του ΑΓΓΕΛΟΥ ΜΟΣΧΟΒΑ
Ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης, έδωσε μια είδηση την Κυριακή: Την ημερομηνία των εθνικών εκλογών.
Οπως είπε, «οι εθνικές εκλογές έχουν δεδομένη ημερομηνία, πρέπει να γίνουν στην ώρα τους και η ώρα τους είναι με την συμπλήρωση της τετραετίας. Αυτό συμφέρει τη χώρα και την κοινωνία. Αρα ενδεχομένως να κουμπώσει με την ημερομηνία των αυτοδιοικητικών εκλογών στις 13 Οκτωβρίου του 2019».
Αυτό που για ευνόητους λόγους απέφυγε να πει ο υπουργός Εσωτερικών, είναι ότι αυτή η σύμπτωση, συμφέρει – εκτός από τη χώρα και την κοινωνία, όπως είπε – και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Και εξηγούμαστε: Για να ισχύσει η απλή αναλογική στις δημοτικές εκλογές, δεν πρέπει να αλλάξει ο νόμος. Και ο μόνος τρόπος για να μην αλλάξει ο νόμος είναι να είναι Πρωθυπουργός ο Τσίπρας που θα προκηρύξει τις δημοτικές εκλογές. Γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκαθαρίσει ότι θα αλλάξει τον εκλογικό νόμο για την αυτοδιοίκηση.
Γιατί όμως θέλει ο Τσίπρας, ο Σκουρλέτης και ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνουν δημοτικές εκλογές με απλή αναλογική;
«Ο μέγας Τιμονιέρης»
Πριν από δύο περίπου χρόνια, τον Ιούλιο του 2016 όταν η κυβέρνηση έριξε στο τραπέζι την αλλαγή του εκλογικού νόμου, ανώτατη κυβερνητική πηγή απαντούσε στις αντιδράσεις της αντιπολίτευσης: «Μεγάλη αναταραχή, θαυμάσια κατάσταση». Επρόκειτο για ένα από τα ασμένως αποστηθισμένα τσιτάτα του Κινέζου Μάο Τσε Τουνγκ. Παρότι γαλουχήθηκε στην ΚΝΕ ο Αλέξης Τσίπρας, πιθανότατα πήρε μαθήματα και από τον «Μέγα τιμονιέρη» όπως αποδεικνύει η πρωθυπουργική διαδρομή του.
Τι επιδιώκει λοιπόν ο Τσίπρας;
Είναι προφανές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει μια αδυναμία σε επίπεδο αυτοδιοικητικών στελεχών. Διαπιστώνοντας αυτό, το κυβερνών κόμμα επιδιώκει να αδρανοποιήσει τις δυνάμεις που βρίσκονται απέναντί του. Με άλλα λόγια τους δημάρχους που πρόσκεινται στη ΝΔ και στην Κεντροαριστερά.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, ο εκλογικός νόμος μειώνει τον αριθμό των υποψηφίων: Για να διευκολυνθούν τα σχήματα που υποστηρίζονται από το ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για να κατέβουν όσο το δυνατόν περισσότεροι υποψήφιοι στη λογική της πολυδιάσπασης της ψήφου.
Με την απλή αναλογική στην κατανομή των εδρών, οι δήμαρχοι που δεν θα εκλεγούν από τον πρώτο γύρο, αλλά στο δεύτερο, δεν θα έχουν πλειοψηφία στο Δημοτικό Συμβούλιο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους συμβιβασμούς και τις ισορροπίες για να ληφθεί μια απόφαση. Ο Τσίπρας, προτιμά «ανίσχυρους» δημάρχους, παραλυτικές ισορροπίες στους Δήμους και ενίσχυση του ρόλου των θνησιγενών σχημάτων του ΣΥΡΙΖΑ που θα είναι ρυθμιστές και θα εκβιάζουν το σχηματισμό πλειοψηφιών.
«Λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις»
Παράλληλα, ο νόμος Σκουρλέτη, επιδιώκει την αναβίωση του παλαιού σχήματος «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Να σύρει δημάρχους από την κεντροαριστερά, στη λογική των συνεργασιών με τα δικά του σχήματα. Στον ένα πόλο λοιπόν οι «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις» και στον άλλο η Δεξιά. Η, αν θέλετε τον Κεντροδεξιό και τον Κεντροαριστερό πόλο. Στον τελευταίο, ηγέτης (θέλει να) είναι ο Τσίπρας.
Με δεδομένο ότι βουλευτικές και δημοτικές εκλογές θα γίνουν μαζί τον Οκτώβριο του 2019, τα αυτοδιοικητικά στελέχη που πρόσκεινται στη ΝΔ ή στο Κίνημα Αλλαγής, δεν πρόκειται να τρέξουν για να βοηθήσουν τη Νέα Δημοκρατία ή το ΚΙΝΑΛ, αλλά θα ασχοληθούν μόνο με τον εαυτό τους.
Η πρώτη κίνηση για μετανάστες
Και κάτι τελευταίο που μάλλον δεν το έχουν εκτιμήσει δεόντως Μητσοτάκης-Γεννηματά: Ο εκλογικός νόμος Τσίπρα – Σκουρλέτη, κάνει την πρώτη κίνηση χορήγησης πολιτικών δικαιωμάτων σε μετανάστες και πρόσφυγες. Σύμφωνα με το ν/σ, σε κάθε δήμο συγκροτείται και λειτουργεί με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών και Προσφύγων. Θα αποτελούνται από πέντε (5) έως έντεκα (11) μέλη, τα οποία ορίζονται από το οικείο δημοτικό συμβούλιο. Ως μέλη ορίζονται δημοτικοί σύμβουλοι, εκπρόσωποι οργανώσεων των αλληλέγγυων και των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται και εκπρόσωποι που επιλέγονται από τους μετανάστες και πρόσφυγες που κατοικούν μόνιμα στον οικείο δήμο.
Σε συνδυασμό με τις διατάξεις που υπάρχουν στο νομοσχέδιο και οι οποίες διευκολύνουν τις διαδικασίες απονομής ιθαγένειας και πολιτογράφησης, είναι προφανές ότι θα ακολουθήσει και η παροχή δικαιώματος ψήφου με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την σύνθεση του εκλογικού σώματος.