H Αμαλία Αρσένη γοητεύει ως Ερωφίλη: Η δικαίωση έρχεται αργά ή γρήγορα!

Στο θέατρο η Αμαλία Αρσένη, κάθε βράδυ αγωνίζεται για την ελευθερία και τον έρωτα μέχρι τελικής πτώσης στην εμβληματική Ερωφίλη του Γεωργίου Χορτάτση στην παράσταση «Ερωφίλη project».

Στη πραγματική ζωή, η Αμαλία Αρσένη, κόρη πολιτικών, εγγονή και ανιψιά επιφανών καλλιτεχνών, έχει βρει τον δικό της τρόπο να συνδυάζει τα οικογενειακά γονίδια της αγάπης στην τέχνη και στην κοινωνική προσφορά μέσα στην τυπική καθημερινότητα μιας 28χρονης, που της αρέσει να βάφεται, κάνει συχνά δίαιτα και προσπαθεί μέσα σε ένα 24ωρο να χωρέσει δουλειά, αγόρι, σκύλο, οικογένεια, φίλες κι ένα χόμπι που απαιτεί δίωρο ζέσταμα…

 

Συνέντευξη: Χριστίνα Κατσαντώνη

Φωτογραφίες: Πάνος Φωτόπουλος

 

– Πώς ήταν η εμπειρία της περιοδείας με την παράσταση «Ερωφίλη project»;

Η περιοδεία πήγε πάρα πολύ καλά, ανέλπιστα καλά. Ήταν μια από τις ωραιότερες εμπειρίες της ζωής μου. Πήγαμε σε κάστρα και φρούρια κλειστά για πάρα πολλά χρόνια, τα οποία άνοιξαν εξαιτίας της Ερωφίλης, όπως στην Κεφαλονιά, στο Φραγκοκάστελο και στον Όλυμπο. Με συγκινούσε πάρα πολύ ο κόσμος και το γεγονός ότι διψούσε η επαρχία για ένα παραδοσιακό έργο. Τους ενδιαφέρει να μάθουν για τις ρίζες και τις παραδόσεις κι αυτό ενδιαφέρει κι εμάς. Ξεκίνησα να κάνω θέατρο για μένα, αλλά με συγκινεί η κοινωνική προσφορά. Θέλω τα έργα που κάνω να έχουν ένα κοινωνικό χαρακτήρα, να έρχονται οι νέοι να δουν Ερωφίλη ή Παπαδιαμάντη. Είναι ο δρόμος που θέλω να χαράξω.

– Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνηση από την περιοδεία, που σου έρχεται πρώτη στο μυαλό;

Μια έντονη ανάμνηση ήταν η παράσταση στα Χανιά. Την ώρα που έλεγα τον τελικό μονόλογο του θρήνου, έγινε διακοπή ρεύματος σε όλη την πόλη κι έσβησαν τα φώτα. Ουσιαστικά, μου έμεναν τέσσερις προτάσεις για να τελειώσω το έργο και να αυτοκτονήσω. Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι της πόλης, με 1000 θεατές από κάτω, συνέχισα και ήρθαν σιγά σιγά όλοι οι θεατές με τα κινητά τους γύρω γύρω και με φωτίζανε για να δουν το φινάλε. Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν πολύ συγκινητικό.

 

 

– Θεωρείς πως αυτή η παράσταση είναι ό,τι πιο δύσκολο έχεις κάνει μέχρι τώρα;

Υποκριτικά είναι ό,τι πιο δύσκολο έχω κάνει. Είναι η μεγαλύτερη πρόκληση. Αισθάνομαι πράγματα να μου συμβαίνουν σωματικά την ώρα που παίζω, που δεν τα έχω αισθανθεί άλλες φορές. Αισθάνομαι πραγματικά τα νεύρα μου να τεντώνουν ή να ζαλίζομαι από την υπεροξυγόνωση. Μου συμβαίνουν πράγματα πολύ έντονα, τα οποία δεν μου συνέβαιναν παλιά. Κι όσο μεγαλώνω, πιστεύω ότι είναι λογικό. Όταν είσαι μικρός, νομίζεις ότι βουτάς στα βαθιά, αλλά στην πραγματικότητα δεν το κάνεις. Όσο μεγαλώνεις, βλέπεις ότι μόνο με πραγματική βουτιά μες στην αλήθεια, μπορείς να βγάλεις το συναίσθημα.

– Εσύ έκανες βουτιά στα βαθιά από την πρώτη θεατρική συμμετοχή σου, στο «Στάλερχοφ», όπου υπήρχε και σκηνή, στην οποία έμενες γυμνή. Εκεί λειτούργησε το θάρρος της πρώτης φοράς;

Ναι, είναι ακριβώς αυτό το πράγμα. Και η δίψα. Ήμουν πάρα πολύ μικρή, ήμουν 19 χρονών, ήθελα πάρα πολύ να παίξω σε αυτή την παράσταση. Και τώρα θα το έκανα. Θεωρώ ότι είναι αριστουργηματικό το γερμανικό θέατρο κι άμα κάτι μου αρέσει, δεν με εμποδίζει τίποτα. Ούτως ή άλλως είναι η δουλειά μας και σημασία έχει να κάνουμε πράγματα που μας εκφράζουν.

 

 

– Το μήνυμα της «Ερωφίλης σήμερα ποιο είναι;

Το μήνυμα της Ερωφίλης είναι ότι η εξουσία, το χρήμα κι ο συγκεντρωτισμός φέρνουν μόνο δυστυχίες στους ανεξάρτητους κι ελεύθερους ανθρώπους. Θεωρώ ότι η αγωνιστικότητα, το θάρρος και η τόλμη να παλεύουμε γι’ αυτά που πιστεύουμε μέχρι τελικής πτώσης, είναι πολύ σημαντικά εργαλεία, τα οποία ουσιαστικά παρουσιάζει η Ερωφίλη στο κοινό. Κι ότι η δικαίωση έρχεται αργά ή γρήγορα. Μπορεί μετά θάνατον, γιατί η Ερωφίλη δεν έζησε για να τη δει, όμως έρχεται. Στην τάξη των πραγμάτων, αυτό κάπως τακτοποιείται.

– Πιστεύεις στη νομοτέλεια;

Πραγματικά θέλω πάρα πολύ να πιστεύω, θα με ανακούφιζε πάρα πολύ. Η μητέρα μου κάθε μέρα μου το λέει: μην ανησυχείς, υπάρχει δικαιοσύνη. Δεν ξέρω, το ψάχνω.

– Ποια είναι η πρώτη συμβουλή που σου έρχεται στο μυαλό από τη μητέρα σου, Λούκα Κατσέλη;

Ένα τεράστιο χαμόγελο που λέει να χαίρεσαι αυτό που κάνεις, να μη φοβάσαι, να μην αγχώνεσαι. Είμαστε πολύ διαφορετικοί χαρακτήρες και προσπαθώ μεγαλώνοντας να της μοιάσω γιατί έχει έναν εξαιρετικό χαρακτήρα και μια φοβερή αισιοδοξία για τη ζωή.

 

 

– Και ποια είναι αντίστοιχα η συμβουλή που θυμάσαι από τον μπαμπά σου, Γεράσιμο Αρσένη;

Η μεγαλύτερη του συμβουλή ήταν να μη φοβάμαι και να κάνω αυτό που πιστεύω με όποιο κόστος.

– Ως χαρακτήρας, με ποιον από τους δύο έχεις περισσότερα κοινά;

Με τον μπαμπά μου σίγουρα.

– Ένα κοινό χαρακτηριστικό σας;

Σκεφτόμαστε το μέλλον πάρα πολύ. Βλέπουμε μπροστά. Και θετικά και αρνητικά, έχει δύο υποστάσεις αυτό. Από τη μια είσαι διορατικός, αλλά από την άλλη δεν ζεις το τώρα.

 

 

– Στο περιοδικό «Γυναίκα» το 2000, είχε δημοσιευτεί μια φωτογραφία σας, που σου διαβάζει το «Μικρό πρίγκιπα», ενώ ο πολύ χαρακτηριστικός τίτλος της συνέντευξης ήταν «Ο άνθρωπος που δεν νέρωνε το κρασί του». Σε μια δική σου συνέντευξη – πορτρέτο τι τίτλο θα έβαζες;

Έναν τίτλο που έχει σχέση με το πώς προσπαθώ, με το τι θέλω να είμαι: σιγανά και ταπεινά, που λέει και το τραγούδι. Είναι το μόττο μου. Προσπαθώ μέσα σε έναν κόσμο όπου όλα γίνονται τεράστια, να περνάω αυτά που θέλω κάπως αθόρυβα, πραγματικά με ταπεινότητα. Μου λείπει αυτό στις μέρες μας. Κι είναι πολύ εύκολο να παρασυρθείς.

– Ασχολείσαι με ένα παραδοσιακό μουσικό όργανο, το κανονάκι, το οποίο διάβασα ότι απαιτεί δύο ώρες ζέσταμα. Αυτό είναι και λίγο ψυχοθεραπεία;

Ναι τελείως. Πριν έρθω εδώ, έκανα ζέσταμα. Δεν πρέπει να το αφήνεις, αλλιώς θα σε αφήσει. Είναι πολύ ιδιαίτερο όργανο κι έχει άπειρες δυνατότητες. Αυτό ακριβώς ήταν που μου άρεσε. Έχει τόσες νότες, κλίμακες, τόνους, ημιτόνια, είναι σαν ένα παζλ. Προέκυψε από μία παράσταση στο Εθνικό θέατρο πρόπερσι. Είχα την ιδέα να μάθω ένα τραγούδι για την παράσταση, το έμαθα, αλλά μετά κόλλησα.

 

Η Νάλα είναι ένα δυναμικό σκυλάκι που βρέθηκε μια νύχτα στα σκουπίδια με τα αδερφάκια του και το υιοθέτησε η Αμαλία (όλα τα σκυλάκια βρήκαν οικογένειες εκείνη την ημέρα)! Τη λένε Νάλα (ναι, η έμπνευση ήταν η γυναίκα του Σίμπα στον Βασιλιά των Λιονταριών) και αν την πλησιάσεις θα σου γαβγίσει. Και μετά θα σου κουνήσει τα αυτιά!

 

– Ποια είναι σχέση σου με την τηλεόραση, ως θεατής αλλά κι ως ηθοποιός;

Ως ένα παιδί των ‘90s, έχω μεγαλώσει με την τηλεόραση για τα καλά. Την αγαπώ, πραγματικά την αγαπώ. Θεωρώ ότι μας έχει δώσει πολλά. Θυμάμαι τον εαυτό μου σε στιγμές που ήμουν μόνη μου στο εξωτερικό, να βλέπω παλιές σειρές, «Ντόλτσε βίτα» συγκεκριμένα, που τη λατρεύω. Να βλέπω και να με ηρεμεί, να μου θυμίζει τα παιδικά μου χρόνια. ‘Εχουν γίνει κάποιες εξαιρετικές δουλειές. Και δεν θα το άλλαζα αυτό για τα κακά της τηλεόρασης, για τα μειονεκτήματά της.

Τώρα, ως ηθοποιός δεν μου πάει η τηλεόραση, γιατί έχω κάνει δύο φορές. Θα ήθελα πολύ να μου πάει αλλά νομίζω ότι είναι τελείως άλλος κώδικας δουλειάς από το θέατρο. Οι ηθοποιοί που παίζουν έχουν τρομερή υπομονή και τους θαυμάζω. Να είσαι τόση ώρα και να περιμένεις, να υπάρχουν τεχνικοί περιορισμοί και ξανά λήψεις. Εμένα μου αρέσει η ελευθερία του σανιδιού και το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές πρόβες. Οπότε θεωρώ ότι ιδιοσυγκρασιακά δεν μου πάει. Θα ήθελα βέβαια να δοκίμαζα ξανά, ίσως σε κάτι που θα μπορούσα να έχω μεγαλύτερη δυνατότητα έκφρασης και χρόνου να το ψάξω περισσότερο. Γιατί πραγματικά το θαυμάζω. Αισθάνομαι ότι προς το παρόν δεν μου πάει.

 

 

– Μια καθημερινή μέρα σου, τι ακριβώς περιλαμβάνει, γιατί από ό,τι ξέρω, συνεχίζεις και τις σπουδές σου.

Κάνω διδακτορικό, σε συνδυασμό με τις παραστάσεις της «Ερωφίλης» και πρόβες για το «Moonwalk», που είναι το επόμενο έργο που θα κάνουμε. Διαβάζω κανονάκι, έχω ένα σκύλο που θέλει τρεις φορές βόλτα, έχω μια μαμά που κι αυτή θέλει να με βλέπει πού και πού, τις φίλες μου που έχουν νορμάλ ωράρια κι επίσης ένα αγόρι, το οποίο θέλει κι αυτό να με βλέπει. Οπότε μια καθημερινότητα, είναι ένα χάος από όλα αυτά.

– Το αγόρι είναι εκτός χώρου;

Ναι είναι εκτός χώρου. Είμαστε πάρα πολλά χρόνια μαζί, κοντεύουμε τα 10, αν δεν τα έχουμε κλείσει. Είμαστε μαζί από το σχολείο. Είχαμε on off, αλλά νομίζω ότι επειδή αγαπάμε τα ίδια πράγματα, αυτό μας ενώνει.

– Μια καθημερινή σου συνήθεια.

Διαβάζω ένα ποίημα. Πάω στη βιβλιοθήκη της θείας μου της Κίττυς, που έχω εγώ τα βιβλία της, ανοίγω τυχαία ένα βιβλίο με ποίηση και διαβάζω ένα ποίημα. Το κάνω κάθε μέρα. Το κάνω πια πολύ αυτόματα.

– Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο που λάτρεψες;

Μάλλον κάποιο της Πηνελόπης Δέλτα, ίσως ο «Μάγκας», γιατί αγαπώ πολύ τα σκυλάκια. Και η «Πολυάννα» με συγκλόνισε γιατί μου την έδινε η μαμά μου. Όμως το πρώτο νομίζω πως ήταν το «Χωρίς οικογένεια» του Μαλό. Πολύ κλάμα…

– Προσέχεις τον εαυτό σου, τη φυσική κατάσταση, την εμφάνισή σου;

Προσπαθώ πάρα πολύ. Δεν το έχω πολύ με το στυλ, το ντύσιμο και τα λοιπά, αλλά προσπαθώ πάρα πάρα πολύ. Μου αρέσει να βάφομαι, να φτιάχνω τα μαλλιά μου, στο χρώμα δεν κάνω κάποια αλλαγή. Προσέχω πάρα πολύ τη διατροφή μου γιατί παχαίνω πάρα πολύ εύκολα και είναι πάρα πολύ δύσκολο να είσαι σε έναν κόσμο με τόσα όμορφα πράγματα που θες να απολαύσεις, αλλά δεν μπορείς. Θεωρώ ότι και το θέατρο με βοήθησε να αποδεχτώ τον εαυτό μου και το γεγονός ότι δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι πετσί και κόκκαλα. Υπάρχουμε κι εμείς και νομίζω ότι οι περισσότερες κοπέλες κάνουν δίαιτα τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους. Εγώ έχω κάνει παραπάνω και συνεχίζω να προσπαθώ. Αλλά χαίρομαι τη ζωή κι είναι πολύ σημαντικό να έχεις ανθρώπους γύρω σου, οι οποίοι σε αποδέχονται γι’ αυτό που είσαι.

 

«Ερωφίλη project»

Διδασκαλία-σκηνοθεσία, μουσική, σκηνικό: Θεόδωρος Οικονομίδης.

Θίασος: Αμαλία Αρσένη, Κωνσταντίνος Τσιομίδης, Δανάη Λουκάκη, Ευάγγελος Σαλευρής, Θ. Οικονομίδης.

Θέατρο Σφενδόνη: Μακρή 4, Πλάκα

Πότε: Παρασκευή, Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 18:30

infos

Εισιτήρια: 12 ευρώ κανονικό, 8 ευρώ φοιτητικό-ανέργων, 5 ευρώ ατέλειες.

Παραστάσεις μέχρι και 18 Νοέμβρη

ΚΛΕΙΣΕ ΤΟ ΕΙΣΙΤΗΡΙΟ  ΣΟΥ ΕΔΩ 

Αναδημοσίευση από https://coverstory.gr