Οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Μινεσότα ανακάλυψαν τα οφέλη της κατανάλωσης καρυδιών παρατηρώντας τη δομή της διατροφής 3.300 ατόμων για περίοδο περίσσότερο από 25 χρόνια, κατά τη διάρκεια της οποίας υποβλήθηκαν σε τακτικές εξετάσεις υγείας.
Η υψηλή περιεκτικότητα των καρυδιών σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, ιδίως σε Α-λινολενικό οξύ (ALA), φαίνεται να αποτελεί την αιτία των ευρημάτων, καθώς το συγκεκριμένο λιπαρό οξύ συνδέεται με βελτιωμένη καρδιακή λειτουργία.
Προηγούμενες ερευνητικές εργασίες είχαν ήδη συσχετίσει την κατανάλωση καρυδιών με χαμηλά επίπεδα αρτηριακής πίεσης, υποδεικνύοντας πιθανή πρόληψη του διαβήτη και της καρδιαγγειακής νόσου.
Ωστόσο, αυτά τα ευρήματα απαιτούν περαιτέρω επιβεβαίωση μέσω επιπλέον ερευνών. Στην παρούσα μελέτη, οι επιστήμονες ανέλυσαν δεδομένα από 3.341 ενήλικες στις ΗΠΑ με μέση ηλικία 45 ετών, οι οποίοι συμμετείχαν στη μελέτη CARDIA που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα από το 1985 έως το 2015. Τα αποτελέσματα δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Nutrition, Metabolism and Cardiovascular Diseases.
Καρύδια: Τα όσα διαπίστωσαν οι ερευνητές
Εκείνοι που ενσωμάτωναν στη διατροφή τους μεγάλες ποσότητες καρυδιών παρουσίαζαν χαμηλότερες τιμές αρτηριακής πίεσης σε σύγκριση με αυτούς που δεν περιλάμβαναν τα καρυδιά στη διατροφή τους. Παρόλα αυτά, και οι δύο ομάδες διατηρούσαν τις πιέσεις τους εντός του φυσιολογικού εύρους.
Πιο συγκεκριμένα, το 20% των ατόμων που κατανάλωναν καρύδια εμφάνιζαν υπέρταση, σε αντίθεση με το 22% των ατόμων που δεν τα προτιμούσαν. Επιπλέον, οι καταναλωτές καρυδιών εμφάνιζαν χαμηλότερα επίπεδα Διαβαθμισμένου Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) και μικρότερα ποσοστά παχυσαρκίας σε σύγκριση με τους μη καταναλωτές (29% έναντι 29,7% και 35% έναντι 39%, αντίστοιχα).
Επιπλέον, η συγκεκριμένη ομάδα καταναλωτών καρυδιών παρουσίαζε χαμηλότερα επίπεδα γλυκόζης σε σύγκριση με αυτούς που δεν τις συμπεριλάμβαναν στη διατροφή τους.
Οι επιστήμονες αποδίδουν τα ευεργετικά αποτελέσματα των καρυδιών στην υψηλή θρεπτική τους αξία, περιλαμβανομένων των ωφελίμων λιπαρών οξέων, του μαγνησίου, των πρωτεϊνών και των φυτικών ινών. Παρ’ όλα αυτά, απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για την επιβεβαίωση της ευεργετικής επίδρασης τους.
πηγή: enimerotiko.gr