Αναστάσιος Γερμενής: Ένας “αθεράπευτος Κεφαλονίτης” και… «πολιτογραφημένος» Λαρισαίος στην Ακαδημία Αθηνών!

Του ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ

«Ο ομότιμος καθηγητής Εργαστηριακής Ανοσολογίας, Αναστάσιος Ε. Γερμενής εκλέχθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, στον κλάδο «Ιατρικές Επιστήμες- Εργαστηριακή Ανοσολογία» στην Τάξη των Θετικών Επιστημών».

Η είδηση μου ήταν γνωστή εδώ και καιρό. Ένα βράδυ στις αρχές του Δεκέμβρη, ο ιδρυτής του Εργαστηρίου Ανοσολογίας-Ιστοσυμβατότητας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, είχε αποδεχθεί την πρόσκληση μου για μια κουβέντα και μου είχε «αποκαλύψει» το ενδεχόμενο να τιμηθεί με την μέγιστη αυτή διάκριση. Ευγενής αλλά και διστακτικός για όλα όσα ήθελα να μάθω, δεν φανταζόταν πως μια κουβέντα γνωριμίας θα κατέληγε σε ένα τρίωρο αφήγημα σκέψεων, προβληματισμών και απόψεων, πάνω στον καμβά της ιατρικής αλλά με χρώματα της ποίησης.

Ο αθεράπευτος Κεφαλλονίτης με τη βαθιά αγάπη για το νησί του, μετά από 18 χρόνια παρουσίας στη Λάρισα, θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας «πολιτογραφημένος Λαρισαίος». Η παρουσία του ξεχωριστή τόσο εντός όσο και εκτός πανεπιστημιακής κοινότητας. Δεν είναι άλλωστε σύνηθες ένας γιατρός να εκφράζει δημοσίως μερικές μάλλον «αιρετικές» απόψεις για την επιστήμη που αγάπησε και υπηρέτησε με πάθος, ούτε, πολύ περισσότερο, να δημοσιεύει στίχους «για μια πρωτόπλαστη μέρα».

Με λίγο κρασί και κάποια εκλεκτά εδέσματα, λιτά και απέριττα, ο κ. Αναστάσιος Γερμενής πιάνει το νήμα της ζωής του από την υπέροχη Κεφαλονιά, από κει δηλαδή που ξεκίνησαν όλα…

«Η πατρίδα μου η Κεφαλονιά είναι ένας ιδιαίτερος τόπος. Ενετοκρατούμενη ως τα 1800 και «δώρο» στην Ελλάδα από τους Άγγλους το 1864, «ζυμώθηκε» με πολλούς πολιτισμούς, χωρίς να γνωρίσει δεινά που γνώρισαν άλλες περιοχές της χώρας. Ωστόσο ήταν το 1953 όταν ένας ισχυρότατος σεισμός κατέστρεψε το νησί ολοσχερώς.

Οι Κεφαλλονίτες ήταν πάντοτε μετανάστες και τα βιώματα αυτά τα είχα από παιδί. Ο πατέρας μου ήταν φυματικός, συνασθενής του Ρίτσου στο σανατόριο της Πάρνηθας και γνώριμος της Πολυδούρη, του Καρυωτάκη και άλλων σπουδαίων «φυματικών» των ελληνικών γραμμάτων.

Η κουλτούρα της οικογένειας μου και η φυματίωση νομίζω πως έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μου, καθώς και στη μετέπειτα πορεία μου…

Στο Πανεπιστήμιο πέρασα το 1970, μεσούσης της δικτατορίας. Είχα την τύχη να συναντηθώ με σπουδαίους μέντορες που μου έμαθαν, στα χρόνια των σπουδών μου, τι είναι επιστήμη αλλά και τι είναι πολιτική. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, μέχρι να πάρω το πτυχίο μου, είχα απομυθοποιήσει την ιατρική, μια επιλογή που έκανα στο όνομα της φυματίωσης του πατέρα μου και του χριστιανισμού μου…», εξιστορεί ο καθηγητής δίνοντάς μου το πρώτο έναυσμα να τον ρωτήσω τι ήθελε να γίνει, αν δεν είχε επιλέξει την ιατρική.

«Τελειώνοντας την ιατρική ήθελα να γίνω μαθηματικός. Ωστόσο δεν τόλμησα να το πω στον πατέρα μου. Ίσως γι’ αυτό…. διολίσθησα προς στην Ανοσολογία».

«Έχουμε ανοσία στη βλακεία;», ρωτάω, διακόπτοντάς τον ξανά.

Χαμογελάει. «Καθόλου. Το αντίθετο μάλιστα…», μου εξηγεί και του ζητώ να μου ορίσει την ιατρική με δικά του λόγια.

«Η ιατρική είναι δευτερογενής, παράγωγος επιστήμη. Δεν έχει δική της θεωρία και υποθέσεις που προσπαθεί να αποδείξει. Η επιστημονική της φυσιογνωμία στηρίζεται στα δάνεια από τις   βιολογικές και τις άλλες επιστήμες. Η θεαματική της πρόοδος, ειδικά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι, σε μεγάλο βαθμό, αποτέλεσμα της έκρηξης που παρατηρήθηκε στη Φυσική, τη Χημεία, τη Βιολογία και στις υπόλοιπες συναφείς επιστήμες. Η αποτελεσματική χρήση των επιτευγμάτων όλων αυτών των επιστημών προς όφελος της υγείας, απαιτεί οπωσδήποτε επιστημονική μέθοδο αλλά και μια σειρά άλλων πραγμάτων, όπως η διαίσθηση, η ενσυναίσθηση κ.ά., ο συγκερασμός των οποίων μετατρέπει την ιατρική στην ύψιστη των τεχνών. Ο επιτυχημένος γιατρός μου μοιάζει περισσότερο με τον Νουρέγιεφ παρά με τον Αϊνστάιν…».

Ποιος είναι καλός γιατρός;

Ο τεράστιος όγκος των επιστημονικών γνώσεων που καλείται να ανακαλέσει και να συνδυάσει ο γιατρός μπροστά στο κάθε πρόβλημα που πρέπει να επιλύσει, κάνει τη δουλειά του εξαιρετικά δύσκολη. Αυτή η διεργασία γίνεται ακόμη δυσκολότερη δεδομένου του τεράστιου αριθμού δεδομένων, με τα οποία «περιγράφεται» σήμερα η κατάσταση της υγείας του κάθε αρρώστου. Η τεχνολογία υπόσχεται και έχει ήδη επιτύχει έναν σημαντικό βαθμό υποστήριξης των γιατρών στη λήψη των αποφάσεών τους. Επομένως, μια πρώτη απάντηση στο ερώτημά σας θα ήταν ότι καλός γιατρός είναι αυτός που ξέρει να κάνει αποτελεσματική χρήση της τεχνολογίας. Δυστυχώς, κατά τη γνώμη μου, αυτή είναι μια άποψη που τείνει να επικρατήσει, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι η τεχνολογία δεν θα μπορέσει ποτέ να υποκαταστήσει τον ανθρώπινο εγκέφαλο. Η θεμελιώδης διαφορά των υπολογιστών από τον εγκέφαλο είναι ότι ο τρόπος λειτουργίας του εγκεφάλου δεν είναι αλγοριθμικός. Κατά συνέπεια, η μηχανιστική αντίληψη του σύγχρονου γιατρού με βρίσκει αντίθετο, όσο κι αν είμαι λάτρης της τεχνολογίας. Η επιτυχία θα εξαρτηθεί από την επιμονή μας να ενσωματώσουμε τα τεράστια τεχνολογικά επιτεύγματα στο ουμανιστικό, ολιστικό πρότυπο της ιπποκρατικής ιατρικής. Θεωρώ πως το παλιό μότο ότι ο καλός γιατρός «πάντα παρηγορεί, συνήθως ανακουφίζει και μερικές φορές θεραπεύει» δεν μπορεί να πάψει να ισχύει όσο κι αν αλλάζει η αναλογία ανάμεσα σ’ αυτές τις τρεις λειτουργίες του.

Υπάρχει η αίσθηση πως ο γιατρός είναι ένας «μικρός Θεός»

Όπως διαμορφώνεται, η σύγχρονη ιατρική πείθει τους γιατρούς πως είναι «μικροί Θεοί». Θα έλεγα ότι τους εξωθεί και τους εξαναγκάζει σε μια τέτοια νοοτροπία. Είναι το «σύστημα» που υπαγορεύει αυτή τη μηχανιστική αντίληψη που σας έλεγα και νωρίτερα. Και το «σύστημα» έχει και μια οικονομική παράμετρο. Η παραγωγή κάθε νέου φαρμάκου κοστίζει σήμερα περίπου 5 δις ευρώ! Αναλογιστείτε τώρα πόσες χώρες έχουν ΑΕΠ χαμηλότερο από 5 δις… Από τη στιγμή που ο μεμονωμένος γιατρός έχει στη διάθεσή του ένα τέτοιο φάρμακο, έστω κι αν αυτό υπόσχεται να παρατείνει την αμφίβολης ποιότητας ζωή του αρρώστου του για μια μέρα, δεν μπορεί παρά να το χρησιμοποιήσει. Έχει την ηθική υποχρέωση να το χρησιμοποιήσει. Η σκέψη μήπως με τα ίδια χρήματα θα μπορούσαν να εμβολιαστούν και να ζήσουν μια υγιή ζωή μερικές χιλιάδες παιδιά δεν είναι του γιατρού. Είναι απόφαση του συστήματος. Καταλήγω λοιπόν στο ότι ο γιατρός είναι σήμερα θύμα των κοινωνικών φαινομένων πολύ περισσότερο απ’ ότι ήταν παλαιότερα. Ένα μεγάλο μέρος της ευθύνης για τον έλεγχο αυτής της κατάστασης ανήκει στην ιατρική εκπαίδευση. Και μάλιστα στην ιατρική εκπαίδευση χωρών όπως η δική μας. Δεν ξέρω πόσο εύκολη και πόσο αποδοτική μπορεί να αποβεί η προσπάθεια να μπουν οι ιατρικές σχολές της πατρίδας μας στην κούρσα του διεθνούς ερευνητικού ανταγωνισμού. Είμαι όμως βέβαιος ότι η μελέτη των προβλημάτων που συνεπάγεται η ανεξέλεγκτη εισβολή της τεχνολογίας στην ιατρική, η διαμόρφωση προτάσεων, η προβολή τους σε διεθνές επίπεδο και η αντίστοιχη εκπαίδευση των νέων γιατρών θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια εξόχως αποδοτική δράση soft science για τις ιατρικές σχολές της χώρας μας.

Πιστεύετε στο θεό;

Είμαι άθρησκος, όχι άθεος. Πείτε με αγνωστικιστή, αν και δεν μου αρέσει ο όρος. Έχετε υπόψη, βέβαια, ότι η ερώτησή σας δεν είναι τόσο απλή όσο συνήθως ακούγεται. Κανένας από τους μεγάλους σύγχρονους επιστήμονες δεν έχει κατορθώσει να δώσει απάντηση στο ερώτημα αν, κατά την άποψή του, υπάρχει θεός. Εξάλλου η αθεΐα είναι κι αυτή μια πίστη: πίστη στην ανυπαρξία θεού. Θα ήθελα ακόμη να διευκρινίσω ότι, ανεξαρτήτως της αθρησκείας μου, προσμετρώ τη θρησκεία στις συντεταγμένες του πολιτισμού και επ’ ουδενί καταδικάζω τη θρησκευτικότητα σε εθνικό επίπεδο.

Φοβάστε τον θάνατο;

Όχι, δεν τον φοβάμαι. Ή, για την ακρίβεια, αυτό το θέμα δεν με απασχολεί. Την αναπηρία φοβάμαι πάρα πολύ.

Μου είπατε στην αρχή της κουβέντας μας πως τότε, εκείνα τα πρώτα χρόνια στο Πανεπιστήμιο, «μπλεχτήκατε» με την πολιτική. Πώς είδατε λοιπόν την «πρώτη φορά αριστερά»;

Το όρισμα της πολιτικής εκείνη την εποχή ήταν εντελώς διαφορετικό. Βασικό πρόβλημα της εποχής μας είναι ότι πολλοί όροι έχουν αλλάξει περιεχόμενο. Η πολιτική, ως πολιτισμικός όρος, είχε ανέκαθεν την αναφορά του στην κοινωνία και η αναφορά αυτή εξυπηρετείτο από την ιδεολογία. Σήμερα, η πολιτική αναφέρεται καθ’ υπεροχήν στην οικονομία αδιαφορώντας για τις ιδεολογικές της προκείμενες. Είναι συγκλονιστικό το γεγονός ότι σήμερα δεν υπάρχει καμιά ιδεολογία που να καλύπτει τη σύγχρονη κοινωνικοοικονομική συνθήκη, επίδικο της οποίας αποτελεί η πνευματική ιδιοκτησία. Η σημερινή Αριστερά πρέπει να βρει το όρισμα του σύγχρονου προλετάριου κι η σημερινή Δεξιά οφείλει να μας πει τι σχέση έχει ο σύγχρονος καταναλωτικός καπιταλισμός με τον κεϋνσιανισμό. Κι όλα αυτά, την ώρα που η τέταρτη επανάσταση αλλάζει τον κόσμο με ταχύτατους ρυθμούς ή, όσον αφορά την πατρίδα μας, την ώρα που περιτριγυρίζεται από ολοένα και περισσότερα «μη-κράτη». Όπως αντιλαμβάνεσθε, απέφυγα να απαντήσω στο «πώς είδα την πρώτη φορά αριστερά», γιατί το πρόβλημά μου είναι «πώς βλέπω την… πρώτη φορά».

Σήμερα τι ζούμε στην Ελλάδα;

Ο θεός να βάλει το χέρι του… Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος γι’ αυτό που μπορεί να συμβεί στην Ελλάδα. Αυτό που ζούμε σήμερα είναι μια βαθιά πολιτισμική και κοινωνική κρίση, η έξοδος από την οποία απαιτεί Παιδεία. Και δυστυχώς η ελληνική παιδεία δεν είχε ποτέ συγκεκριμένη φιλοσοφία.

Τι είναι η ποίηση;

Δεν ξέρω. Έχω δημοσιεύσει μερικά ποιήματα και πρόσφατα εξέδωσα μια ποιητική συλλογή, επειδή κάποιοι φίλοι που ασχολούνται επαγγελματικά με τα Γράμματα, με έπεισαν ότι είναι πράγματι ποιήματα κι ότι η δημόσια έκθεσή τους δεν θα προσβάλει αυτά τα ιερά τέρατα που είναι για μένα οι ποιητές. Η αιτία, για την οποία ανέκαθεν έγραφα, είναι ότι το μοναδικό άθλημα, στο οποίο μπόρεσα να επιδοθώ στη ζωή μου, ήταν το παιχνίδι του λόγου (και με μικρό και με κεφαλαίο λάμδα). Και σ’ αυτό το παιχνίδι, η Επιστήμη που επιτύχησα να μου φιλοξενήσει τη ζωή, υπήρξε πολύ αυστηρή σύντροφος. Δεν μου επέτρεπε τις παρεκκλίσεις. Έτσι, επιδιδόμενος σε παρασπονδίες του επιστημονικού λόγου εισέπραττα και μια γοητευτική αίσθηση αμαρτίας. Μια άλλη αιτία ήταν η ανάγκη επικοινωνίας με την εικόνα του κόσμου που προσπαθούσα (και μάλλον θα συνεχίσω μέχρι τέλους να προσπαθώ) να διαμορφώσω μέσα μου. Κι αυτή μου πάλι την ανάγκη δεν μου την κάλυπτε η Επιστήμη. Αντίθετα, μού ‘δειχνε συνεχώς τον κόσμο που ανακάλυπταν οι άλλοι και μου δημιουργούσε μια εξαιρετικά απαιτητική περιέργεια που, ώρες-ώρες, ξεπερνούσε τα όριά μου. Έτσι, λοιπόν, γύριζα μέσα μου κι άρχιζα να κουβεντιάζω με το εσώτερο περιβάλλον μου.

Πρόσφατα, σε μια εκδήλωση για τη Φιλοσοφία της Επιστήμης που έγινε στην Ιατρική Σχολή, παρακολουθήσαμε την παρουσίαση του νέου σας βιβλίου. Η ενασχόλησή σας με τη Φιλοσοφία της Επιστήμης είναι κάτι καινούργιο;

Το βιβλίο μου «Ανοσία: Αλληγορία και πραγματικότητα» είναι μια σπουδή επιστημολογίας της ειδικότητάς μου, της Ανοσολογίας. Είχα την τιμή να φιλοξενήσουν την έκδοσή του στη σειρά Φιλοσοφία της Επιστήμης, οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης που είναι ο σημαντικότερος ακαδημαϊκός εκδοτικός οίκος στη χώρα μας. Όπως ανέφερα και παραπάνω, ο προβληματισμός μου γύρω από τα θεμελιώδη προβλήματα της Επιστήμης είχε αρχίσει από τα φοιτητικά μου χρόνια, ενώ αργότερα, είχα ενεργό συμμετοχή στα Σεμινάρια της Ερμούπολης. Η ιστορία, η κοινωνιολογία και, γενικότερα, η φιλοσοφία της Ανοσολογίας είναι μια πραγματική πρόκληση. Οι «περιπέτειες» των θεωριών και των εννοιών της είναι αντίστοιχες ή και μεγαλύτερες εκείνων των κλασικών επιστημών, με τη διαφορά ότι έλαβαν χώρα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα οδηγώντας σε μια σειρά θεαματικών ανακαλύψεων.

Αν γυρνούσατε τον χρόνο πίσω;

Μπορεί να γινόμουν γιατρός. Η καθημερινότητα της κλινικής ιατρικής, όπως τη γνώρισα δίπλα στη σύζυγό μου, μου φαίνεται γοητευτική. Το πιθανότερο, όμως, ήταν να γινόμουν μαθηματικός.

Ποια συμβουλή θα δίνατε σε έναν νέο άνθρωπο;

Να έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και να μην κλείνει τα όνειρά του. Να λέει πάντα μέσα του «από τη στιγμή που κάποιος πήρε το Νόμπελ, μπορώ κι εγώ». Και φυσικά να μην σταματάει να δουλεύει πολύ. Η δουλειά δεν θα σε προδώσει.

Το όνειρο σας;

Όχι κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνω. Θέλω είναι να κυλάει η ζωή μου μέσα στην ομορφιά. Να επικρατήσει επιτέλους η αισθητική. Σήμερα είναι η αισθητική που πλήττεται περισσότερο απ’ όλα. Δεν μένει χρόνος στον άνθρωπο να φτιάξει ομορφιά.

Φτιάχνεται η ομορφιά;

Η ομορφιά υπάρχει δίπλα μας, γύρω από τα απλά πράγματα. Αυτό που πρέπει να κάνουμε εμείς είναι να τη φέρουμε στο συνειδητό μας…

Σας ευχαριστώ πολύ για την κουβέντα.

Κι εγώ ευχαριστώ.

Πηγή: https://www.larissapress.gr/