Παναγής Βαλλιάνος. Ο Πατέρας της Ελληνικής Ναυτιλίας

Γράφουν οι:
Υποναύαρχος (Ο) Δημήτριος Γεωργαντάς ΠΝ, ε.α.
Αρχιπλοίαρχος (Ο) Γεώργιος Παναγιώτου ΠΝ, ε.α.
Αρχιπλοίαρχος (Ο) Ιωάννης Βιδάκης ΠΝ, ε.α.

Εισαγωγή

Υπάρχουν στην ιστορία των κρατών, προσωπικότητες που με την δράση τους καθόρισαν τους τομείς ανάπτυξής των.  Στην κατηγορία αυτών των ανθρώπων ανήκει και ο Παναγής Βαλλιάνος.  Ο Παναγής Βαλλιάνος, (Κεραμειές Κεφαλονιάς, 1814 – Λονδίνο, 25 Ιανουαρίου 1902), ήταν Έλληνας έμπορος, εφοπλιστής και τραπεζίτης, με έδρα το Λονδίνο, όπου έζησε τα περισσότερα και παραγωγικότερα χρόνια της ζωής του.  Θεωρείται «Πατέρας της Ελληνικής Ναυτιλίας», καθόσον υπήρξε ο πρώτος Έλληνας εφοπλιστής με τεράστιο εμπορικό στόλο.  Με τα δύο αδέλφια του Μαρή (Μαρίνο) και Ανδρέα Βαλλιάνο, ίδρυσε την ναυτιλιακή και εμπορική εταιρεία “Vagliano Bros” και αποκόμισε αμύθητη περιουσία.  Το μεγαλύτερο τμήμα της περιουσίας του το πρόσφερε σε φιλανθρωπίες και δωρεές στο Ελληνικό κράτος.  Η σημαντικότερη εθνική δωρεά του, ήταν αυτή που πρόσφερε για την κατασκευή και τη λειτουργία της «Εθνικής Βιβλιοθήκης».  Η ιστορικός της ελληνικής ναυτιλίας, Τζελίνα Χαρλαύτη τον χαρακτηρίζει ως τον πρώτο Έλληνα μεγιστάνα της ναυτιλίας και τον συγκρίνει με τον Αριστοτέλη Ωνάση.

Ο Βίος του

Ο Παναγής Βαλλιάνος γεννήθηκε το 1814 στην Κεφαλονιά, κατά τα χρόνια της Αγγλικής κυριαρχίας στα Επτάνησα και ήταν το δεύτερο από τα τρία (3) αγόρια, των αγροτών και μικροκτηματιών Αθανάσιου Βαλλιάνου και Κερασιάς Καμπίτση.  Γεννήθηκε στη Λειβαθώ Κεφαλονιάς.  Η Λειβαθώ αποτελούσε σημαντικό ναυτότοπο, καλούμενη και ναυτομάνα της Κεφαλονιάς.  Η Λειβαθώ περιλάμβανε 20-24 χωριά.  Στις Κεραμειές Λειβαθούς γεννήθηκε ο Παναγής Βαλλιάνος.  Από τα χωριά της Λειβαθούς κατάγονταν οι περισσότεροι ναυτικοί και εφοπλιστές της Κεφαλονιάς του 19ου αιώνα.

Ελάχιστα είναι γνωστά για την προσωπική του ζωή, τα οποία κυρίως αντλούνται από τα αρχεία του Βρετανικού κράτους.  Παντρεύτηκε όταν ήταν περίπου 30 ετών.  Σύμφωνα, με την απογραφή πληθυσμού στην Αγγλία το 1861, ο Παναγής Βαλλιάνος ζούσε στο Λονδίνο με την 22χρονη σύζυγό του – αυτός ήταν 47 ετών.  Η Κλάρα Μπαγδατοπούλου, ήταν πιθανόν η Κάτια (Κατερίνα) Μπαγδατοπούλου, που σύμφωνα με την παράδοση της οικογένειας, παντρεύτηκε στην Ζάκυνθο.  Στην απογραφή στην Αγγλία του 1891 ο Παναγής Βαλλιάνος δηλώνεται χήρος.  Η σύζυγος και ο μονάκριβος γιος του πέθαναν νέοι.  Έκτοτε επικεντρώθηκε πρωτίστως στην εργασία του.  Στο Λονδίνο κατοικούσε στο Τσέλσι, όπου διέμεναν οι περισσότεροι εύποροι Έλληνες της εποχής και ήταν ενεργό μέλος της ελληνικής παροικίας.  Συμμετείχε οικονομικά και διοικητικά στην ανέγερση και τη λειτουργία του καθεδρικού ναού της Αγίας Σοφίας, ενώ συμμετείχε σε διαβήματα που προέβαιναν οι Έλληνες της Αγγλίας, υπέρ του ελληνικού κράτους.

Αν και τον περισσότερο καιρό έμενε στο Λονδίνο, διατηρούσε έπαυλη στο Κεφαλάρι Κηφισιάς, την οποία αγόρασε την τελευταία δεκαετία της ζωής του και την επισκέπτονταν σπάνια.  Διέθετε και αρκετά αγροτεμάχια – οικόπεδα, τα οποία άφησε στο ελληνικό κράτος μέσω της «Επιτροπής προς ανέγερσιν της Βαλλιανείου Βιβλιοθήκης».

Ο Παναγής Βαλλιάνος, πέθανε βαθύπλουτος, σε ηλικία 88 χρονών, το Σάββατο 25 Ιανουαρίου 1902, στο σπίτι του στο Λονδίνο, «…από εντερική απόφραξη, πιθανόν κακοήθη», σύμφωνα με το πιστοποιητικό του Άγγλου γιατρού, και η κηδεία του έγινε στις 29 Ιανουαρίου 1902.  Ενταφιάστηκε στο μαυσωλείο των Βαλλιάνων, στο ελληνικό τμήμα του κοιμητηρίου του “West Nordwood”, στην Οξφόρδη.

Το μαυσωλείο των Βαλλιάνων στο West Νordwood

Η Επαγγελματική του Καταξίωση

Ο αδελφός του, Μαρής Βαλλιάνος (1804 – 1896), ξεκίνησε ως απλός ναύτης την δεκαετία του 1820 και εγκαταστάθηκε περί το 1823-24 στη Νότια Ρωσία, στο Ταϊγάνιο της Αζοφικής Θάλασσας, φέροντας την ναυτιλιακή παράδοση της Κεφαλονιάς στη Νότια Ρωσία.  Εκεί εξελίχθηκε σε πλοιοκτήτη μικρών σκαφών και αργότερα μεγάλων πλοίων και ταξίδεψε μεταξύ Μαύρης Θάλασσας και Μεσογείου.  Η ενδοχώρα της Αζοφικής Θάλασσας διέθετε το απαραίτητο γόνιμο «μαύρο χώμα» για την παραγωγή των τεράστιων ποσοτήτων και άριστης ποιότητας σιτηρών του κόσμου.  Και αυτό οφείλεται στο ότι η περιοχή διασχίζονταν από τα μεγάλα ποτάμια: Ντον και Βόλγα. Μέσω των πλωτών αυτών ποταμών οι τεράστιες ποσότητες σιτηρών μεταφέρονταν με μαούνες στο λιμάνι του Ροστόβ του ποταμού Ντον.  Στη συνέχεια, με μικρά ιστιοφόρα μεταφέρονταν στο Ταϊγάνιο, για να φορτωθούν σε μεγαλύτερα ιστιοφόρα ή ατμόπλοια και να κατευθυνθούν – πωληθούν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.

Οι αδελφοί Βαλλιάνου περί το 1860 αποτελούν τους μεγαλύτερους εμπόρους σιτηρών της Αζοφικής Θάλασσας, με ιδιόκτητες αποθήκες, μαούνες, ιστιοφόρα, ρυμουλκά και μετά το 1880 ατμόπλοια.  Περί το 1875 συγκαταλέγονταν στους μεγαλύτερους εφοπλιστές της Νοτίου Ρωσίας, με 80 μεγάλα ιστιοφόρα και τους μεγαλύτερους ναυλωτές ελληνικών ιστιοφόρων του Ιονίου και του Αιγαίου Πελάγους.  Ίδρυσαν υποκαταστήματα στην Αζοφική Θάλασσα – Ταγκανρόγκ, Ροστόβ, Νοβοροσίσκ, Κερτς, κ.α. και στην υπόλοιπη Μεσόγειο.  Άνοιξαν νέες αγορές για τα σιτηρά της Νότιας Ρωσίας.  Δημιούργησαν πρωτοπόρες εταιρείες εξαγωγής ρωσικών σιτηρών στην Δυτική Ευρώπη.  Από την Αζοφική Θάλασσα μετέφεραν μέσω των υποκαταστημάτων τους ή μέσω των συνεργατών τους τα σιτηρά σε όλη την Μεσόγειο και στις χώρες της βόρειας Ευρώπης – Αγγλία, Γαλλία, Ολλανδία, κ.α.

Είχαν δημιουργήσει ένα τεράστιο ναυτιλιακό επιχειρηματικό δίκτυο για την μεταφορά των σιτηρών στην Δύση.  Οι Βαλλιάνοι είχαν μία μεγάλη γεωγραφική επέκταση και οι επιχειρήσεις τους δραστηριοποιούνταν από πολλά σημεία.  Διακρίνονταν για την καινοτομία στην διαχείριση και στο μάνατζμεντ.  Εκσυγχρόνισαν την διαχείριση των ναυτιλιακών επιχειρήσεών τους, ώστε να συμβαδίζουν με τις απαιτήσεις της αγοράς.  Συμμετείχαν στην ίδρυση της διεθνούς εμπορικής τράπεζας Αζόφ – Ντον, που πρόσφερε δάνεια ύψους περίπου 20 εκατομμυρίων ρουβλίων ετησίως.  Ο μικρότερος αδελφός, ο Ανδρέας, εγκαταστάθηκε το 1850 στην Κωνσταντινούπολη, όπου ίδρυσε και διοίκησε επί εικοσαετία το εκεί στρατηγικό υποκατάστημά τους.  Το 1869 ο Ανδρέας εγκαταστάθηκε στη Μασσαλία, που αποτελούσε το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου, όπου και ίδρυσε και εκεί σημαντικό υποκατάστημα.

Όπως και τα άλλα αδέρφια του, ο Παναγής Βαλλιάνος δεν έλαβε καμιά μόρφωση.  Μπορούσε μόνο να διαβάζει και να γράφει στοιχειωδώς στα ελληνικά, και ακόμη λιγότερο στα αγγλικά.  Παρόλα αυτά, η έλλειψη στοιχειώδους μόρφωσης, δεν τον εμπόδισαν να έχει μία περισσότερο αξιοζήλευτη από πολλούς μορφωμένους επαγγελματική καταξίωση.  Άρχισε να δουλεύει από την ηλικία των 13 χρόνων, το 1827, ως ναύτης στο ιστιοφόρο του συμπατριώτη του, Γεράσιμου Βεργωτή.  Μετά από εμπειρία ετών, αναλαμβάνει πλοίαρχος και από το 1840 πλέει στα λιμάνια της Αζοφικής Θάλασσας, Μαύρης θάλασσας και Μεσογείου.  Από δε το 1846, εμπορεύεται και για λογαριασμό του, το φορτίο του πλοίου που κυβερνά.  Οι εμπορικές εργασίες του συνεχώς πολλαπλασιάζονται και το 1850 εγκαθίσταται στην Ζάκυνθο, το σπουδαιότερο κέντρο διαμετακομιστικού εμπορίου στα Επτάνησα τα χρόνια της Αγγλικής κατοχής και ιδρύει εμπορικό γραφείο συνεργαζόμενος με τα αδέρφια του, Μαρή (Μαρίνο) και Ανδρέα.  Διακινεί τα προϊόντα τους, κυρίως σιτηρά της Νότιας Ρωσίας, προς τα λιμάνια της Δυτικής Ευρώπης, αλλά εμπορεύεται και για λογαριασμό του.

Το 1858 (44 ετών), μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, εγκατέλειψε την Ζάκυνθο, για να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα του εμπορικού οίκου τους στο Λονδίνο.  Αποτελούσε το μεσοδιάστημα της ζωής του και αποδείχθηκε πραγματικά σημαντικό στην επιρροή και στην επιτυχία της οικογένειας.  Δημιούργησε στο Λονδίνο υποκατάστημα της εταιρίας τους, για την επέκταση του επιχειρηματικού τους δικτύου προς την Αγγλία και τις βόρειες δυτικές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής.  Στην οδό “Old Broad Street”, αριθμός 24, στο μέγαρο “Gresham House” στο City του Λονδίνου, ανοίγει τα γραφεία της εταιρείας: “Vagliano Brothers Merchants”.  Ταυτόχρονα, αναλαμβάνει την αντιπροσώπευση και άλλων ελληνικών ναυτιλιακών και εμπορικών οίκων.  Οι γνώσεις του στην αγγλική γλώσσα ελάχιστες.  Παρόλα αυτά σε διάστημα περίπου μιας εικοσαετίας (1858-1881) κατάφερε να εξελιχθεί σ΄ έναν από τους μεγαλύτερους εμποροτραπεζίτες του Λονδίνου.  Η εταιρεία τους είχε υπό την κατοχή της 27 πλοία και απασχολούσε 4 υπαλλήλους στα γραφεία της.  Εγγράφεται στην πολύ σημαντική εκείνη την εποχή “Baltic” – (λέσχη εμπόρων και επιχειρηματιών).

Εκτός από το σιτεμπόριο, ασχολήθηκε και με το εμπόριο και την μεταφορά σταφίδας, (σημαντικό ελληνικό προϊόν με μεγάλη ζήτηση την εποχή εκείνη), καθώς και με ειδικευμένες έμπορο – τραπεζιτικές (merchant banker), χρήματο-μεσιτικές υπηρεσίες (broker) και ναύλο–μεσιτικές εργασίες.  Το εύρος μάλιστα των συναλλαγών του, τον έθετε στην πρώτη κατηγορία εμπόρων και ναυλομεσιτών.  Μετά τον θάνατο των αδερφών του (Μαρή και Ανδρέα), όλη η περιουσία και η διαχείρισή της εταιρείας αναγκαστικά πέρασε στον Παναγή, ο οποίος συνεργάζεται σε όλο το δίκτυο της εταιρείας μόνο με τα ανίψια του, οι οποίοι ήταν και οι κληρονόμοι του.  Από τα αρχεία της Αγγλίας διαπιστώνεται ότι ο τζίρος των Βαλλιάνων, την περίοδο εκείνη, ανέρχονταν σε αρκετά εκατομμύρια λίρες Αγγλίας και συναγωνίζονταν ακόμη και τους Rothschilds του Λονδίνου.

Το επιχειρηματικό δίκτυο των Βαλλιάνων

Ο Παναγής είχε καταλυτική επίδραση στη μετάβαση της ελληνικής ναυτιλίας από τα ιστιοφόρα στα ατμόπλοια.  Το 1870 έκτισε στην Ρουμανία το πρώτο 144 τόνων ατμόπλοιο, το οποίο ονόμασε «Κεφαλονιά», προς τιμή της ιδιαίτερης πατρίδος του.  Επένδυσε με ταχείς ρυθμούς στα ατμόπλοια.  Το 1880 κατείχε το 1/5 του ελληνικού στόλου ατμόπλοιων.  Στη δεκαετία του 1890 διέθετε στόλο αποτελούμενο από 20 ατμόπλοια.  Οργάνωσε και ανέπτυξε το ναυτιλιακό γραφείο των Βαλλιάνων στο Λονδίνο, προσφέροντας ναυτιλιακές υπηρεσίες στους Έλληνες καραβοκύρηδες.  Αργότερα, θα χρηματοδοτήσει έναντι προμήθειας τους Έλληνες καραβοκύρηδες για την αγορά καινούργιων πλοίων, των πρώτων ατμόπλοιων.  Συμπερασματικά, το γραφείο του Λονδίνου παρείχε εκτεταμένο φάσμα υπηρεσιών στους Έλληνες εφοπλιστές, όπως χρηματοδοτήσεων, ναυλώσεων, ασφαλειών, ανεφοδιασμού καυσίμων και μεσίτευση αγοραπωλησιών.  Για όλα τα ανωτέρω, ο Παναγής Βαλλιάνος θεωρείται από τους ελληνικούς εφοπλιστικούς κύκλους ως ο «πατέρας της ελληνικής ναυτιλίας».

Το χαρακτηριστικό των Βαλλιάνων είναι ότι έκτισαν με μεγάλα ναυπηγικά προγράμματα πλοία νέας τεχνολογίας την δεκαετία του 1880.  Προσαρμόστηκαν άμεσα στη νέα τεχνολογία.  Αγόρασαν πρώτοι ατμόπλοια, ακολουθώντας τη στρατηγική ανάπτυξη στη ναυτιλία των Άγγλων.  Χαρακτηριστικό των Βαλλιάνων είναι ότι επιβίωσαν στο διεθνές ναυτιλιακό σκηνικό και στην διεθνή οικονομία.  Προσαρμόστηκαν σε πολλές χώρες, δημιουργώντας τις κατάλληλες συνθήκες για την τεράστια βιώσιμη επιτυχία της ελληνόκτητης ναυτιλίας από τότε μέχρι και σήμερα.

Η επιβίωση όμως των Βαλλιάνων ως επιχειρηματιών στον διεθνή χώρο στις αρχές της δεκαετίας του 1880 αντιμετώπισε τρομερά εμπόδια.  Το 1881, το ρωσικό κράτος στράφηκε εναντίον των επιχειρήσεών τους στην Αζοφική Θάλασσα.  Το περίφημο «σκάνδαλο του Ταγκανρόγκ», αποτελεί δημιούργημα του ρωσικού καθεστώτος εναντίον του αρχηγού της οικογένειας, του Μαρή Βαλλιάνου.  Το 1881 τον φιλελεύθερο τσάρο Αλέξανδρο Β΄ (1818-1881) τον διαδέχθηκε ο αυταρχικός και συντηρητικός Αλέξανδρος Γ΄ (1845-1894).  Η έντονη οικονομική κρίση στην Ευρώπη και ιδιαίτερα στην Ρωσία, ανάγκασε τον νέο τσάρο να μεταχειριστεί τους Έλληνες εμπόρους «ως αποδιοπομπαίους τράγους» για να εξομαλύνει τις εσωτερικές αναταραχές και αντιδράσεις.  Ο Μαρής Βαλλιάνος κατηγορήθηκε για φοροδιαφυγή, δωροδοκία, πλαστογραφία, κ.α.  Η δίκη του διήρκεσε επί μία εξαετία (1881-1886).  Διαπιστώνεται λοιπόν γι’ άλλη μια φορά, η διασύνδεση πολιτικών σκοπιμοτήτων και οικονομικών συμφερόντων.  Τελικά αθωώθηκε, πληρώνοντας τετρακόσιες χιλιάδες ρούβλια, για εισαγωγή στην Ρωσία μικρών ποσοτήτων ελληνικών προϊόντων, (λάδια, ελιές, σταφίδες, μακαρόνια, σύκα, κ.α.), χωρίς την καταβολή των απαραίτητων τελωνειακών δασμών.  Ο Μαρής ήδη πλησίαζε τα ογδόντα (80) έτη.  Απηυδισμένος και απογοητευμένος από την άδικη μεταχείρισή του από το ρωσικό καθεστώς, αποσύρθηκε από την διοίκηση της εταιρίας και κατοίκησε μόνιμα στο Ταϊγάνιο, όπου πέθανε.  Τη συνέχιση της επιχειρηματικής δράσης της οικογενειακής ναυτιλιακής εταιρείας ανέλαβε ο Παναγής Βαλλιάνος με τη συνδρομή και των νεότερων μελών της οικογένειας.

Το Κοινωνικό Έργο του

Ο Παναγής Βαλλιάνος δεν άφησε απογόνους.  Σύμφωνα με την παράδοση του νησιού και διάφορες πληροφορίες, έκανε ένα παιδί, το οποίο πέθανε σε νεαρή ηλικία.  Δημιούργησε το Κληροδότημα «Παναγή Βαλλιάνου» για την Κεφαλονιά, το οποίο προίκισε με 500.000 λίρες Αγγλίας.  Για 50 έτη το Κληροδότημά του αποτελούσε όλη την κοινωνική ασφάλιση του νησιού της Κεφαλονιάς, προσφέροντας επιδοτήσεις σε διάφορες φτωχές οικογένειες του νησιού.  Το κληροδότημά του χρηματοδότησε ένα ευρύ φάσμα κοινωνικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένων σχολείων, νοσοκομείων, ορφανοτροφείων, εκκλησιών, κ.α. στην Κεφαλονιά.  Το κληροδότημα «Παναγή Βαλλιάνου» συνεχίζει μέχρι και σήμερα, αλλά έχει καταστραφεί το μεγαλύτερο τμήμα της περιουσίας του, λόγω των φοβερών σεισμών που έπληξαν το νησί και των δύο Παγκοσμίων Πολέμων.

Ενδεικτικά για το τεράστιο κοινωνικό του έργο αναφέρονται:

Το 1872, δώρισε 150 λίρες Αγγλίας για τη μεταφορά του λειψάνου του Αδαμάντιου Κοραή από το Παρίσι, την δημιουργία κενοταφίου στο Παρίσι, μαυσωλείου και ανδριάντα του στην Αθήνα, καθώς και για την έκδοση και δωρεάν διάθεση στα σχολεία, των συγγραμμάτων του. Στον έρανο συνεισέφερε και ο αδερφός του, Ανδρέας Βαλλιάνος.

Το 1884, δώρισε το ποσό των 500 λιρών Αγγλίας και το 1888 το ίδιο περίπου ποσό, για την ανέγερση και λειτουργία του Γενικού Δημοτικού Νοσοκομείου Αργοστολίου, έργο που είχε αναλάβει να φέρει εις πέρας, ο μητροπολίτης Κεφαλονιάς, Γερμανός Καλλιγάς.  Στο έργο συνέδραμαν και οι γιοί του Ανδρέα Βαλλιάνου, στη μνήμη του πατέρα τους, καθώς και ο Μαρής Βαλλιάνος.  Το νοσοκομείο εξοπλίστηκε με τα τελειότερα για την εποχή ιατρικά μηχανήματα και τους καλύτερους γιατρούς.  Επίσης, διέθεσε τους απαραίτητους χρηματικούς πόρους για ίδρυση Σχολείων ναυτικής εκπαίδευσης, τεχνολογίας και γεωργίας στο νησί.

Επιπλέον, το 1884, πρωτοστατούντος του Παναγή, διατέθηκε στον πρωθυπουργό το ποσό του 1.000.000 φράγκων – και με τη συμμετοχή και των αδερφών του, υλοποιήθηκε η πρώτη δωρεά στο ελληνικό κράτος για την οικοδόμηση του κτηρίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο κέντρο της Αθήνας.

Το 1896, λόγω της φοβερής επιδημίας γρίπης που ενέσκηψε στην Κεφαλονιά, δώρισε 2.000 λίρες Αγγλίας, για την προμήθεια υγειονομικού υλικού για την περίθαλψη των θυμάτων.

Το 1889, όταν ο Γερμανός Καλλιγάς, προσωπικός φίλος των Βαλλιάνων, έγινε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, ο Παναγής Βαλλιάνος συνέδραμε οικονομικά στην ανοικοδόμηση του μητροπολιτικού μεγάρου και των γραφείων της Ιεράς Συνόδου.

Το 1900, προσέφερε 200.000 δρχ., για την οικονομική ανακούφιση των μικροκαλλιεργητών της Κεφαλονιάς, που πλήττονταν από τον περονόσπορο.

Όπως και το 1901, διέθεσε 6.000 λίρες Αγγλίας, για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του λιμού που μάστιζε την Κεφαλονιά και την Κέρκυρα, εξαιτίας των φυσικών καταστροφών στην σίτο- και έλαιο- παραγωγή.

Εθνική Βιβλιοθήκη με το άγαλμα του Βαλλιάνου

Αντί Επιλόγου

Ο Παναγής Βαλλιάνος θεωρείται ο «Πατριάρχης της Ελληνικής Ναυτιλίας».  Αυτός, με τους αδελφούς του, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη στρατηγική μετάβαση της ελληνικής ναυτιλίας από τα ιστιοφόρα στα ατμόπλοια.  Πρώτος αυτός δημιούργησε ένα νέο είδος γραφείου – το γραφείο του Λονδίνου – που αποτελούσε ένα γραφείο μάνατζμεντ.  Άφησε παρακαταθήκη στην ελληνική ναυτιλία την οικογένεια Λυκιαρδόπουλου, ως μία από τις μεγαλύτερες ελληνικές εφοπλιστικές οικογένειες.

Η έμφυτη φιλοπατρία του Έλληνα του εμπνέει την φιλοδοξία της προσφοράς για το μεγαλείο του Έθνους.  Στον βωμό της ευγενούς φιλοδοξίας ο Έλληνας δίνει την περιουσία του.  Οι εισφορές του για το μεγαλείο του Έθνους υπήρξαν από παλιά αυθόρμητοι.  Στην τάξη αυτή ανήκε και ο Παναγής Βαλλιάνος, ο οποίος συνέστησε το κληροδότημα «Παναγή Βαλλιάνου» στην Κεφαλονιά.  Το εν λόγω κληροδότημα επί πολλά χρόνια βοήθησε οικονομικά την κοινωνία του νησιού, δημιουργώντας νοσοκομείο, σχολές, κ.α.  Με χρήματά του κτίστηκε η Εθνική Βιβλιοθήκη στην οδό Πανεπιστημίου, στην Αθήνα.

Το ελληνικό κράτος τον ευγνωμονεί και τον τίμησε με την ανέγερση του αγάλματός του στην είσοδο της Εθνικής Βιβλιοθήκης.  Το άγαλμα αυτό θυμίζει στους Έλληνες την τεράστια συνεισφορά του στην εδραίωση της ελληνόκτητης ναυτιλίας.  Ο ίδιος ο Παναγής Βαλλιάνος θα αισθάνονταν υπερήφανος για την ελληνική ναυτιλία που σήμερα μεταφέρει το 20% του θαλάσσιου εμπορίου και ο ελληνόκτητος στόλος αποτελεί το 17% του παγκόσμιου στόλου και το 50% του στόλου της Ε.Ε.

Αναγνωρίζεται από τους μελετητές της ιστορίας της ελληνικής ναυτιλίας, ότι το θαύμα της ελληνικής ναυτιλίας, πέραν των άλλων παραγόντων, οφείλεται στον Παναγή Βαλλιάνο και στ’ αδέλφια του, για το τιτάνιο έργο που κατέβαλαν στον 19ο αιώνα.

 

Βιβλιογραφικές και Διαδικτυακές Αναφορές

Κολύμβα, Καδιώ. (2008).  Η Πάνω Μεριά του Κόσμου, Αθήνα: Αρμός.

Κούτρα, Εύα. (2020).  Η Καδιώ Σιγάλα, Αρχόντισσα της Ναυτιλίας, διατίθεται στο δικτυακό τόπο: (https://www.efoplistis.gr/pdf/EFpdf,1-12-2020).

Βιογραφία του Παναγή Βαλλιάνου, διατιθέμενη στο δικτυακό τόπο: (Παναγής Βαλλιάνος – βιογραφία – Πάνθεον της Ελληνικής Ναυτιλίας (greekshippinghalloffame.org), 1-12-2020.

Παπακωνσταντίνου, Κατερίνα. (2013).  Ναυτιλία των Ελλήνων 1700-1821.  Ο Αιώνας της Ακμής πριν από την Επανάσταση, επιμέλεια Τζελίνα Χαρλαύτη, Αθήνα: Κέδρος.

Παπαχρηστόπουλος, Αθανάσιος. (1914).  Κληροδοτήματα, Αθήνα: Εθνικό Τυπογραφείο.

Χαρλαύτη, Τζελίνα. (2020).  Στην Κορυφή του Παγκόσμιου Στόλου 2: Η Διαμόρφωση της Διεθνούς Επιχειρηματικότητας των Ελλήνων, Αθήνα: Mathesis, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (https://www.Mathesis.cup.gr, 2-12-2020).

Χαρλαύτη, Τζελίνα. (2020).  Στην Κορυφή του Παγκόσμιου Στόλου 1: Ιστορία της Ναυτιλίας των Ελλήνων, 18ος – 21ος αιώνας, Αθήνα: Mathesis, διαθέσιμο στο δικτυακό τόπο: (https://www.Mathesis.cup.gr, 2-12-2020).

ΠΗΓΗ: elinis.gr