Τα συνθήματα κατά της ΕΟΚ και του ΝΑΤΟ με τα οποία πολιτεύτηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου ενόψει των εκλογών του 1981 αποδείχτηκαν ως γνωστόν κενό γράμμα όταν το ΠΑΣΟΚ ανήλθε στην εξουσία.
Τα οφέλη της χώρας από τη συμμετοχή στην ΕΟΚ υποδείκνυαν στροφή στο ρεαλισμό και έτσι ο νέος ηγέτης της χώρας επέλεξε να πρωτοτυπήσει σε άλλους τομείς. Ένας εξ’ αυτών ήταν η έντονη φιλοαραβική στάση στην εξωτερική πολιτική. Ακόμα και πριν την άνοδο του στην εξουσία, ο Ανδρέας είχε θέσει τα θεμέλια οικοδόμησης στενών σχέσεων με τον Αραβικό κόσμο (Παλαιστίνη, Ιορδανία, Συρία), ενώ δεν δίστασε να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με καθεστώτα που βρίσκονταν σε διπλωματική απομόνωση, όπως αυτό του Μουαμάρ αλ Καντάφι στη Λιβύη.
Μπορεί σήμερα η Λιβύη να αποτελεί «αγκάθι» για την Ελλάδα με εστία κινδύνου τα νοτιανατολικά της Κρήτης, τη δεκαετία του ’80 όμως η αφρικανική χώρα δεν θα είχε ποτέ επιλέξει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Τουρκίας εις βάρος της χώρας μας.
Η σχέση του Ανδρέα με τον Καντάφι ήταν τέτοια που του επέτρεψε εν έτει 1984 να εξελιχθεί σε διεθνή παράγοντα. Γεφυρώνοντας με δική του πρωτοβουλία το χάσμα ανάμεσα σε Λιβύη και Γαλλία υπέγραψε μια μεγάλη διπλωματική επιτυχία, φέρνοντας με άκρα μυστικότητα και μυθιστορηματικό τρόπο τις δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, στην Ελούντα της Κρήτης.
Η τριμερής συνάντηση που οργάνωσε ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε σκοπό να αποκαταστήσει τις γαλλολιβυκές σχέσεις, που είχαν φτάσει σε οριακό σημείο με το ζήτημα του Τσαντ. Η Λιβύη έβλεπε το γειτονικό σε αυτήν Τσαντ ως διάδρομο εξάπλωσης της Κανταφικής επανάστασης σε άλλες χώρες της αφρικανικής ηπείρου. Η Γαλλία ήταν εν δυνάμει εγγυήτρια χώρα στο Τσαντ μετά την αποαποικιοποίηση που έγινε επί Ντε Γκωλ. Απειλή για τη γαλλόφιλη κεντρική κυβέρνηση αποτελούσαν τα στρατεύματα που είχε στείλει ο Καντάφι, στηρίζοντας ομάδες που αντιτάσσονταν σε αυτήν. Η κεντροαφρικανική χώρα είχε εξελιχθεί σε μόνιμη εστία διαμάχης ανάμεσα στη Γαλλία και τη Λιβύη, οδηγώντας σε μια σειρά από εμφύλιες συγκρούσεις.
Για να αποσπάσει ο Παπανδρέου τη συναίνεση του Γάλλου προέδρου Φρανσούα Μιτεράν γι’ αυτή τη συνάντηση, είχε φροντίσει να προβεί σε μια κίνηση που ενίσχυσε σημαντικά την ελληνογαλλική προσέγγιση. Επρόκειτο για αυτό που ο Τύπος της εποχής χαρακτήρισε ως «αγορά του αιώνα» από την ελληνική κυβέρνηση. Αφορούσε την προμήθεια 40 γαλλικών μαχητικών, τύπου Mirage-2000 και ισάριθμων αμερικανικών F-16 το 1984. Λεπτομέρεια; Τα γαλλικά αεροσκάφη στοίχισαν πολύ περισσότερο από τα αμερικάνικα…
Σε ότι αφορά τον Καντάφι, ήταν δεδομένο ότι θα δεχτεί την πρόσκληση. Ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε εξαιρετικές σχέσεις μαζί του και μάλιστα μόλις ένα πριν, τον Σεπτέμβρη του ’84, είχε επισκεφτεί ο ίδιος την Τρίπολη.
Ο Ανδρέας ήθελε να γίνει η τριμερής συνάντηση κάτω από απόλυτη μυστικότητα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που δεν επιλέχθηκε η Αθήνα, όπου θα έπρεπε να αποδώσει τιμές αρχηγού κράτους στον Καντάφι (προκαλώντας παράλληλα και την… απέχθεια των δυτικών).
Για την προετοιμασία της είχε κληθεί μόλις δύο 24ωρα πριν στο Καστρί ο τότε επικεφαλής της ΚΥΠ, μετέπειτα ευρωβουλευτής και βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Τσίμας. Τα μέτρα ασφαλείας ήταν δρακόντεια και δεν μάθαμε ποτέ αν την… μπλόφα του Καντάφι είχε εμπνευστεί, ή έστω «συνυπογράψει», η ελληνική πλευρά.
Η έλευση του Λίβυου ηγέτη στην Κρήτη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και επεισοδιακή. Όταν το αεροπλάνο που (υποτίθεται ότι) τον μετέφερε προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου, έκανε μια στροφή και απογειώθηκε ξανά! Όλοι περίμεναν ότι ο Καντάφι βρισκόταν στο δεύτερο λιβυκό αεροσκάφος που προσγειωνόταν. Αυτή ήταν η πραγματικότητα, αλλά με μία διαφορά. Ο Καντάφι που εξήλθε από την επίσημη (μπροστινή) πόρτα δεν ήταν ο Καντάφι. Ήταν ο… σωσίας του! Εξήλθε φυσικά κι ο ίδιος ο Μουαμάρ, αλλά μυστικά, από την πίσω πόρτα του αεροσκάφους.
Προτού μεταβεί στο «Αστήρ Παλλάς» της Ελούντας που τον φιλοξένησε, το πολυτελές ξενοδοχείο έγινε κόσκινο δύο φορές σε ένα 24ωροαπό Λίβυους πράκτορες για λόγους ασφαλείας. Μαζί του είχε φέρει 200 άτομα προσωπική φρουρά, μεταξύ των οποίων και κάποιες από τις περίφημες… αμαζόνες.
Οι δημοσιογράφοι δεν γνώριζαν τίποτα έως και μία μέρα πριν. Θρυλείται μάλιστα ότι ούτε οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές γνώριζαν για αυτήν: ότι ο Παπανδρέου είχε καλέσει τους δύο ηγέτες χωρίς να ενημερώσει τον έναν για την παρουσία του άλλου!
«Διάσκεψη ξαφνικά στην Κρήτη», έγραφε η Ελευθεροτυπία στις 15 Νοεμβρίου 1984 με πηχυαίους τίτλους, υπογραμμίζοντας παράλληλα τα πρωτοφανή μέτρα ασφάλειας που επικρατούσαν.
Η απόλυτη επιτυχία της συνάντησης επικυρώθηκε με τη «συμφωνία της Ελούντας», όπου συμφωνήθηκε η αποχώρηση λιβυκών και γαλλικών στρατευμάτων από το Τσαντ, η ανταλλαγή επισκέψεων σε επίπεδο ηγετών μεταξύ των δυο χωρών και η αναγνώριση εκ μέρους της Γαλλίας του δικαιώματος της Λιβύης να υπερασπίσει τα σύνορά της, σε περίπτωση επέμβασης τρίτης χώρας στο Τσαντ.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, η Ελλάδα έγινε «γέφυρα» για την ειρήνευση στο Τσαντ και τη διμερή συνεργασία, ανοίγοντας νέα σελίδα στις γαλλολιβυκές σχέσεις. Η δημόσια χειραψία των Μιτεράν-Καντάφι επισφράγισε, κατά τα γραφόμενα του Τύπου, την επιτυχία της ελληνικής πρωτοβουλίας, όπως αυτή αποτυπώθηκε και από τις εκδηλώσεις των δύο ξένων ηγετών. Μετά το τέλος των πολύωρων συζητήσεων ο Καντάφι δήλωσε, ενώπιον των δημοσιογράφων «ευχαριστώ το μεγάλο μας φίλο Παπανδρέου», ενώ και ο Μιτεράν συνόψισε την ικανοποίηση του στο λιτό αλλά απολύτως ενδεικτικό σχόλιο «ζήτω η Ελλάς».
Δεν ήταν όμως όλα ομαλά από την αρχή και σύμφωνα με τον τότε διευθυντή του Αστήρ Παλλάς Αλέξη Κοιμήση (γνώριζε άπταιστα γαλλικά), «χρειάστηκαν οι πολιτικές, αλλά και χιουμοριστικές παρεμβάσεις του Ανδρέα για να σπάσει ο πάγος». Ιδίως κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, όταν ο Καντάφι μπήκε πολύ επιθετικά και προσέβαλε τον Μιτεράν, λέγοντας του ότι «δηλώνεις σοσιαλιστής, αλλά υποστηρίζεις τους φασίστες στο Τσαντ…».
Ένα άλλο ευτράπελο, στο περιθώριο της τριμερούς, ήταν ότι η λυβική πλευρά δεν ενημέρωσε ποτέ για το χρόνο αναχώρησης της από το ξενοδοχείο και το έκανε εντελώς ξαφνικά, αφήνοντας στα δωμάτια όπου είχαν καταλύσει τα μέλη της διάφορα… σουβενίρ, όπως οπλοπολυβόλα και χειροβομβίδες!
Η συμφωνία της Ελούντας αποτέλεσε παράλληλα και το επιστέγασμα της προσωπικής φιλίας Παπανδρέου – Καντάφι, που βασίστηκε στο πλαίσιο της προσπάθειας του πρώτου να ενισχύσει το Κίνημα των Αδέσμευτων, των κρατών δηλαδή που δεν ευθυγραμμιζόταν με την επιρροή των δύο μεγάλων δυνάμεων, ΗΠΑ και Ρωσίας.
Αυτό ήταν και ένα από τα οράματα του Ανδρέα για τη χώρα του, που έμεινε όμως ημιτελές. Για τον Καντάφι από την άλλη, η εφαρμογή του κράτησε 42 χρόνια, έως και το 2011 που η υποτιθέμενη αραβική άνοιξη βύθισε με τη συνδρομή του ΝΑΤΟ (άρα και των Ελλάδας, Γαλλίας) στο απόλυτο χάος στη Λιβύη.
Πηγή: menshouse.gr