Αγροτικά ακίνητα: αλήθειες και ψέματα για το δασικό πρόβλημα

Η Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων Ελλάδας επισημαίνει σε ανακοίνωση της ότι « η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας ΛΥΝΕΙ  το Ιδιοκτησιακό πρόβλημα ενός μέρους των βοσκοτόπων και των γεωργικών εκτάσεων.  Εξακολουθεί όμως να δεσμεύει την χρήση τους, λόγω της προγενέστερης νομολογίας του, η οποία βασίστηκε στο ΨΕΜΑ για τον  κίνδυνο για την Εξαφάνιση των Ελληνικών Δασών».  

Σε αναλυτική ανακοίνωση, με τίτλο «το δασικό πρόβλημα μετά την πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας και η υποχρέωση του υπουργείου Περιβάλλοντος», που υπογράφει ο πρόεδρος της Ένωση Ιδιοκτητών Αγροτικών Ακινήτων Ελλάδας Δημήτρης Κοτσώνης αναφέρονται τα ακόλουθα:

-«Η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας ΛΥΝΕΙ  το Ιδιοκτησιακό πρόβλημα ενός μέρους των βοσκοτόπων και των γεωργικών εκτάσεων.  Εξακολουθεί όμως να δεσμεύει την χρήση τους, λόγω της προγενέστερης νομολογίας του, η οποία βασίστηκε στο ΨΕΜΑ για τον  κίνδυνο για την Εξαφάνιση των Ελληνικών Δασών.  Κίνδυνος ο οποίος έχει πλέον αποδειχθεί ανύπαρκτος, όπως αναλύεται κατωτέρω.

Πριν απ΄ την ανάλυση της αποφάσεως του Συμβουλίου Επικρατείας, επιβάλλεται να προσδιοριστεί η επιφάνεια της χώρας  την οποία θα καλύψουν τα Δάση μετά από την τροποποίηση την οποία επιβάλει στην δασική νομοθεσία αυτή η απόφαση.

Διάγραμμα 1

Μέχρι σήμερα οι δασικές υπηρεσίες απέφυγαν να  παραθέσουν με συγκεκριμένα στοιχεία την συνολική επιφάνεια την οποία καλύπτουν τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, καθώς και οι χορτολιβαδικές, επί των οποίων επίσης εφαρμόζονται οι διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Ήρθε όμως η Ευρωπαϊκή Ένωση ή οποία καταμέτρησε την δασοκάλυψη σε όλα τα κράτη της με το πρόγραμμα ΚΟΠΕΡΝΙΚΟΥΣ, ( για το οποίο δαπάνησε υπέρ τα 15,0 δις ευρώ ) και κατέδειξε ότι τα Δάση της Ελλάδας καταλαμβάνουν το  50% της επιφάνειας της ( βλπ. διάγραμμα 1 ) , που είναι από τα μεγαλύτερα μεταξύ των κρατών της και ότι οι βοσκότοποι της καταλαμβάνουν το 18% και όχι το 40% που ισχυρίζονταν οι δασολόγοι που είναι υπάλληλοι του υπουργείου, τους οποίους στη συνέχεια θα αποκαλούμε δασάρχες – που είναι η λέξη με την οποία τους χαρακτηρίζει ο Λαός (άρχεις–δασάρχης!), προκειμένου να δικαιολογήσουν τους ισχυρισμούς τους, περί της καταστροφής του Περιβάλλοντος εφ΄όσον οι εκτάσεις αυτές δεν χαρακτηριστούν ως Δάση.

Επειδή δε οι βοσκότοποι απ΄την ελληνική δασική νομοθεσία χαρακτηρίζονται ως δάση, συνεπάγεται ότι τα ελληνικά δάση καταλαμβάνουν το 68% της επιφάνειας της χώρας. Σε αυτό το ποσοστό πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, που ανέρχονται περίπου στο 3%, διότι οι χορτολιβαδικές εκτάσεις που εξαιρούνται από την εφαρμογή των δασικών διατάξεων είναι μόνο εκείνες που έχουν αναγνωριστεί από τις δασικές υπηρεσίες ως ανήκουσες σε ιδιώτες, που είναι ελάχιστες, καθώς και όσες έχουν αναγνωριστεί ως ιδιωτικές με απόφαση του Αρείου Πάγου, που είναι αμελητέες, η έκταση της Ελλάδας επί της οποίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του δασικού νόμου ανέρχεται στο 71%.

Κατά συνέπεια η έκταση των ελληνικών δασών – δασικών εκτάσεων συμφώνα με τους ελληνικούς δασικούς χάρτες καταλαμβάνει το 71% της επιφάνειας της, αφού κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ή να αμφισβητήσει ότι ο προσδιορισμός της εννοίας του δάσους από την ελληνική δασική νομοθεσία είναι πιο πλεονασματικός από αυτόν που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Επί όλης αυτής της έκτασης, σύμφωνα με τον δασικό νόμο, απαγορεύεται η αλλαγή της χρήσης της. Αν δε σε αυτή προσθέσουμε και τις βραχώδεις εκτάσεις που δεν υπολείπονται του 3% ( και οι οποίες για ένα διάστημα υπάγονταν στη δασική νομοθεσία ) προκύπτει ότι η έκταση της Ελλάδας επί της οποίας απαγορεύεται η αλλαγή της χρήση ανέχεται στο 73% !

Το γεγονός να καταλαμβάνουν τα δάση το 71% της επιφάνειας της χώρας, έναντι του 50%, που είναι το σωστό και να απαγορεύεται η αλλαγή της χρήσης επί του 73% της επιφάνειας της χώρας δεν το έχει πληροφορηθεί η κοινή γνώμη και φυσικά ούτε το Συμβούλιο της Επικρατείας και προφανώς δεν το έλαβε υπ΄όψιν του κατά την έκδοση της ανωτέρω απόφαση του.

Σε ότι δε αφορά την εν λογω απόφαση της η Ολομέλεια του ΣτΕ., αυτή έκανε δύο σημαντικές τομές στην υφιστάμενη νομολογία του :

Πρώτον :  εξέτασε την σχέση της Ασφαλείας του Δικαίου με την Προστασία του Περιβάλλοντος, με την οποία έως σήμερα δεν είχε ασχοληθεί η νομολογία του και δέχτηκε ως συνταγματικές τις ρυθμίσεις του νόμου 4685/2020, σύμφωνα με τις οποίες, δεν χαρακτηρίζονται ως  Δασικές οι εκτάσεις εκείνες, τις οποίες το κράτος  με διάφορες αποφάσεις του τις έχει χαρακτηρίσει  ως γεωργικές ή κτηνοτροφικές καθώς και οι δασικές εκτάσεις, στις οποίες έχει επιτρέψει την αλλαγή της χρήσης τους πριν από την θέσπιση του Νέου Συντάγματος του 1975.

Όμως με τις εν λόγω διατάξεις του νόμου δεν καλύπτεται το σύνολο της αγροτικής περιουσίας, αφού υπάρχουν χιλιάδες γεωργικές και κτηνοτροφικές εκτάσεις, που προϋπήρχαν αυτών των αποφάσεων, οι οποίες δεν καλύπτοντα από αποφάσεις της Διοικήσεως, αλλά από τον δασικό νόμο 4173/1929 (ο γνωστός ως νόμος του Ε.ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ),  τις οποίες, επί πλέον, έχει σαφώς και κατηγορηματικά εξαιρέσει από την εφαρμογή του.

Ο νόμος αυτός πέραν των άλλων αναφέρει :

« Δεν υπόκεινται εις τας διατάξεις του παρόντος νόμου

  1. Τα μεμονωμένως ή κατά λόχμας και συνδεδρίας εντός γεωργικώς καλλιεργούμενων εκτάσεων ή   αγροτικών κτημάτων μέχρι εκτάσεως 50 στεμμάτων ως και τα εντός αυλών, κήπων, και ελαιώνων  και αμπέλων φυόμενα δασικά δένδρα.
  2. Οι θάμνοι των βοσκοτόπων.
  3. Οι παλίουροι κλπ
  4. Τα ελαιόδεντρα.
  5. Τα οπωροφόρα και καρποφόρα δένδρα ως και αι άμπελοι.».

Προφανώς η μη συμπερίληψη στον νομό 4685/23020 και των εκτάσεων που εξαιρούσε ο δασικός νόμος- κώδικας νόμος 4137/1929 από την εφαρμογή του, δεν αποτελεί λάθοςαλλά ηθελημένη απόφαση των εισηγητών τουτην οποία ανάδειξε η εν λογω απόφαση, και αναδεικνύει ακόμη μια φορά την επιδίωξη τους για τον χαρακτηρισμό ως δάσους όσο το δυνατόν μεγαλύτερης επιφάνειας της χώρας.

Είναι τραγελαφικό να εξαιρούνται από τον δασικό νόμο οι εκτάσεις με τις οποίες η Διοίκηση άλλαξε την δασική τους χρήση σε γεωργικές ή κτηνοτροφικές και να μην εξαιρούνται οι εκτάσεις που από το 1929 ο ΔΑΣΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ-ΝΟΜΟΣ εξαιρούσε,  ( και που στο Β.Δ. το οποίο τον θέσπισε χαρακτηρίζεται ως δασικός κώδικας, γεγονός που συνεπάγεται, ότι οι διατάξεις δεν μπορούν να ανατρέπονται από απλούς νόμους ! ).

Λάθος που  συναρτάται και με τις περικοπές των αγροτικών επιδοτήσεων και πρέπει το υπουργείο να το διορθώσει άμεσα.

Δεύτερο: Δέχθηκε η Ολομέλεια, ότι η διατήρηση της χρήσης αυτών των εκτάσεων ως γεωργικών ή κτηνοτροφικών  εις το διηνεκές  διασφαλίζει την  ισορροπία μεταξύ προστασίας του περιβάλλοντος και ασφάλειας του δικαίου.

Η κρίση της Ολομέλειας περί διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος με την απαγόρευση μεταβολής της χρήσης των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων εις το διηνεκές, είναι προφανές ότι εκπορεύεται από την υφιστάμενη νομολογία του, που επικυρώθηκε  και από το ΑΕΔ, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται  η  μεταβολή δασών και δασικών εκτάσεων, εκτιμώντας όμως ότι η  συμβολή της χλωρίδας, που αναπτύσσεται επί των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων συμβαδίζει με την προστασία του περιβάλλοντος,  αφού δεν αφίσταται ουσιωδώς από την συμβολή της χλωρίδας των δασών στην προστασία του περιβάλλοντος ( αν και στις περιπτώσεις δενδροκαλλιέργειας υπερέχει)

Η νομολογία αυτή του ΣτΕ. εκδόθηκε υπό την παραπληροφόρηση που είχε το Συμβούλιο της Επικρατείας  την εποχή εκδόσεως των σχετικών αποφάσεων του, σύμφωνα με την οποία τα Δάση της Ελλάδας καταλάμβαναν το 18% της επιφάνειας της, το μικρότερο εξ όλων των κρατών της Ευρώπης και ότι καταστρέφονταν με ραγδαία ταχύτητα.

Αυτός είναι ο   λόγος για τον οποίο το ΣτΕ, κατέληξε σε αυτή την αυστηρή κρίση, όπως αναφέρεται στην εργασία του επί τιμή αντιπροέδρου του ΣτΕ και  « ήταν το γεγονός»  κατά το οποίο « Η Ελλάδα , με 32% δασοκάλυψη το 1928 περιορίζονταν στο 18%  περίπου ( το μικρότερο ποσοστό της Ευρώπης ),τη στιγμή που π.χ. η Βουλγαρία από το 20% ανέβαινε στο 32% και η Ισπανία από 9% έφθανε στο 33% ( βλ. Οικ. Ταχ. 17.3.88 Μαρίνον, Βήμα 27.10.87 Πλωρίτην ), ήταν εύλογο οι συντάκτες του Συντάγματος του 1975 να θεσπίσουν τις εις τα άρθρα 24 και 117 αυτού διατάξεις, αφού η χώρα  βρίσκονταν πλέον υπό συνθήκες συναγερμού εν όψει επερχόμενου δασικού αφανισμού. Αφανισμού που, όπως έχει επισημανθεί, προσομοιάζει με εκείνον προς εκείνον που επέφερε την εξαφάνιση των πολιτισμών της Μεσογείου και της Κεντρικής Αμερικής.» ( Δίκη  δελτίο Ελληνική Δικαιοσύνη 34/1993σελ. 491 ).

Αυτά στο μακρινό 1993.

Σήμερα όμως που έχει αποδειχθεί ότι τα δάση στην Ελλάδα καταλαμβάνουν το 50% της επιφανείας της , που είναι από τα μεγαλύτερα ποσοστά δασοκάλυψης μεταξύ των κρατών της ( βλπ. διάγραμμα 1 ) και ακόμη, ότι οι βοσκότοποι καταλαμβάνουν το 18%, γεγονός που καταρρίπτει τον ισχυρισμό  περί καταστροφής του Περιβάλλοντος εφ΄όσον οι εκτάσεις αυτές δεν χαρακτηριστούν ως Δάση, είναι φανερό ότι ο λόγος στον οποίο το ΣτΕ. στηρίχτηκε στη διαμόρφωση της νομολογίας του, ήταν το μεγάλο ΨΕΜΑ περί ελλείμματος της δασοκάλυψηςκαθώς  και περί του κινδύνου εξαφανίσεως των ελληνικών  δασών.

ΨΈΜΑ το οποίο μέσα από την απαγόρευσα της αλλαγής της χρήσης των δασών,

κατέστησε τους  Δασάρχες αρμόδιους

να αποφασίζουν μόνον αυτοί και κανένας άλλος, για την χορήγηση αδειών κατασκευής  κτιρίων  

επί αυτού του 73% και κατ΄ουσία επί του συνόλου της επιφάνειας της Ελλάδας,

αφού η υπόλοιπη επιφάνεια της χώρας καλύπτεται από γης υψηλής παραγωγικότητας και από τις επιφάνειες των πόλεων και των χωριών, των δρόμων, των ποταμών και των λιμνών, στις οποίες δεν μπορούν  να εγκατασταθεί καμία ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ , ΒΙΟΤΕΧΝΙΑ, ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ και εν γένει να αδειοδοτηθεί καμία ΕΠΕΝΔΥΣΗ.

Το γεγονός κατά τα οποίο  η δασοκάλυψη της Ελλάδας ανέρχεται στο 50%, που είναι απ΄ τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη,  σε συνδυασμό με την ως άνω κρίση της Ολομέλειας,  περί συμβαδίζουσας της χλωρίδας, που αναπτύσσεται επί των γεωργικών και κτηνοτροφικών εκτάσεων, με  εκείνη της χλωρίδας των δασών  και κατά συνέπεια συμβάλλοντας στην προστασία του περιβάλλοντος,  αποδεικνύει,  ότι η εξαίρεση από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας των εκτάσεων που  εξαιρούσε ο νόμος  4137/1929 σε τίποτε δεν βλάπτει το περιβάλλον.

Διάγραμμα 2

Πρέπει να επισημανθεί ακόμη, ότι η μεταβολή της χρήσης αυτών των εκτάσεων, δεν σημαίνει ότι την επομένη όλη αυτή η έκταση θα μεταβληθεί σε ΟΙΚΟΠΕΔΑ, αφού ένα απειροελάχιστο ποσοστό της χρειάζεται να αποδοθεί στην Οικονομική Ανάπτυξη της Χώρας, όπως εμφαίνεται και από τον συνημμένο διάγραμμα των χρήσεων γης των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωση (διάγραμμα 2 ), στο οποίο καταφαίνεται ότι η Οικοπεδική Χρήση της Ευρώπης δεν καταλαμβάνει  περισσότερο από το 4% της συνολικής επιφάνειας της Ε.Ε. Και περιοριζόμαστε μόνο σε αυτή την σύγκρισης  για να μην επεκταθούμε, σε επί μέρους συγκρίσεις  για την έκταση που καταλαμβάνουν  οι οικιστικές χρήσεις στα άλλα κράτη της Ε.Ε., έναντι των οικιστικών χρήσεων στην Ελλάδα, που δεν καταλαμβάνουν ούτε το 2,5% !

Άλλωστε η έκταση που πρέπει να παραδοθεί στην Ανάπτυξη αποτελεί αντικείμενο του ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΊΟΥ της Χώρας και όχι αντικείμενο της ΔΑΣΟΛΟΓΙΑΣ.

Ο σημαντικότερος  όμως λόγος για την  ανάγκη  απελευθέρωση της χρήσης των εν λογω εκτάσεων είναι ένας και αυτός είναι διότι αυτή η απελευθέρωση της θα επιτρέψει την θέσπιση του ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ,

η αδυναμία συντάξεως του οποίου από το 1976, οφείλεται στον χαρακτηρισμό του 73% της επιφανείας της χώρας σε Δάσος, στην οποία μαζί με τις γεωργικές εκτάσεις, που βρίσκονται στις πεδιάδες και είναι εκτάσεις υψηλής παραγωγικότητα,  στις οποίες σωστά έχει απαγορευθεί η μεταβολή της χρήσης τους και μαζί με τις οικιστικές και λοιπές εκτάσεις,  που δεν προσφέρονται για ένταξη στο ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ( δρόμοι , τεχνικά έργα ,υδάτινες επιφάνειες ), το σύνολο τους  φθάνουν στο 99,5% !

Αυτή είναι η αιτία για την οποία όλα αυτά τα χρόνια με καταστεί δυνατός ο σχεδιασμός του ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ, η έλλειψη του οποίου δημιούργησε την  τεράστια γραφειοκρατία προκειμένης της εγκρίσεως μια ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ, ακόμη και κατά την 12ετή περίοδο της οικονομικής κρίσης, που διανύουμε. ΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΊΑ η οποία πέραν των άλλων , συντελεί και στον εκτεταμένο χρηματισμό της Διοίκησης.

Αυτή την έλλειψη του Χωροταξικού Χάρτη επισημαίνει η ΚΟΜΙΣΙΩΝ με την πρόσφατη εκθέσει της για την Οικονομική Ανάπτυξη της Ελλάδας, και ως αιτία για στασιμότητα στην έγκριση ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ, αποφεύγοντας , βεβαίως, να αναφερθεί ευθέως στον ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΧΑΡΤΗ, αλλά καθορίζοντας, ότι η αδυναμία εγκρίσεως των ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ, οφείλεται, στις διαθρωτικές αλλαγές στις οποίες δεν έχουν προβεί Κυβερνήσεις,  επισημαίνοντας δε ότι ούτε ο νόμος ΦΑΣ ΤΡΑΚ απέδωσε, ούτε οι τροποποιήσεις του, ούτε οι διαφαινόμενες αλλαγές του κινούνται στην σωστή κατεύθυνση.

Δεν αναφέρεται δε ευθέως στην έλλειψη του χωροταξικού χάρτη, διότι τότε θα αποκαλύπτονταν οι ευθύνες της ΤΡΟΙΚΑΣ και των εντολοδόχων της, που αντί να αντιμετωπίσει αυτή την αδυναμία και ενώ αναγνώρισε την ύπαρξη του ΔΑΣΙΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ  και ανέλαβε να το λύσει δημιουργώντας ειδική επιτροπή για την επίλυση του και μάλιστα μετακαλώντας από το εξωτερικό επιστήμονες με ιδιαίτερες γνώσεις,  το έκανε χειρότερο. Και όχι μόνο, αλλά πρόταξε αντί της σύνταξης του Κτηματολογίου  την σύνταξη του Δασολογίου, με πρόσχημα την προστασία της Δημόσιας περιουσίας, που κατ΄ουσία ΔΗΜΕΥΣΕ όλη της επιφάνεια του 73% της Ελλάδας, ώστε η μεν Χώρα να μην μπορεί να εγκρίνει ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, που παράγουν πλούτο και θα μας επιτρέψουν να εξοφλήσουμε τα δάνεια και όχι μόνο, αλλά να ανοίγουμε την όρεξη των ΔΑΝΕΙΣΤΩΝ-ΔΙΕΘΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΤΩΝ, να αρνηθούν δάνεια και λογω της αδυναμίας μας να εξοφλήσουν αυτά που χρωστάμε, προκειμένου να κατάσχουν την περιουσία των Ελλήνων, που η δασική νομοθεσίας την μετέβαλε σε Κρατική.

Τα ανωτέρω καταδεικνύουν, ότι, εν όψει των ανωτέρω,

θα μεταβληθεί η κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας 

περί απαγορεύσεως μεταβολής της χρήσης των βοσκότοπων και των γεωργικών εκτάσεων

 και της εν γένει αγροτικής περιουσίας.

Δυο Πρωθυπουργοί,  Κώστας ΣΗΜΙΤΗΣ και Κώστας ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ  επεχείρησαν να αλλάξουν το άρθρο 24 του Συντάγματος, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα παραπάνω, που συσσώρευσε η αυστηρή κρίση του ΣτΕ. και τέσσερεις αρχηγοί Κομμάτων διακήρυξαν αυτή την ανάγκη.

Τότε όμως δεν  υπήρχαν τα παραπάνω στοιχεία, που αποκάλυψαν το ΨΕΜΑ των δασολόγων, υπό το οποίο το ΣτΕ. διαμόρφωσε την νομολογία του. 

Συνεπώς σήμερα δεν είναι υπεύθυνοι μόνο οι υπουργοί του ΥΠΕΝ, αλλά υπεύθυνοι είναι και οι Υπουργοί Δικαιοσύνης (ασφάλεια δικαίου ), Ανάπτυξης ( οικονομική Ανάπτυξη), Εσωτερικών ( περιουσία πολιτών και κράτους – δανειστές ), για να τροποποιήσουν τη δασική νομοθεσία και να επαναφέρουν τις διατάξεις του νόμου  4173%, αλλά  και την παροχή δικαστικής  προστασίας στους πολίτες. από τυχόν εσφαλμένους χαρακτηρισμούς της χλωρίδας των ιδιοκτησιών τους, που σήμερα την έχει απαγορεύσει η δασική νομολογία και όπως επιβάλλεται σε ευνομούμενο κράτος.

Πέραν όμως των ανωτέρω οι δασάρχες έχασαν κάθε αξιοπιστία απ΄ τον ΛΑΟ και έπρεπε να την έχουν χάσει και από την πολιτική ηγεσίας και δεν μπορούν πλέον  να έχουν αρμοδιότητα για την σύνταξη, αλλά ούτε και για την διαχείριση  των δασικών χαρτών. Εργασία για την οποία άλλωστε δεν έχουν τα εφόδια και γνώσεις, παρά μόνο κατά τον χαρακτηρισμό των εκτάσεων και όχι αυτοτελώς αλλά ως μέλη των ειδικών επιτροπών. Η αρμοδιότητα αυτή  ανήκει στη Διεύθυνση Τοπογραφικών εφαρμογών του ΥΠΕΝΌπως επίσης δεν έχουν θέση οι δασολόγοι στο Υπουργείο Περιβάλλοντος.

Δεν είναι περιβαντολλόγοι, δασολόγοι είναι !  

Σήμερα που αποκαλύφθηκε αυτό το ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟ ΨΕΜΑ, είναι προφανές ότι δεν χρειάζεται καμία απολύτως τροποποίηση του άρθρου 24 του Συντάγματος παρά μόνο τρία πράγματα :

  • πρώτον η επαναφορά των διατάξεων του νόμου 4173/1929, περί του χαρακτηρισμού των εδαφών.
  • δεύτερον  η διενέργεια χαρακτηρισμού των εδαφών από τις επιτροπές του νόμου περί βοσκοτόπων  και η δικαστική προστασία των πολιτών απέναντι σε τυχόν εσφαλμένους χαρακτηρισμούς.

και

  • τρίτο, η αρμοδιότητα της σύνταξης και διαχείρισης των Δασικών Χαρτών από την Διεύθυνση Τοπογραφικών Εφαρμογών του Υπουργείου.

τέλος δε

η επαναφορά των δασολόγων στο υπουργείο Φυτικής Παραγωγής και Διατήρησης της χλωρίδας.

Δεν έχουν καμία θέση στο υπουργείο Περιβάλλοντος, παρά μόνο κατά το μέτρο που πρέπει να μετέχουν οι περισσότεροι επιστημονικοί κλάδοι, όπως συμβαίνει σε όλα τα Κράτη κατά την σύνταξη του ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ της Χώρας και στις περιπτώσεις που κρίνεται η ανάγκη για την μεταβολή της χρήσης μιας πραγματικής δασικής έκταση και καθορισμού των όρων υπό τους οποίους θα επιτραπεί.

ο πρόεδρος

Δημήτριος Κοτσώνης”

Πηγή: ecopress.gr