Αποταμιεύσεις: Ενώ βρισκόμαστε εν μέσω μιας βαθιάς και πολύπλευρης οικονομικής κρίσης στην οποία ο πληθωρισμός, η ακρίβεια και η ενεργειακή κρίση «χτυπούν» βάναυσα τα ελληνικά νοικοκυριά, έρχονται στο φως στοιχεία που προβληματίζουν αναφορικά με την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων και τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών.
Συγκεκριμένα τα νέα οικονομικά στοιχεία δείχνουν πως η αγοραστική δύναμη των ελληνικών νοικοκυριών έχει σημειώσει σοβαρή μείωση κατά το 2022.
Το εύρημα αυτό προκύπτει από μελέτη που παρουσίασε το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ. Η ίδια έρευνα αναδεικνύει μια ακόμα σοβαρή παθογένεια.
Ειδικότερα, φαίνεται πως μέσα σε αυτές τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες οι Έλληνες πολίτες αναγκάζονται να βάλουν χέρι στις αποταμιεύσεις τους.
Ο λόγος, φυσικά, έχει να κάνει με την τεράστια δυσκολία ανταπόκρισης στις οικονομικές προκλήσεις και τις πληρωμές που προκύπτουν από το κύμα ακρίβειας και τις αυξημένες τιμές στο ρεύμα αλλά και σε βασικά προϊόντα.
Κι όλα αυτά έρχονται σε αντιδιαστολή με τα όσα είχαν συμβεί στο μέτωπο των αποταμιεύσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Συγκεκριμένα κατά την περίοδο εκείνη η αποταμιεύσεις των Ελλήνων είχαν αυξηθεί σημαντικά, μια τάση όμως που από τις αρχές του 2022 και μετά έχει αρχίσει να αντιστρέφεται ολοκληρωτικά.
Γεγονός ορόσημο για την αντιστροφή αυτής της πραγματικότητας είναι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, μια τομή όχι μόνο σε επίπεδο διεθνών σχέσεων, αλλά κυρίως σε οικονομικό επίπεδο.
Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η ρωσική εισβολή συνέβαλε στην εμπέδωση και την γιγάντωση της ενεργειακής κρίσης που προϋπήρχε.
Χέρι στις αποταμιεύσεις, η μόνη λύση
Κάπως έτσι οι Έλληνες στις αποταμιεύσεις τους για να ενισχύσουν τη ρευστότητά τους και κυρίως να καλύψουν τις μεγάλες δαπάνες που έχουν προκύψει σ’ όλο το φάσμα των υποχρεώσεων και δραστηριοτήτων τους.
Όπως προκύπτει από την εβδομαδιαία ανάλυση της Eurobank, η αποταμίευση των νοικοκυριών το δεύτερο τρίμηνο συρρικνώθηκε κατά 5,8 δισ. σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021 και έπεσε σε αρνητική τιμή. Ειδικότερα οι δαπάνες των νοικοκυριών για κατανάλωση, τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο 2022, παρουσίασαν ανθεκτικότητα στις πληθωριστικές πιέσεις και στην αύξηση της αβεβαιότητας. Σε αυτό, πέραν των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης κατά της ενεργειακής κρίσης όπως αναφέρουν οι συντάκτες της έκθεσης, συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις της πανδημίας.
Αποταμιεύσεις – Τι δείχνουν τα στοιχεία
Πιο αναλυτικά σημειώνεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου, ένα μέγεθος που δείχνει τις πωλήσεις του εν λόγω κλάδου σε σταθερές τιμές και παρουσιάζει ισχυρή θετική συσχέτιση με την ιδιωτική κατανάλωση, ενισχύθηκε κατά 0,9% MoM / 4,3% ΥοΥ τον Αύγουστο 2022 από 1,5% MoM / 1,4% ΥοΥ τον Ιούλιο 2022.
Για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου – Αυγούστου 2022 κατέγραψε αύξηση 4,6% ΥοΥ από 9,0% ΥοΥ την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Η εν λόγω επιβράδυνση, πέραν των επιδράσεων της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του επιπέδου των τιμών, ήταν σε έναν βαθμό αναμενόμενη, καθότι ο εν λόγω κλάδος υπεραπέδωσε το 2021. Συγκεκριμένα, ο όγκος των πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο το 2021 υπερέβη τα προ πανδημίας επίπεδα, ήτοι του 2019, κατά 6,1%.
Σε ό,τι αφορά τον όγκο των πωλήσεων στις επί μέρους κατηγορίες καταστημάτων για τον μήνα Αύγουστο 2022 (βλέπε Σχήμα 1), θετικά ξεχώρισαν οι κατηγορίες των τροφίμων, ποτών και καπνού, των φαρμακευτικών και καλλυντικών, των επίπλων, ηλεκτρικών ειδών και οικιακού εξοπλισμού και των βιβλίων, χαρτικών και λοιπών ειδών. Η ένδυση και υπόδηση σημείωσε την υψηλότερη μηνιαία αύξηση με 6,5%, εν μέρει και λόγω των θερινών εκπτώσεων, καλύπτοντας σχεδόν το σύνολο των απωλειών των δύο προηγούμενων μηνών. Παρά ταύτα, σε ετήσια βάση, είχε τη χειρότερη επίδοση από όλες τις κατηγορίες καταστημάτων με συρρίκνωση 3,4%. Τέλος, τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets) και τα πολυκαταστήματα κατέγραψαν μείωση του όγκου των πωλήσεων σε μηνιαία βάση κατά 1,6% και 0,7% αντίστοιχα, ενώ σε ετήσια βάση η επίδοσή τους ήταν σχετικά ισχνή.
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν
Βάσει των παραπάνω αποτελεσμάτων εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι δαπάνες των νοικοκυριών για κατανάλωση, τουλάχιστον μέχρι τον Αύγουστο 2022, παρουσίασαν ανθεκτικότητα στις πληθωριστικές πιέσεις και στην αύξηση της αβεβαιότητας. Σε αυτό, πέραν των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης κατά της ενεργειακής κρίσης, συνέβαλαν σε σημαντικό βαθμό οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις της πανδημίας. Σύμφωνα με τους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων της ΕΛΣΤΑΤ, η κατανάλωση των νοικοκυριών το δεύτερο τρίμηνο 2022 αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 20,1% (€6,3 δισεκ.), ενώ το διαθέσιμο εισόδημα μόλις κατά 1,7% (€0,5 δισεκ.).
Ως εκ τούτου, η αποταμίευση των νοικοκυριών από το θετικό έδαφος των €1,1 δισεκ. (3,4% ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος) το δεύτερο τρίμηνο 2021 συρρικνώθηκε στο αρνητικό έδαφος των 4,7 δισεκ. (14,2% ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος) το δεύτερο τρίμηνο 2022. Βάσει των στοιχείων των εν λόγω λογαριασμών αποδεικνύεται ότι οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, €8,9 δισεκ. σωρευτικά από το δεύτερο τρίμηνο 2020 μέχρι το δεύτερο τρίμηνο 2021, χρηματοδότησαν σε υψηλό βαθμό την ανάκαμψη της κατανάλωσης των νοικοκυριών. Σημειώνεται ότι από το τρίτο τρίμηνο 2021 μέχρι το δεύτερο τρίμηνο 2022 οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών ήταν αρνητικές στα €9,3 δισεκ (βλέπε Σχήμα 2).
Αποταμιεύσεις – Αύξηση καταθέσεων 50 δισ. σε 45 μήνες
Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον Ιανουάριο του 2019 έως και τον Σεπτέμβριο του 2022, έχουν μπει στο τραπεζικό σύστημα 50 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι στους 45 μήνες που ακολούθησαν η μέση μηνιαία αύξηση των καταθέσεων ήταν 1,1 δισ. ευρώ, ποσό που αν μη τι άλλο είναι υψηλό για τα δεδομένα της χώρας και τις συνθήκες στην αγορά.
Ας δούμε μερικά στοιχεία για την πορεία των καταθέσεων την τελευταία διετία, δηλαδή από τον Ιανουάριο του 2020 έως τον Σεπτέμβριο του 2022:
Οι καταθέσεις για το σύνολο του ιδιωτικού τομέα (νοικοκυριά και επιχειρήσεις) διαμορφώνονται πλέον στα 185,51 δισ. ευρώ, έναντι 143,12 δισ. τον Δεκέμβριο του 2019, αύξηση κατά 42,39 δισ. σε αυτό το διάστημα. Ποσοστιαία αύξηση 29,6%
Από την παραπάνω αύξηση, τα περισσότερα χρήματα εισέρρευσαν από τα νοικοκυριά. Ανήλθαν στα 22,15 δισ. ευρώ και διαμορφώνονται πλέον στα 138,833 δισ. από 116,679 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος του 2019. Το ποσοστό της αύξησης ανέρχεται σε 18,9%.
Η αύξηση των καταθέσεων για τις επιχειρήσεις φτάνει τα 18,72 δισ., αύξηση 80,5% και τον περασμένο μήνα ήταν στα 41,96 δισ. ευρώ, έναντι 23,242 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο του 2019.
Πάντως, είναι άξιο λόγου ότι το υπόλοιπο των δανείων ανέρχεται στο τέλος του περασμένου μήνα στα 186,77 δισ. ευρώ, κάτι που διαμορφώνει τη σχέση μεταξύ δανείων και καταθέσεων στο 1 προς 1, ποσοστό που σε καμία περίπτωση δεν είναι αποδεκτό και συμβατό με μία σύγχρονη οικονομία και με ένα ισχυρό τραπεζικό σύστημα.
Πηγή: newsme.gr