Δύο μήνες μετά τον κορονοϊό: Καταθλιπτικά συμπτώματα και μειωμένη μνήμη

Ζητήματα μνήμης, χωρικής αντίληψης και προβλήματα επεξεργασίας πληροφοριών εντοπίστηκαν ως πιθανές μακροπρόθεσμες επιπλοκές του κορονοϊού

Οι ασθενείς με κορονοϊό αντιμετωπίζουν γνωστικά και συμπεριφορικά προβλήματα, δύο μήνες μετά την έξοδό τους από το νοσοκομείοσύμφωνα με νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στο 7ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Νευρολογίας (EAN).

Ζητήματα μνήμης, χωρικής αντίληψης και προβλήματα επεξεργασίας πληροφοριών εντοπίστηκαν ως πιθανές μακροπρόθεσμες επιπλοκές της λοίμωξης που παρακολουθήθηκαν για ένα διάστημα οκτώ εβδομάδων. Η έρευνα διαπίστωσε, επίσης, ότι ένας στους 5 ασθενείς ανέφερε διαταραχή μετατραυματικού στρες, με το 16% αυτών να παρουσιάζουν καταθλιπτικά συμπτώματα.

Η μελέτη, που διεξήχθη στην Ιταλία, περιλάμβανε τεστ νευρογνωστικών ικανοτήτων και τη λήψη μαγνητικών τομογραφιών ασθενών δύο μήνες μετά την εμφάνιση των συμπτωμάτων της COVID-19.  Περισσότερο από το 50% των ασθενών παρουσίασαν γνωστικές διαταραχές. Το 16% είχε προβλήματα με την εκτελεστική λειτουργία (που διέπει τη λειτουργική μνήμη, την ευέλικτη σκέψη και την επεξεργασία πληροφοριών), το 6% αντιμετώπισε οπτικά χωρικά προβλήματα (δυσκολίες στην κρίση του βάθους και στην αντίθεση της όρασης), το 6% είχε μειωμένη μνήμη και το 25% εκδήλωσε έναν συνδυασμό όλων αυτών των συμπτωμάτων.

Τα γνωστικά και ψυχοπαθολογικά προβλήματα ήταν πολύ πιο σοβαρά στους νεότερους ανθρώπους, με την πλειονότητα των ασθενών ηλικίας κάτω των 50 ετών να εμφανίζουν προβλήματα στις εκτελεστικές τους λειτουργίες. Σε ολόκληρο το δείγμα, η μεγαλύτερη σοβαρότητα των οξέων αναπνευστικών συμπτωμάτων COVID-19 κατά τη διάρκεια της εισαγωγής στο νοσοκομείο συσχετίστηκε με χαμηλή απόδοση της εκτελεστικής λειτουργίας.

Επιπλέον, μια διαμήκης παρατήρηση της ίδιας κοόρτης στους 10 μήνες από την COVID-19, ναι μεν έδειξε μείωση των γνωστικών διαταραχών από 53 σε 36%, αλλά και μια συνεχιζόμενη παρουσία μετατραυματικού στρες και καταθλιπτικών συμπτωμάτων. “Η μελέτη μας επιβεβαίωσε ότι σημαντικά γνωστικά και συμπεριφορικά προβλήματα σχετίζονται με την COVID-19 και παραμένουν αρκετούς μήνες μετά την ύφεση της νόσου“, εξήγησε ο επικεφαλής συντάκτης της μελέτης, καθηγητής Massimo Filippi.

“Ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό εύρημα είναι οι αλλαγές στην εκτελεστική λειτουργία, οι οποίες μπορούν να δυσκολέψουν τους ανθρώπους να συγκεντρωθούν, να σχεδιάσουν, να σκεφτούν με ευελιξία και να θυμούνται πράγματα. Αυτά τα συμπτώματα επηρέασαν 3 στους 4 νεότερους ασθενείς, που ήταν σε παραγωγική ηλικία “. Στη μελέτη δεν παρατηρήθηκε σημαντική σχέση μεταξύ της γνωστικής απόδοσης και του όγκου του εγκεφάλου. Σύμφωνα με τους ερευνητές, απαιτούνται μεγαλύτερες μελέτες και μακροπρόθεσμη παρακολούθηση. Ωστόσο, αυτή η μελέτη υποδηλώνει ότι η COVID-19 σχετίζεται με σημαντικά γνωστικά και ψυχοπαθολογικά προβλήματα.

Άλλα ευρήματα που παρουσιάστηκαν στο 7ο Συνέδριο, σχετικά με την COVID-19:

Η εν λόγω μελέτη είναι μία από τις τέσσερις επιστημονικές παρουσιάσεις σχετικά με τα νευρολογικά συμπτώματα της COVID-19. Άλλη έρευνα διαπίστωσε ότι το 77,4% των 53 ασθενών που εξετάστηκαν ανέφεραν ότι ανέπτυξαν τουλάχιστον ένα νευρολογικό σύμπτωμα και το 46,3% παρουσίασαν περισσότερα από τρία νευρολογικά συμπτώματα μεταξύ 5-10 μηνών μετά τη νοσηλεία τους με COVID-19 . Τα πιο συνηθισμένα από αυτά τα συμπτώματα ήταν αϋπνία (65,9%), υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας (46,3%) και δυσκολίες στο περπάτημα. Άλλα λιγότερο συχνά συμπτώματα περιλάμβαναν πονοκεφάλους, υποσμία (μειωμένη ικανότητα οσμής) και υπογευσία (απώλεια γεύσης). Οι συντάκτες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το 90% των ασθενών είχαν συμπτώματα μετά τη λοίμωξη και ότι τα νευρολογικά συμπτώματα αποτελούν σημαντικό μέρος αυτών.

Μία ερευνητική εργασία που παρουσιάστηκε παρακολούθησε 42 ασθενείς, ηλικίας 32 έως 54 ετών, μετά από νοσηλεία με COVID-19, για 2 έως 4 μήνες, και διαπίστωσε ότι το 95 % αυτών είχε συμπτώματα νευρογνωστικής εξασθένισης. Όλοι οι ασθενείς υπέφεραν από άσθμα, αυξημένη κόπωση και συμπτώματα άγχους / κατάθλιψης. Άλλα συμπτώματα περιλάμβαναν διαταραχές ισορροπίας (59,2%), πονοκεφάλους (50%) και μειωμένη ικανότητα οσμής (19%). Πέντε ασθενείς υπέστησαν ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, σε διάστημα δύο μηνών μετά τη νοσηλεία τους.

Τέλος, μελέτη που εξέτασε μεταθανάτια  την εγκεφαλική βλάβη σε ασθενείς με COVID-19 διαπίστωσε υψηλό ποσοστό νευρωνικής βλάβης και μεγαλύτερο αριθμό αμυλοειδών σωματίων,  τα οποία παρατηρούνται σε νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Οι δοκιμές ανοσοϊστοχημείας αποκάλυψαν επίσης την παρουσία του ιού στο εγκεφαλικό στέλεχος. Οι μετρήσεις συγκρίθηκαν με ασθενείς που ήταν σε ΜΕΘ non COVID. Σύμφωνα με το συντάκτη της μελέτης, η εργασία αυτή παρέχει την πρώτη νευροπαθολογική, νευροφυσιολογική και κλινική απόδειξη της εμπλοκής του εγκεφαλικού στελέχους που σχετίζεται με την COVID-19, ειδικά στο μυελικό επίπεδο, υποδηλώνοντας ένα νευρογενές συστατικό στην αναπνευστική ανεπάρκεια.

Πηγή: reader.gr