Στην είσοδο του λιμανιού της Αμοργού υπάρχει η προτομή ενός ντόπιου, που στις ημέρες δόξας του είχαν ασχοληθεί μαζί του ακόμα και οι «Financial Τimes», χαρακτηρίζοντας τον «top-class inventor» (εφευρέτη κορυφαίας κλάσης)
Ήταν στα 1965, όταν ο 42χρονος τότε Αριστόβουλος Πετζετάκις είχε γίνει σύμβολο της ραγδαίας επιχειρηματικής ανέλιξης, ανοίγοντας με συνεχείς καινοτομίες το δρόμο στην εξέλιξη του τομέα των πλαστικών σωλήνων.
Η εταιρία του «Α.Γ. Πετζετάκις Α.Ε.» ήταν η πρώτη ελληνική που έγινε πολυεθνική, χάρη στην πρωτοποριακή μέθοδο παραγωγής εύκαμπτων πλαστικών σωλήνων ενισχυμένων με σπειροειδές PVC. Ήταν η τεχνολογία που κατοχυρώθηκε με το εμπορικό όνομα Heliflex και έκανε θραύση σε όλο τον κόσμο, αλλάζοντας την ιστορία στη γεωργία, την άρδευση, την ύδρευση και τη σύγχρονη κατοικία.
Η συνεισφορά και η απήχηση της καινοτομίας διεθνώς ήταν τέτοια που η παγκόσμια βιομηχανία πλαστικών χωρίζεται στην προ και μετά Πετζετάκι εποχή.
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 ο σωλήνας Heliflex αντικατέστησε μαζικά το σωλήνα ruber που είχε τότε κραταιά θέση στην παγκόσμια αγορά πλαστικών. Αντίθετα με τον σωλήνα ruber, το υλικό που κατασκεύασε ο Πετζετάκις ήταν ανθεκτικό στον ήλιο, ενώ τεράστιο πλεονέκτημα απέναντι στον ανταγωνισμό του έδινε και η μηχανή παραγωγής που σχεδίασε, καθώς παρείχε τη δυνατότητα για γρήγορη και μαζική παραγωγική διαδικασία
Σταδιακά ο Πετζετάκις άρχισε να κατοχυρώνει διεθνείς πατέντες, οι οποίες αργότερα εκχωρήθηκαν σε κολοσσούς όπως η Goodyear, Pirelli και Dunlop. Παράλληλα εισέπραττε μεγάλα ποσά για royalties χάρη σε αυτές από εταιρίες όπως η αμερικανική Indiana Tools Diyes και η γιαπωνέζικη Mitsubishi. Ίδρυσε θυγατρικές σε 22 χώρες, φτάνοντας στο απόγειο της δόξας του να έχει εξαγωγές και παρουσία σε περίπου 60 χώρες.
Κομβικό ρόλο σε αυτό έπαιξε και μια άλλη καινοτομία, που εισήγαγε το 1968. Μέχρι τότε, στα έργα αποχέτευσης χρησιμοποιούνταν ένας σκληρός και πολύ ακριβός γερμανικός σωλήνας. Ανακάλυψε ένα άλλο προϊόν, με μεγαλύτερη αντοχή και πιο εύχρηστο από το γερμανικό, εισπράττοντας μεγάλα ποσά από όλες τις επιχειρήσεις που έκαναν χρήση της πατέντας του, συμπεριλαμβανομένων και των γερμανικών.
Ο Πετζετάκις είχε τη φήμη του ιδανικού εργοδότη με το πιο καλοπληρωμένο προσωπικό της εποχής. Θρυλείται ότι ήξερε όλους τους υπαλλήλους του με το μικρό τους όνομα, ενώ έγινε εμμέσως ο τροφοδότης ορισμένων εκ των μεγαλύτερων εταιριών του κλάδου πλαστικών σε παγκόσμιο επίπεδο. Έξι εξ’ αυτών, με πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα την Interplus και την Plexaco, δημιουργήθηκαν από ανθρώπους που θήτευσαν στο πλευρό του.
Τα περιοδικά της εποχής έγραφαν για το φαινόμενο του ερευνητή – βιομήχανου που κατάφερε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να γίνει τόσο πλούσιος. Ωστόσο ο ηγέτης του ελληνικού βιομηχανικού κλάδου δεν πρόλαβε όμως να χαρεί την αυτοκρατορία του. «Έφυγε» αιφνιδίως το 1973 από καρδιακό επεισόδιο σε ηλικία μόλις 50 ετών. Λίγες εβδομάδες νωρίτερα οι μετοχές της εταιρείας είχαν εισαχθεί στο χρηματιστήριο και είχε φροντίσει μάλιστα να αφήσει το 7% του μετοχικού κεφαλαίου στους εργαζόμενους του.
Τα ηνία του κραταιού ομίλου ανέλαβαν μέλη της οικογένειας του αείμνηστου επιχειρηματία, καθώς τα πέντε παιδιά του (εκ των οποίων τέσσερις κόρες) ήταν νεαρής ηλικίας. Αρχικά ο αδελφός του εκλειπόντος Μενέλαος και στη συνέχεια η μητέρα του Κυριακή, μαζί με τις αδελφές του προσπάθησαν να διατηρήσουν την παραγωγική δυναμική της βιομηχανίας πλαστικών.
Πρώην υπάλληλοι της εταιρίας πάντως έχουν αναφέρει ότι η διαχείριση της περιουσίας του Πετζετάκι δεν ήταν καθόλου ομαλή, κάνοντας λόγο για «μεγάλο φαγοπότι» μετά το θάνατό του.
Το 1986 αναλαμβάνει το τιμόνι ο 23χρονος τότε γιος του, Γιώργος Πετζετάκις αφότου ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό του στο London School Of Econimics, μετά τις σπουδές του στο Boston College.
Στην 20ετια που ακολούθησε η εταιρεία πραγματοποίησε πολλές εξαγορές στο εξωτερικό και πήγαινε σχετικά καλά, όμως είχε αρχίσει να παρουσιάζει προβλήματα ρευστότητας. Ισχυρό πλήγμα είχε ήδη αποτελέσει ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ, όταν ο όμιλος Πετζετάκι αποδείχθηκε ανέτοιμος να χειρισθεί την κρίση, με αποτέλεσμα να απωλέσει το 25% των εξαγωγών του. Με τη διορατικότητα που τον διέκρινε, ο πατέρας είχε επενδύσει στις περιοχές κρίνοντας ότι θα χρειάζονταν τους σωλήνες του, όμως οι διάδοχοι δεν κινήθηκαν εγκαίρως όταν άρχισε να πλησιάζει ο πολεμος.
Ανέτοιμος φάνηκε ο όμιλος και το 1990, όταν έληξε η παγκόσμια αποκλειστικότητα της πατέντας του Αριστόβουλου Πετζετάκι, ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα στην παραγωγή και διάθεση ανταγωνιστικών προϊόντων, τα οποία τα επόμενα χρόνια θα «ροκάνιζαν» το μερίδιο αγοράς του ομίλου. Δεν ήταν βέβαια ένα αιφνιδιαστικό γεγονός. Απλώς τα χρήματα είτε είχαν σπαταληθεί στις ανάγκες της «μεγάλης ζωής», είτε είχαν γίνει επενδύσεις με ερωτηματικά.
Στην κρισιμότερη στιγμή, στερημένος δηλαδή απο την πατέντα Heliflex, ο όμιλος βρέθηκε άοπλος ως απλός παραγωγός και δεν μπορεσε να ανταποκριθεί ουσιαστικά επειδή δεν υπήρχε ρευστό να παράγει και να ανταγωνιστεί την αγορά.
Το 2003 με την κατάρρευση της καναδέζικης θυγατρικής, το οξύ πρόβλημα ρευστότητας διογκώθηκε σε δραματικό βαθμό. Ο Πετζετάκις είχε τεράστιες παραγγελίες απ’ όλο τον κόσμο, αλλά δεν είχε χρήματα να παράγει! Τα δάνεια των 120 εκατ. ευρώ που χρειάστηκε να πάρει από 17 διαφορετικές τράπεζες γονάτισαν τη μητρική εταιρεία του ομίλου.
Για να βγει από το αδιέξοδο, ο Γιώργος Πετζετάκις αναζήτησε στρατηγικό επενδυτή στον ελβετικό οίκο Javes, ο οποίος υποτίθεται θα χρηματοδοτούσε τον Ομιλο με 25 εκατ. ευρώ. Τα υπολοιπα μέλη του ΔΣ διαφωνουσαν, ο ίδιος ο κληρονόμος βρέθηκε εκτός του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας του και εν τέλει ο αφανής Ελβετός εταίρος, παρά τις συνεχείς υποσχέσεις, δεν έβαλε ούτε ένα ευρώ στην εταιρεία. Παράλληλα διάφορα «κοράκια» αγόραζαν κοψοχρονιά θυγατρικές όπως αυτή της Νότιας Αφρικής.
Δύο χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (Credit Renaissance και PSAM) και δανειστές κατήγγειλαν το ομολογιακό δάνειο των 17,5 εκατ. ευρώ, ζητώντας να τους καταβληθεί αμέσως ολόκληρο το ποσό μαζί με τους ληξιπρόθεσμους τόκους των 3,2 εκατ. ευρώ.
Το Μαϊο του 2011 ο 47χρονος τότε Γιώργος Πετζετάκις συνελήφθη για συνολικά χρέη προς την εφορία ύψους 2,1 εκατ. ευρώ.
Είχε προηγηθεί η αίτηση της εταιρείας να υπαχθεί στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, ώστε να προστατευθεί από τους πιστωτές της για διάστημα έως και δύο χρόνια, η οποία δεν καρποφόρησε.
Μετά τη σύλληψή του ο επιχειρηματίας έβαλε πωλητήριο στη βίλα του στη Φλόριντα, την οποία και κατάφερε να πουλήσει σε ένα μήνα αντί 1,68 εκατ. δολαρίων.
To Σεπτέμβριο του 2012 δικάζεται και καταδικάζεται ερήμην σε 10ετή φυλάκιση χωρίς αναστολή. Ένα μήνα αργότερα ωστόσο ανεστάλη η εκτέλεση των αποφάσεων φυλάκισης, αφού υπήρξε συμφωνία για εξόφληση του ελληνικού Δημοσίου.
Τρία χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2015 η άλλοτε κραταιά εισηγμένη της Σοφοκλέους πέρασε σε καθεστώς πτώχευσης. Τα «κομμάτια» της άρχισαν να βγαίνουν σε πλειστηριασμό.
Ο ένας πλειστηριασμός διαδέχτηκε τον άλλο και περίπου ένα χρόνο μετά τον εκπλειστηριασμό των μεγάλων αποθηκών στη βόρεια Ελλάδα (που ήταν και το φιλέτο της ακίνητης περιουσίας των Πετζετάκιδων και πουλήθηκε για μόλις 1,5 εκατ. ευρώ) ήρθε και η σειρά του κεντρικού εργοστασίου στον Ελαιώνα Βοιωτίας, στη Θήβα.
Το ποσό των 12 εκατ. ευρώ ως τιμή πρώτης προσφοράς για το ακίνητο και τον εξοπλισμό ήταν ο καταθλιπτικός επίλογος μιας από τις πάλαι ποτέ πιο ξακουστές ελληνικές εταιρίες παγκοσμίως, η οποία σε μικρογραφία της χώρας που εκπροσωπούσε ακολούθησε το δικό της δρόμο προς το… μνημόνιο και τη χρεοκοπία.
Πηγή: menshouse.gr