεία στον οποιονδήποτε θέλει να δει φαντάσματα.
Γιατί περί τούτου πρόκειται. Κυνήγι φαντασμάτων. Κι είναι ένα ζήτημα το πόσο έχει δηλητηριαστεί το μυαλό μας, ώστε νιώθουμε την ανάγκη να δώσουμε τέτοιο νόημα στα πάντα. Είναι κι αυτό ένα μαύρο κατάλοιπο της κοινοβουλευτικής παρουσίας των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής, αλλά πού θα πάει, θα το καταδικάσουμε κι αυτό κάποια στιγμή.
Δεν είναι πάντως λογική σε μια στιγμή που έχουμε να νιώσουμε μια τεράστια ανακούφιση που αυτοί οι τύποι πήγαν εκεί που τους αρμόζει, στη φυλακή, να καθόμαστε να στρέφουμε εκδικητικά βέλη σαν νέο καθεστώς που ήρθε για να σβήσει το παλιό. Δεν ξέρω αν σας θυμίζει κάποια πολιτική κατάσταση η παραπάνω περιγραφή. Εμένα πάντως μου θυμίζει, τουλάχιστον στον βαθμό που αναλογεί.
Ο Σάκης Ρουβάς και ο Γιάννης Μπέζος βρέθηκαν να πληρώνουν άλλα «σπασμένα» που μπορεί να τους προσάπτει το κοινό. Ο ένας για το δημοψήφισμα, ίσως για την πρόσφατη διαφήμιση με αυτοκίνητο στο Ηρώδειο, ο έτερος γιατί μπορεί να βγάζει την εικόνα του στριφνού ή να ενοχλεί γιατί δεν είναι όσο προσιτός στο κοινό. Κανένα από τα παραπάνω βέβαια δεν ξεπλένει αυτό που υφίστανται από την Τετάρτη.
Κι αν ο Μπέζος απέχοντας από τα social media, δεν έχει υποστεί στον ίδιο βαθμό το δημόσιο κατηγορώ που υφίσταται ο Ρουβάς, δεν μειώνει τον προβληματικό χαρακτήρα αυτής της ιδεολογίας. Γιατί περί ιδεολογίας πρόκειται. Έχει ξανασυμβεί αρκετά στο παρελθόν στα social media. Εκεί όπου περισσότερο από την τηλεόραση μπορεί να παρουσιαστεί κάτι κουτσουρεμένο και να μη δοθεί ολόκληρη η εικόνα.
Η βαθύτερη αγωνία, ας μου επιτραπεί η λέξη, είναι όχι τόσο σε αυτόν που εκπέμπει το εκάστοτε μήνυμα, αλλά σε αυτόν που το δέχεται. Όπως απεδείχθη, δεν υπάρχει επαρκής αριθμός κοινού να φιλτράρει αυτό που είδε και να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι. Κι αν υπήρξαν λίγοι τέτοιοι, δεν θα μπήκαν στη διαδικασία γιατί υπό το πρίσμα μιας άλλης νοσηρής λογικής «αξίζει και στους δύο για τις πολιτικές τους προτιμήσεις και όσα έχουν εκφράσει στο παρελθόν».
Ναι, θα ήταν ο Μπέζος υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής και θα τον άφηνε ο Μίκης Θεοδωράκης να συμμετέχει στο πρόσφατο αφιέρωμα για την καριέρα του ή θα είχε γύρω του τόσους αποδεδειγμένα φιλελεύθερους, δημοκρατικούς και σφόδρα αριστερούς ανθρώπους…
Πηγή: menshouse.gr