Δελλαπορτάτα – Ένα ερημωμένο χωριό της Παλικής

1ο Μέρος
Το κείμενο δημοσιεύεται λόγω της επικείμενη εκδήλωσης για την ιστορία του χωριού και της ιαματικής πηγής της αγίας Ελεούσας Δελλαπορτάτωντην 1η Αυγούστου 2019
Γεράσιμος Σωτ. Γαλανός
Πάνω από τον κάμπο της Υπαπαντής, έξω και βορειοδυτικά του Ληξουρίου, εκεί που αρχίζουν τα υψώματα και οι λόφοι στο κέντρο της Παλικής, σε καλλιθέατη ράχη, βρισκόταν από παλιά το χωριό Δελλαπορτάτα. Οδηγεί κανείς τα βήματά του από παράκαμψη της οδικής αρτηρίας της Ανωγής έπειτα από το ύψωμα των Ορόγγων, και από τον μύλο του Λατσή προς τον κάμπο της Υπαπαντής ή του Βαρέως βγάζει ο δρόμος στην πίσω μεριά του χωριού.

Γύρω από το χωριό υπάρχουν γνωστές τοποθεσίες που στεφανώνουν συνοριακά τον μικρόν οικισμό: ο Λόγγος εκεί που βρίσκονται τα Γερουλανέικα και λίγο πιο κάτω τα χωράφια του Κολονέλου (Νικόλα Παρίση). Προς τα ανατολικά τα χωράφια του Τζατζαμίνη (Γεράσιμου Χαριτάτου) και πιο κυκλικά το ύψωμα στον Άγιο Γεώργιο με το ερειπωμένο εκκλησάκι του μακαρίτη οφθαλμίατρου Νικόλα Δελλαπόρτα. Γυρίζοντας ανατολικά και αρχής γενομένης προς τα νότια υπάρχουν τα τοπωνύμια Κλείσματα, Αρβανιτοχώρι, η Αγία Ελεούσα με την ιαματική πηγή της (Ιδιοκτησία του Φώτη Γερασίμου Γραικούση) και ανεβαίνοντας το ύψωμα οι Ορόγγοι, ενώ προς τα δυτικά υπάρχουν τα Κλαδάτα.

Κατά το ανέβασμα στο χωριό τα σπίτια που έχουν ξαναφτιαχθεί τα συναντάς πλάι στο δρόμο και ανάμεσά τους βρίσκονται ερείπια από άλλα που δεν ξαναφτιάχθηκαν. Το 1943 οι Γερμανοί Κατακτητές μαζί με ντόπιους δωσίλογους έκαψαν κάποια σπίτια στο χωριό, σπίτι του Φώτη Γραικούση και το σπίτι του Γεράσιμου Μουρελάτου (Κάμπαλου), όπου και έκαψαν ζωντανή τη Μαλαματένια Μουρελάτου, (μητέρα του Γεράσιμου), για να εκδικηθούν τον αγώνα που έκαναν μερικοί από τους κατοίκους για λευτεριά βασιζόμενοι στην αριστερή ιδεολογία τους.

Σήμερα αυτό το χωριό -όπως και άλλα- έχει ερημώσει. Η εικόνα θλίβει. Οι ελάχιστοι που έχουν απομείνει αντιστέκονται στη φθορά της μνήμης και της αδιαφορίας. Πριν το σεισμό ο οικισμός απαριθμούσε γύρω στα 80-90 άτομα, ενώ σήμερα οι κάτοικοί του είναι μετρημένοι στα δάχτυλα.
Η παλιά παράδοση λέει… για το χωριό
 
Η παράδοση που ακολουθεί και διατηρείται έως τις ημέρες μας, αναφέρεται στο πώς κτίστηκε το χωριό και πως πήρε το όνομά του. Θεώρησα φρόνιμο να μη δημοσιεύσω τη δική μου καταγραφή, που είναι και πρόσφατη, αλλά αυτή του Σπύρου Σκηνιωτάτου, αξιόλογου τέκνου του χωριού που μας άφησε πνευματική κληρονομιά το ποικίλο έργο του. Η Παράδοση ή «το ιστορικό του χωριού» δημοσιεύτηκε από τον Σπύρο Σκηνιωτάτο στο Παγκεφαλληνιακόν Ημερολόγιον, του 1939 που εξέδιδε στο Αργοστόλι ο παραπάνω αναφερόμενος δημιουργός, με τίτλο ΤΑ ΔΕΛΛΑΠΟΡΤΑΤΑ, σελίδες143- 146.
«Η παράδοσις φέρει το αρχαίο χωριό Δελλαπορτάτα τοποθετημένο μεταξύ Καμιναράτων και Δεματορών προς την συνοικίαν Ρουχωτέικα και είχε κατοίκους αρκετούς και παλληκαράδες καταγομένους από την Ιταλία ή και από την Γαλλία κατά την γνώμην άλλων και ότι Δελλαπόρτας θα πη άνθρωπος της πόρτας ή θυρωρός ή πυλωρός, επειδή εμισθοδοτούντο και εφρούρουν τας πύλας των Κάστρων. Στην τοποθεσία τού προ τριών ή τεσσάρων αιώνων χωριού, τώρα είναι σταφιδάμπελοι και ονομάζεται «Στα Δελλαπορτάτα», υπάρχουσι δε μέχρι σήμερον και θεμέλια σπιτιών και μικροευρήματα οι καλλιεργηταί των κτημάτων πολλάκις ανευρίσκουσι. Εκεί ήταν και μια βρύση1χρησιμοποιουμένη και από το χωριό Δελλαπορτάτα και από τα γειτονικά χωριά επειδή είχε διαυγέστατο και κρύο νερό πόσιμο. Στο μεγαλοχώρι Σκηνιάς υπήρχον τότε οι Λοβέρδοι, μεγάλη και πολυάριθμος οικογένεια και κατά συνέπειαν είχαν πολλά και νόστιμα κορίτσια , όχι βέβαια σαν της εποχής μας με κομμένα μαλλιά, με κοντά φουστάνια , με νύχια και μούτρα σαν κινέζικα αγγεία, αλλά νοικοκυροκόριτσα και σεσταρισμένα. Τα κορίτσια εκείνα μαζί με τις άλλες εργασίες τους είχαν την υποχρέωσι να πηγαίνουν με τις στάμνες στο κεφάλι τους στη βρύση στα Δελλαπορτάτα κάθε μέρα για πόσιμο νερό. Η νεολαία των Δελλαπορτάτων επήρε μυρωδιά σαν λαγωνικό και επήγαιναν και εξαπλώνονταν κατά γης και από τα δυο μέρη του στενού δρόμου, που θα περνούσαν τα κορίτσια των Λοβέρδων και ετέντωναν τα ποδάρια τους , για να μπερδεύωνται τα διερχόμενα κοριτσοπόδαρα και να γίνεται τοιουτοτρόπως κάποιος ντόρος μεταξύ των νέων και των κοριτσιών. Αλλά ήταν άπρεπος και ανωφελής ο κακοήθης αυτός ντόρος με φοβεράς συνεπείας.

Τα κορίτσια το είπαν στους γονείς τους και καθημερινώς διεμαρτύροντο δια τας ενοχλήσεις ταύτας. Οι Λοβέρδοι εκάμανε μυστικοσυμβούλιο και ευρέθησαν όλοι σύμφωνοι ότι δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν κατά των πολυαριθμοτέρων και παλληκαράδων Δελλαπορτάδων και συνεπώς πρέπει δι’ απάτης να εκτελέσουν το σκοπό τους και προς τούτο λέγουν στα κορίτσια τους να μη μιλούν καθόλου και να μη δίδουν απολύτως σημασίαν στα πειράγματα των Δελλαπορτάδων, αλλά τουναντίον μάλιστα να φαίνωνται ότι ευχαριστούνται και ερωτοτροπούν με τους νέους εκείνους. Οι δε Λοβέρδοι όλοι γενικώς εκαμώθηκαν πως δεν έμαθαν από τα κορίτσια τους τίποτε και, σαν αλεπούδες πονηροί, έτρεχον να συναντώνται και να συναναστρέφονται και να σχετίζωνται με τους Δελλαπορτάδες και να υποκρίνωνται ότι είναι ειλικρινείς φίλοι αυτών. Επλησίαζεν η ημέρα το Πάσχα και οι φοβεροί Λοβέρδοι είχον καταστρώσει το σχέδιον της εξοντώσεως των Δελλαπορτάδων.
Τρέχουν οι γεροντότεροι και συναντούν τους Δελλαπορτάδες, τους γλυκοχαιρετούν με ωραία κομπλιμάν, καθώς κάνει και κάθε απατεών και άθλιος άνθρωπος και τους προσκαλούν να πάνε όλοι το απόγευμα της Λαμπρής στο Σχοινιά να κάμουν μαζί την Ανάστασι στη μεγάλη τους εκκλησιά και μάλιστα να πάρουν όλοι μικροί μεγάλοι και τα ντουφέκια τους και τα τρομπόνια τους, για να ρίξουν κατά το σύνηθες πυροβολισμούς (άσφαιρους εννοείται) για την αγάπη του Χριστού. Το στρατήγημα επέτυχε. Οι Δελλαπορτάδες όλοι μικροί, μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, επήγαν στο Σχοινιά να κάμουν ανάστασι μαζί με τους άσπονδους φίλους των Λοβέρδους έχοντας και τα όπλα τους και μπαρούτι μόνον για να πυροβολούν στον αέρα. Οι Λοβέρδοι τους υποδέχτηκαν με ανοικτές αγκάλες, με γέλοια, με χαρές, με φιλοφρονήσεις, τους παρεχώρησαν όλα τα στασίδια της εκκλησιάς λέγοντες «Άρχοντες Δελλαπορτάδες είνε για μας μεγάλη χαρά και τιμή μας να σας περιποιηθούμε, καθώς και πρέπει στην ευγενία σας» και πολλά άλλα του λεξικού της δολιότητος. Οι Δελλαπορτάδες ανύποπτοι εδέχοντο όλα ταύτα και από το καμάρι τους εκορδωνόντανε, σαν μερικούς νεοπλούτους ή και γαλοκληρονόμους της σημερινής εποχής. Όταν έφτασεν η ώρα της Α γ ά π η ς εβγήκαν έξω εις το μεγάλο προαύλιον της εκκλησίας , προπορευομένου του παππά με ανά χείρας το ιερόν ευαγγέλιον ψάλλοντες όλοι το «Χριστός ανέστη».

Οι Λοβέρδοι παρετάχθησαν όλοι από την αριστεράν πλευράν παρατάξαντες όλους τους Δελλαπορτάδες στα δεξιά των, τιμής ένεκεν. Τα πάντα ήσαν έτοιμα. Οι Δελλαπορτάδες, ως ανύποπτοι, είχαν γεμίσει τα όπλα τους με μπαρούτι μόνον, ενώ οι Λοβέρδοι τα είχαν γεμίσει με τα βόλια του θανάτου. Θέλοντες όμως να είναι εν πλήρη

ασφαλεία, σπεύδουν, με την χαρακτηριστική γλυκειά γλώσσα του κάθε ψεύτη και απατεώνος και όλοι με ένα στόμα να λέγουν: «Άρχοντες Δελλαπορτάδες, εκτός του ότι είσθε μέσα στο χωριό μας και έχουμε υποχρέωσι και καθήκον, αλλά και σαν Άρχοντες που είσθε σας αρμόζουν τα πρωτεία και στη γιορτή ακόμη αυτή που κάνουμε μαζύ και πρέπει πρώτοι να αρχίσετε τα σμπάρα της χαράς μας». Οι Δελλαπορτάδες εξεκένωσαν τότε τα άσφαιρα όπλα των στον αέρα, οι δε Λοβέρδοι αστραπιαίως στρέψαντες τα όπλα των επυροβόλουν κατάστηθα αυτούς. Ελάχιστοι απέμειναν ζωντανοί και καταπληγωμένοι διασωθέντες κατά της φυγής. Εξ αυτών των οπωσδήποτε διασωθέντων Δελλαπορτάδων επήγαν στη θέσι που είνε σήμερον το χωριό μου μερικοί και έστησαν καρτέρι, διότι εκείθεν ήταν το μονοπάτι, που οι Σχοινιώτες μετέβαιναν στο Ληξούρι, και εφόνευον κάθε Λοβέρδον, που περνούσε από εκεί και έτσι οι Λοβέρδοι άλλαξαν μονοπάτι και επήγαιναν στο Ληξούρι από το μονοπάτι Κοντογεννάδος, Βουτσινίχας, που σήμερον είναι ο δημόσιος δρόμος όλης της Ανωγής. Οι δε Δελλαπορτάδες εγκαταλείψαντες πλέον το πραγματικό τους χωριό διεσκορπίστησαν στην Σάμη, Κουβαλάτα, Πύλαρο (Μακριώτικα ), Αγκώνα, Αργοστόλιον , Ληξούριον, Ιθάκη και Λευκάδα.

Στο σημερινό χωριό μου ουδεμία οικογένεια Δελλαπόρτα υπάρχει και ουδείς των κατοικούντων φέρει το επώνυμον Δελλαπόρτας.
Σπύρος Σκηνιωτάτος

Παρόμοια Ιστορία υπάρχει και για την καταστροφή και άλλων χωριών της Παλικής με εμπλεκόμενα χωριά τα Χαυδάτα και τα Ειρηνικά (Ερνικάτα), τα Πολυκαλάτα και τους Σουλλάρους. Είναι δε ιστορικά τεκμηριωμένο ότι εκείνα τα χρόνια συνέβαιναν τέτοια γεγονότα
Στην περίπτωση της ιστορίας που αφορά στα Δελλαπορτάτα υπάρχει γι’ αυτό το γεγονός σημαντική αναφορά και στα «Σύμμικτα» του ιστοριοδίφη Ηλία Τσιτσέλη (Βλ. Τόμος Α΄ σ.σ. 91-92):
«…οι Δελλαπόρται ήσαν εγκατεστημένοι εν Πάλη μεταβαλόντες και δόγμα. Δαλλαπόρται ήσαν και εν Σκοινέα της Ανωγής, περί ων σώζεται παράδοσις ότι μεσούντος του ιζ΄ αιώνος , υποπεσόντες εις την δυσμένειαν απλήστου και σκαιού
γαιοκτήμονος του Αντωνίου Λοβέρδου, εξωντώθησαν υπό των μισθοφόρων τούτου, πυροβοληθέντες ενσφαίρως κατά την λιτανείαν της Αναστάσεως , τίνων δ’ εκ των τότε σωθέντων μετώκησαν οι μεν εις το πλησίον λόφον όπου τανύν το μικρόν χωρίον Δαλλαπορτάτα , και άλλοι εις Ληξούριον και Πύλαρον. Την παράδοσιν βεβαιοί και η μνησθείσα ανέκδοτος σάτυρα του 1680».
Για το γεγονός της καταστροφής των Δελλαπορτάδων ο Τσιτσέλης αναφέρει ότι υπήρχε και στιχουργική σάτιρα που σχολίαζε και διακωμωδούσε το συμβάν και που μάλιστα κάηκαν τα σπίτια των Δελλαπορτάδων και η τοποθεσία του ερειπωμένου χωριού έως και σήμερα ονομάζεται «Καψιά»:
Scacciaudo I Dallaporta da Schinea
perche alcun di loro nou volea
seguirlo colle armi nel malfare
e finalmente feceli amazzare

1 Εννοεί ο Σκηνιωτάτος , τη βρύση στα Κέρια , εκεί κοντά ήταν στη θέση «Καψιά» το παλιό χωριό.