Διαπιστώθηκε ότι οι δύο δόσεις του εμβολίου mRNA βελτίωναν την προστασία κατά της Όμικρον όσων στο παρελθόν είχαν μολυνθεί από τον κορονοϊό, αλλά μία τρίτη αναμνηστική δόση δεν φάνηκε να παρέχει κάποιο άξιο λόγου έξτρα όφελος.
Κάτι ανάλογο έδειξε και μία καναδική έρευνα, που προδημοσιεύθηκε επίσης στο medRxiv, σύμφωνα με την οποία μετά τις δύο δόσεις οι επιπρόσθετες παρέχουν μάλλον οριακό όφελος έναντι της Όμικρον στα άτομα που προηγουμένως είχαν αρρωστήσει από κορονοϊό (από άλλη παραλλαγή) και έτσι είχαν αποκτήσει φυσική ανοσία σε κάποιο βαθμό.
Τι έδειξαν τα ποσοστά από τις έρευνες
Χωρίς εμβολιασμό, μία προηγούμενη μη-Όμικρον λοίμωξη φάνηκε να μειώνει τον κίνδυνο επαναλοίμωξης με Όμικρον κατά 44% (από 66% μετά από 3-5 μήνες στο 35% μετά από 9-11 μήνες και κάτω του 30% μετά από ένα έτος). Όσο πιο σοβαρή ήταν η προηγούμενη λοίμωξη τόσο μεγαλύτερη ήταν η μείωση του κατοπινού κινδύνου επαναλοίμωξης (από 8% για τους ασυμπτωματικούς έως 68% για όσους είχαν χρειαστεί νοσηλεία).
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου mRNA κατά της Όμικρον ήταν σημαντικά μεγαλύτερη αν κάποιος είχε επίσης περάσει προηγουμένως λοίμωξη Covid-19. Όμως πέραν των δύο δόσεων, φάνηκε ότι η τρίτη δόση αύξανε οριακά μόνο την προστασία.
Τα συμπεράσματα από τις δύο μελέτες, σύμφωνα με τη Λιντ, είναι:
— Πρώτον, ότι οι άνθρωποι θα πρέπει να κάνουν δύο δόσεις εμβολίου mRNA άσχετα από το αν είχαν προηγούμενη λοίμωξη Covid-19 ή όχι,
— Δεύτερον, ότι όσοι δεν είχαν προηγούμενη λοίμωξη πρέπει να κάνουν ενισχυτική δόση και, τρίτον, ότι οι άνθρωποι με προηγούμενες λοιμώξεις θα μπορούσαν να κάνουν ενισχυτική δόση ιδίως αν ανήκουν σε ομάδα υψηλού κινδύνου για επιπλοκές που θα μπορούσαν να απειλήσουν τη ζωή τους, όμως παράλληλα ας έχουν υπόψη ότι η ενισχυτική δόση μπορεί τελικά να μην τους παρέχει σημαντική επιπρόσθετη προστασία έναντι της λοίμωξης, σε σχέση με τις δύο δόσεις.
Πηγή: aftodioikisi.gr