Ο δάσκαλος κοίταζε προσεκτικά τα παιδιά στη τάξη, παγωμένη όπως ήταν η αίθουσα έμοιαζε με ψυγείο σαν αυτό που σήμερα ονομάζουμε walking iceboxes δηλαδή σαν αυτά που μπαίνεις μέσα και διαλέγεις τα φρούτα κλπ… Έπαιρνε τα παιδιά που φαινόταν πιο θρεμμένα κατά μέρος ένα, ένα και τους μίλαγε εμπιστευτικά, όταν τελείωνε η τάξη.
Τους ρωτούσε τι δουλειά κάνει ο πατέρας σου;
Αν ήταν βοσκός, χαμόγελο άνοιγε στα χείλη του δασκάλου πες του σε παρακαλώ να μου στείλει μια κούπα γάλα, ή ένα κομμάτι ψωμί, ο καθένας ότι μπορεί, ακόμη και λάχανα. Ήταν ένας καινούργιος προσωρινός δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο Μακρυωτίκων, Πυλάρου. Πραγματικά πολλά παιδάκια την άλλη μέρα το πρωί του έφερναν μια πετσέτα τυλιγμένο μέσα κάτι τι το φαγώσιμο.
Όχι εμείς στο σπίτι δεν είχαμε τίποτα να του δώσουμε, το σπίτι μας ήταν άδειο.
Κάθε πρωί στο σχολείο αν είχαμε παίρναμε λίγη φακή στην τσέπη του και την κουκαλούσαμε, αποβραδίς φυλάγαμε το λαχανόζουμο να το πιούμε το πρωί αντί για καφέ.
Μια φορά η μάνα μας μάζεψε όλους στο τραπέζι, θα τρώγαμε πατάτες βραστές, τις είχα καθαρίσει και τις έφερνε στο τραπέζι σε έναν ταβά εμαγιέ μέσα ζεστές αχνιστές, χαρά εμείς, σηκώθηκα πήγα από πίσω της κι έκλεψα μια, την έβαλα στο στόμα μου, αυτή σφηνώθηκε στον λαιμό μου κόντευα να πνιγώ
Για τετράδιο αντιγραφής ορθογραφίας μισή κόλα χαρτί μόνο από τετράδια με χαρτί χρώματος σαν λαδόκολλα που ερχόταν με το καΐκι από τον οίκο Λαδόπουλο Πάτρα. Είχα κι εγώ ένα όνειρο κάποτε να χορτάσω, ήθελα βραστό γάλα με αλάτι και να το γεμίσω ψωμί πράγμα που έμεινε μόνο όνειρο.
Θα ημπορούσα να γράφω πολλά, πάρα πολλά, αλλά φοβούμαι ότι δεν θα γίνω πιστευτός και μετά πάει πέρασε εκείνη η εποχή, σήμερα άλλαξε ο κόσμος η κοινωνία, όμως δεν ξεχνιέται ποτέ το πώς μεγάλωσες, το πώς μάθαμε τα πρώτα γράμματα αυτά που μέχρι σήμερα εξακολουθούν να καλλιεργούν την σκέψη μας.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης