Σύμβολο της απόλυτης αγάπης για την πατρίδα και αφοσίωσης, η Δέσποινα Αχλαδιώτη έμεινε στην ιστορία με το όνομα με το οποίο κέρδισε μια αιώνια θέση στα κιτάπια της. Ως η εμβληματική Κυρά της Ρω, που πέρασε την ζωή της σε αυτήν την ακριτική βραχονησίδα δίπλα στο Καστελλόριζο!
«Τα ξερονήσια του Καστελόριζου και της Ρω τα αγαπώ. Έμεινα μόνη μου το 1943 στο Καστελόριζο με την τυφλή μου μάνα, όταν έφευγαν όλοι οι κάτοικοι του νησιού στη Μέση Ανατολή και στην Κύπρο. Με την ελληνική σημαία υψωμένη και την αγάπη για την Ελλάδα βαθιά ριζωμένη μέσα μου πέρασα όλες τις κακουχίες. Βέβαια η ζωή στη Ρω δεν είναι και τόσο ευχάριστη, αλλά νιώθεις πιο πολύ την Ελλάδα χαμένος όπως είσαι στο πέλαγος, λίγες εκατοντάδες μέτρα από τις Γούρικες ακτές. Την ελληνική σημαία, θέλω να μου τη βάλουν στον τάφο μου»…
Σε αυτά τα λίγα λόγια η Δέσποινα Αχλαδιώτη περικλείει όλο το νόημα της ζωής που πέρασε πάνω σε αυτό το νησάκι, στην εσχατιά του ελληνισμού. Σε ένα σημείο της Ελλάδας τόσο μακρινό που δεν χωρά στον χάρτη.
Τότε, εν μέσω πολέμου, κι ενώ όλοι οι κάτοικοι και από το γειτονικό Καστελλόριζο έφευγαν για να αποφύγουν τους βομβαρδισμούς από τις δυνάμεις του άξονα, η κυρά της Ρω πήρε την απόφαση που καθόρισε την ζωή της έκτοτε. Παρέμεινε στο νησάκι και καθημερινά ύψωνε την ελληνική σημαία, ακριβώς απέναντι από τις τουρκικές ακτές, όπου έβλεπε να κυματίζει εκείνη της γειτονικής χώρας η οποία πάντοτε (και ακόμα μέχρι τις μέρες μας) αμφισβητεί την ελληνικότητα αυτών των χωμάτων.
Όταν η μπόρα του πολέμου πέρασε η κυρά της Ρω παρέμεινε στην θέση της με μοναδική παρέα την σημαία που κάθε πρωί έβγαζε από το σεντούκι της, μόνο και μόνο για να την υψώσει στον ουρανό ως επιβεβαίωση ότι αυτός ο τόπος ήταν και είναι ελληνικός, και με την… βούλα πια, όπως προέκυψε από την συμφωνία της 10ης Φεβρουαρίου 1947 όταν με την Συνθήκη των Παρισίων τα Δωδεκάνησα –και κατ’ επέκταση και η Ρω- περιήλθαν στην φυσική τους θέση από την αρχαιότητα. Στην αγκαλιά και την επικράτεια της μητέρας-πατρίδας.
Για σχεδόν 40 χρόνια η Δέσποινα Αχλαδιώτη συνέχισε την μοναχική πορεία της, αναγκασμένη να απαντά και στις προκλήσεις. Όπως συνέβη και στα μέσα της δεκαετίας του ’70 όταν στήθηκε η απόλυτη προβοκάτσια. Τον Αύγουστο του 1975, ο Τούρκος δημοσιογράφος Ομάρ Κασάρ συνοδευόμενος από ακόμη δύο άτομα, εκμεταλλεύτηκε την απουσία της κυρα-Δέσποινας για λίγες μέρες για λόγους υγείας και αποβιβάστηκε στο νησί. Όταν η κυρά της Ρω επέστρεψε, αντίκρισε την τουρκική σημαία να κυματίζει στην άκρη του κονταριού ύψους τεσσάρων μέτρων από το οποίο την είχαν κρεμάσει. Ατάραχη, έκανε ό,τι έκανε πάντα. Την κατέβασε και στη θέση της ανύψωσε την ελληνική, με την βεβαιότητα ότι αυτό θα έκανε μέχρι το τέλος της ζωής της, εκπληρώνοντας την αποστολή που η ίδια έθεσε στον εαυτό της δίχως ποτέ να ζητήσει ανταλλάγματα.
Ωστόσο τιμήθηκε για την δράση της από την Ακαδημία Αθηνών και διάφορους άλλους φορείς, ενώ στις 23 Νοεμβρίου 1975 για χάρη της στο Καστελλόριζο μετέβη ναυτικό άγημα και αντιπροσωπεία του ΓΕΝ προκειμένου να της παραδώσει μετάλλιο για τις προσφερθείσες εθνικές υπηρεσίες την πολεμική περίοδο 1941-1944. Ακούγοντας τους λόγους των αξιωματούχων, με αφοπλιστική αφέλεια αναρρωτήθηκε δυνατά: «Τώρα παιδάκι μ’ γιατί τα κάνουν όλα τούτα; Δεν έκανα και τίποτα σπουδαίο»…
Τελικά έφυγε από την ζωή στις 13 Μαΐου του 1982, σε ηλικία 92 ετών. Όπως ζήτησε, ετάφη σκεπασμένη με την ελληνική σημαία, ενώ η σωρός της μεταφέρθηκε στην Ρω όπου παραμένει στο σημείο που καθημερινά ύψωνε την γαλανόλευκη… Πιστή στο χρέος της ακόμη και μετά τον θάνατό της…
πηγή: menshouse.gr