Εφτά όλοι κι όλοι ξεκινήσαμε, εφτά γενναίες ψυχές…

Εφτά όλοι κι όλοι ξεκινήσαμε, εφτά γενναίες ψυχές…
Ίσως η συννεφιά να εμπόδισε περισσότερο κόσμο να έρθει. Ίσως η πεποίθηση “εγώ δεν πετάω σκουπίδια στο δρόμο, γιατί να μαζέψω σκουπίδια αλλονών”, ίσως η πεποίθηση “τι θα πει ο κόσμος αν με δει να σκύβω και να μαζεύω σκουπίδια, θα με περάσουν για τρελό, ίσως και ηλίθιο”…
Ίσως κάποιοι δεν μπόρεσαν να έρθουν γιατί ήταν απασχολημένοι να βγάζουν πύρινους λόγους άγονης γκρίνιας στα καφενεία, για τα πράγματα που πρέπει επιτέλους ν’αλλάξουν στην Έρισσο.
Ίσως κάποιοι ήταν απασχολημένοι να ακούν αυτούς που έβγαζαν λογούς…

Καθώς μάζευα ένα κουτάκι μπύρας, θέλησα να μπω στη θέση και την ψυχολογία του ανθρώπου που το πέταγε, την ώρα που το πέταγε.
Του ανθρώπου που νιώθει απογοητευμένος από την κατάσταση και την κοινωνία, του ανθρώπου που νιώθει αδύναμος κι ασήμαντος. Του ανθρώπου που ανοίγοντας το παράθυρο και πετώντας με δύναμη έξω το κουτάκι “γιατί έτσι γουστάρω” νιώθει, έστω για λίγα λεπτά, μία αίσθηση δύναμης και υπεροχής στην κατά τ’άλλα αβάσταχτα ασήμαντη ζωή του.

Θέλησα να καταλάβω πώς νιώθει ο άνθρωπος που αφήνει το άδειο κυπελλάκι του καφέ πάνω στη λιθιά, ενδόμυχα πιστεύοντας πως ίσως θα περάσει η μάνα του να το μαζέψει. Ένας συναισθηματικά ευάλωτος, με ελάχιστη αίσθηση ευθύνης, ανώριμος νους. Ένα κακομαθημένο παιδάκι, κι ας κυκλοφορεί, χρόνια τώρα, σε σώμα ενηλίκου.

Θέλησα να μπω στη θέση του ανθρώπου με το βαρύ άγχος και την βαθιά ανυπομονησία. Τόσο άγχος, τόση ανυπομονησία, τόσο βάρος, που το άδειο μπουκαλάκι στην τσάντα φαντάζει ασήκωτο.
Κι έτσι, μόλις καταφέρνει, το πετά στα μουλωχτά στην άκρη του δρόμου κι απομακρύνεται ανακουφισμένος, αφού απαλλάχθηκε από τουλάχιστον ένα από τα βάρη του.

Προσπάθησα να καταλάβω ποια είναι η λογική που απελευθερώνει και νομιμοποιεί την αυταπάτη ότι η αξία της αυλής, του αυτοκινήτου, της τσάντας μου, είναι ανεξάρτητη και αυθύπαρκτη.

Να καταλάβω την κρυφή λατρεία του νεοέλληνα για τα σκουπίδια.
Σκουπίδια στην άκρη του δρόμου, σκουπίδια στην τηλεόραση, σκουπίδια στο πιάτο, σκουπίδια στην σκέψη.
Μια βαθιά αποθέωση του σκουπιδαριού, η απελευθέρωση από το οποίο συνεπάγεται αλλά και προϋποθέτει πρωτίστως μία βαθιά εσωτερική επανάσταση…

Σήμερα φτάσαμε μέχρι το Μάγγανο.
Σε λίγες μέρες θα κάνουμε τη διαδρομή Μάγγανο – Φισκάρδο.
Θέλω να ονειρεύομαι πως θα είμαστε περισσότεροι.
Όχι πως χρειάζονται περισσότερα χέρια, αλλά έτσι, για την παρέα, για το γαμώτο…

Θέλω να πιστεύω πως μέσα σε αυτούς θα είναι κι ο ελληνάρας που βαρέθηκε να είναι ελληνάρας.
Που θέλει να δραπετεύσει από τη δεισιδαιμονία και την αμορφωσιά κι εκεί, στην άκρη του δρόμου, να προσπαθήσει να ισομετρήσει μέσα στο μυαλό του την φοβερά τολμηρή υπόθεση, πως τα σκουπίδια δεν τα έριξαν εκεί πράκτορες του Σόιμπλε, του Σόρος, των σκοτεινών κέντρων εξουσίας. Δεν τα έριξαν δεξιοί, αριστεροί, ολυμπιακοί, παναθηναϊκοί, χριστιανοί, άθεοι. Για τα σκουπίδια και τα “σκουπίδια” που μας περιβάλλουν, βάλαμε όλοι το χεράκι μας.

Κι ας μην έριξες εσύ, ποτέ χαρτάκι στο δρόμο. Αν προσπαθούσες να θυμηθείς λίγο… Εγώ κι εσύ, ξέρουμε την αλήθεια.
Με κάποια “σκουπίδια” κάπου, κάποτε βολεύτηκες κι εσύ, κάποια “σκουπίδια” λάτρεψες… Έτσι δεν είναι;

Θέλω να φαντάζομαι πως την επόμενη φορά, θα είσαι κι εσύ μαζί μας. Έτσι, για την παρέα, για την εμπειρία, για το γαμώτο…

Για την Υπέρβαση από κάθε είδους σκουπιδαριό στη ζωή μας.

Τι λες; Θα μπορέσεις;
Εγώ πιστεύω θα μπορέσεις…

Από το fb του Γιώργου Τουλιατου