ΤΟ ΠΑΣΟΚ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ;

Προσπαθώ πάντα να συμβιβαστώ με την ιδέα ότι το ΠΑΣΟΚ και εγώ έχουμε την ίδια ηλικία. Δηλαδή, είμαι κάτι μήνες μεγαλύτερος, αλλά αυτό ας μείνει μεταξύ μας. Σε τρία χρόνια θα είμαστε και οι δυο τρελοπενηντάρηδες, έκαστος στο είδος του.

Σήμερα η περίοδος κατά την οποία κυβέρνησε τη χώρα το ΠΑΣΟΚ (και ιδίως η πρώτη οκταετία του Ανδρέα Παπανδρέου) έχει μυθοποιηθεί από τις γενιές που δεν την έζησαν, αλλά ίσως και από τις γενιές που την έζησαν. Τα δύσκολα χρόνια για τη χώρα που ήρθαν όταν η χώρα μπήκε στον χορό των μνημονίων, της τρόικας και του ΔΝΤ μετά το 2010 λειτούργησαν διπλά:

Από τη μία, το ΠΑΣΟΚ συρρικνώθηκε εκλογικά και έγινε το μοναδικό κόμμα που πλήρωσε στο ακέραιο την αγανάκτηση του κόσμου για την οικονομική κρίση. Παρόλο που και η ΝΔ και αργότερα ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψαν και εφάρμοσαν μνημόνια, μόνο το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε, ως ο πρώτος “διδάξας” τη νύφη. Άλλαξε και ονόματα (ελιά, ΚΙΝΑΛ, μέγα λάθος να αποποιείσαι ένα τέτοιο ισχυρό brand name).

Από την άλλη, σχεδόν την ίδια στιγμή, το “παλιό καλό παραδοσιακό” ΠΑΣΟΚ “αποθεώθηκε” (ως ο αποθανών που δεδικαίωται;) στις συνειδήσεις κυρίως της νεότερης γενιάς, αλλά και της παλαιότερης, που το καταψήφισε μεν, αλλά κατά βάθος παραδέχεται ότι περνούσε καλύτερα επί των ημερών του.

Αμφίθυμη η στάση του κόσμου απέναντι στο “κίνημα” – Αντιφατική; Ίσως όχι…

Σκέφτομαι και τη δική μου στάση απέναντι στο ΠΑΣΟΚ,  του οποίου ουδέποτε υπήρξα ψηφοφόρος (όχι ότι δεν αυτοφασκελώνομαι για όλα όσα έχω ψηφίσει κατά καιρούς) και διαπιστώνω ότι και στα δικά μου μάτια το ΠΑΣΟΚ πάντα είχε δύο πρόσωπα, σαν τον Ιανό (τον αρχαίο θεό, όχι την καταιγίδα, μακριά κι αλάργα).

– Το “Καλό ΠΑΣΟΚ“, αυτό που έφερε μια κάποια “Αλλαγή” την οποία είχε ευαγγελιστεί. Θυμάμαι, πιτσιρίκι, το 1981, να υπάρχει ένα κλίμα αισιοδοξίας στον κόσμο, ακόμα και στους “δεξιούς” ότι κάτι καινούριο ξεκινά. Αυτό το καινούριο, είχε πράγματι πολλά βήματα προς τα μπρος: Εϊχε το Εθνικό Σύστημα Υγείας, είχε το νέο Οικογενειακό Δίκαιο, είχε τη θεσμοθέτηση της ισότητας των φύλων, είχε μεγάλες αλλαγές στην εκπαίδευση, εκσυγχρονισμό των σχολικών βιβλίων, είχε αυτή την αίσθηση (που είχε ξεκινήσει από τη μεταπολίτευση, αλλά δεν είχε ωριμάσει) ότι αυτή η κοινωνία είναι για όλους, ότι όλοι, “αριστεροί” και “δεξιοί” μπορούσαν να έχουν ίσα δικαιώματα. Είχε το ΑΣΕΠ, είχε πρόσωπα όπως η Μελίνα, ο Αρσένης, ο Τρίτσης, ο Γεννηματάς, ο Πεπονής, ο Μαγκάκης, και πάνω απ’ όλα τον χαρισματικό Ανδρέα (τον οποίο ομολογώ ότι ποτέ δεν συμπάθησα ιδιαιτέρως) που σάρωνε τα πάντα. Το ΠΑΣΟΚ αξιοποίησε τα ευρωπαϊκά κονδύλια (αθετώντας την προεκλογική του υπόσχεση για έξοδο από την ΕΟΚ) και τη δυνατότητα να κόβει και να υποτιμά το νόμισμα, και ανέβασε κατακόρυφα το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, και πραγματοποίησε μεγάλα έργα υποδομής (με μεγάλο κόστος) σε μια εποχή που η Ευρώπη ταλανιζόταν από το δίλημμα “θατσερισμός ή σοσιαλδημοκρατία” με το σιδηρούν παραπέτασμα ακόμη όρθιο.  Η Ελλάδα απέκτησε ένα ευμέγεθες “μεσαίο στρώμα” της αστικής τάξης που μπορούσε να ζήσει καλύτερα, να ταξιδέψει, να διασκεδάσει, να έχει σπίτι και αυτοκίνητο.

Αυτός ο “τρίτος δρόμος” που ευαγγελιζόταν ο Ανδρέας, ήταν απλώς ένας παράδρομος του φιλελευθερισμού, αλλά τελικά… ο Ανδρέας δικαιώθηκε – ο δρόμος ο ορίτζιναλ προς τον σοσιαλισμό της ΕΣΣΔ κατέληξε σε θλιβερό αδιέξοδο. Αυτό το ΠΑΣΟΚ μάλλον αναπολούν οι πολλοί… Η μεγάλη προσφορά του ΠΑΣΟΚ είναι ότι δημιούργησε μια κεντρώα παράταξη η οποία μπορούσε να προσελκύσει και τη “δεξιά της αριστεράς” και την “αριστερά της δεξιάς” και συνέβαλε σε μεγάλη κλίμακα στο να κλείσουν πληγές που βασάνιζαν την Ελλάδα από τον εμφύλιο, να συμφιλιώσει, να φέρει πιο κοντά τους Έλληνες ή έστω να “κοιμίσει” πάθη που δυστυχώς ξύπνησαν στα χρόνια των μνημονίων.

 

 

– Το “άλλο ΠΑΣΟΚ” είναι μάλλον αυτό που θέλουμε να ξεχάσουμε, αυτό που συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στο να σκάσει η “φούσκα” της οικονομίας μας στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του αιώνα μας. Και όχι, δεν είναι μόνο το “ΠΑΣΟΚ του Σημίτη”. Τα σημάδια ήταν ήδη εμφανή στη δεκαετία του 1980. Τί να πρωτοθυμηθεί κανείς; κλαδικές και τους πρασινοφρουρούς, την ολέθρια νομοθεσία για τις προβληματικές επιχειρήσεις που κρατικοποιήθηκαν και οι ιδιοκτήτες τους γέμισαν λεφτά τις τσέπες τους, το “Τσοβόλα δώστα όλα”, την Αυριανή και ό,τι μας κληροδότησε, την κατασπατάληση των ευρωπαϊκών πόρων, τις επιδοτήσεις που γίνονταν Μερσεντές και πιάτα στα μπουζούκια, που έγιναν το ιδανικό του νεοέλληνα, μαζί με το βίντεο, το καλό αμάξι, τη δορυφορική, την πιστωτική κάρτα, τα διακοποδάνεια και άλλα δανεικά και αγύριστα, το τεράστιο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, το σκάνδαλο Κοσκωτά, τον γιγαντισμό του κράτους για κομματικά οφέλη, τα τζάμπα εισιτήρια της Ολυμπιακής στους ψηφοφόρους, την εκτίναξη της διαφθοράς στο δημόσιο, τα γρηγορόσημα και τα φακελάκια, τα υπερτιμημένα δημόσια έργα, τις “μίζες”, τις “προμήθειες”, την “μπαχαλοποίηση” των πανεπιστημίων; Είναι πολλά ακόμα, και για να είμαστε δίκαιοι, δεν είναι μόνο έργα του ΠΑΣΟΚ αυτά.

Για μένα, το μεγαλύτερο λάθος του ΠΑΣΟΚ είναι ότι με τις πρακτικές του “δίδαξε” μια ολόκληρη γενιά (που τυχαίνει να είναι η δική μου) ότι μπορείς να ζεις μια τρυφηλή ζωή χωρίς να δουλεύεις, στηριζόμενος σε δημόσιο (και δη ευρωπαϊκό) χρήμα, και υποθηκεύοντας το μέλλον των επόμενων γενεών. Ακόμα και ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα καλόμαθε να τρέφεται αρμέγοντας την αγελάδα του Δημοσίου, η οποία όμως κάποια στιγμή τα τίναξε… στη βάρδια του Γιώργου Παπανδρέου.

Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ σήμερα; Δυστυχώς όχι. Το έχουμε ανάγκη; Το σίγουρο είναι ότι δεν έχουμε ανάγκη από το “άλλο ΠΑΣΟΚ”. Ένα “καλό ΠΑΣΟΚ” χρειάζεται πιστεύω, μία κεντρώα δημοκρατική παράταξη που να μπορεί να συμβιβάζει αντιθέσεις περισσότερο από το να πολώνει, και αυτή τη στιγμή μια τέτοια παράταξη λείπει από το πολιτικό σκηνικό, όπου η φιλελεύθερη παράταξη μοιάζει να οδεύει ολοταχώς προς τον νεοφιλελευθερισμό και να εγκαταλείπει το κοινωνικό της πρόσωπο, ενώ ο έτερος και νέος πόλος του δικομματισμού, ο ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθεί να καλύψει το “δημοκρατικό κέντρο”, νομίζω όμως ότι χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια για να τα καταφέρει.

Αυτό που νιώθω (και που διευρύνει μέσα μου αυτή την αίσθηση του “κενού στο κέντρο”) είναι ότι και ο κ. Μητσοτάκης και (περισσότερο) ο κ. Τσίπρας θα ήθελαν κατά βάθος να είναι πιο κεντρώοι απ’ όσο μπορούν οι παρατάξεις τους. Το λαϊκό αίσθημα της αλλαγής βέβαια, τηρουμένων των αναλογιών, παρόμοιο με αυτό του 1981, μόνο ο δεύτερος είχε τη χαρά να το γευτεί  – τον Ιανουάριο του 2015, όλοι ένιωσαν (άλλοι με ενθουσιασμό και άλλοι με μια κάποια ανασφάλεια) ότι κάτι καινούριο ξεκινά, ωστόσο είχε, μαζί με τον ελληνικό λαό, την εμπειρία της ανώμαλης προσγείωσης, ελάχιστους μήνες μετά, εκείνο το φοβερό καλοκαίρι. Αντίθετα, το 2019 ο κ. Μητσοτάκης, όπως και ο πατέρας του σχεδόν τριάντα χρόνια πριν ήρθε στην εξουσία επειδή ένα μέρος των κεντρώων ψηφοφόρων καταψήφισε την πολιτική του προκατόχου του, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι υπερψήφισε τη δική του. Και οι δυο Μητσοτάκηδες πόνταραν στην “Απαλλαγή” και όχι στην αλλαγή, έστω κι αν αμφότεροι είχαν συγκεκριμένες αλλαγές στο νου τους. [Για πολλά πράγματα που έλεγε ο πατήρ Μητσοτάκης, τον οποίο επίσης δεν συμπάθησα ποτέ ιδιαιτέρως, οφείλω να ομολογήσω ότι δικαιώθηκε εκ των υστέρων].

Όμως, συνήθως η αλλαγή (και όχι η απαλλαγή ως αναγκαίο κακό) είναι αυτή που εμπνέει τον κόσμο. Και, κακά τα ψέματα, αν μπορούμε να μιλήσουμε για μια μεγάλη αλλαγή στη σύγχρονή μας ιστορία αυτή είναι εκείνη της 18ης Οκτωβρίου του 1981. Αυτή του ΠΑΣΟΚ.

Οπότε, το ερώτημα παραμένει. Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ; ή έστω, ένα ΠΑΣΟΚ…;

Πηγή: ionica.gr