Το τέλος που δεν εύχεστε στους ήρωες των παραμυθιών σας.

Στους φανταστικούς μας ήρωες ευχόμαστε να ξεφύγουν, να σωθούν και να είναι ευτυχισμένοι. Την πραγματικότητα όμως δεν τη αφήνουμε να εξελίσσεται όπως τα παραμύθια. Έτσι οι ίδιοι ήρωες δεν έχουν κανένα περιθώριο σωτηρίας στον αληθινό κόσμο. Εκεί γινόμαστε οι δήμιοι τους, ξανά και ξανά, όπως κάναμε και πρόσφατα με μια “παράξενη” οικογένεια που αναζήτησε καταφύγιο κοντά στους ανθρώπους.
Πριν λίγες ημέρες η οικογένεια αυτή μιας μάνας με έξι μωρά βρέθηκε σε γειτονιά της Ρώμης. Άγνωστο το πώς ακριβώς έφτασαν εκεί, σίγουρα όμως είχαν έρθει από πολύ μακριά. Κανένας από τους επτά δεν απέκτησε όνομα όσο ζούσε. Έστω αργά, ας δώσουμε στη μάνα ένα όνομα, κάποιο που να της ταιριάζει : Αληκτώ. Να μας θυμίζει τα ηθικά εγκλήματα των ανθρώπων, κι ας μην είχε καμία ομοιότητα η ερινύα-τιμωρός με τη μάνα Αληκτώ. Εξάλλου στην ιστορία αυτή, “τιμωροί” γίναμε εμείς οι άνθρωποι για την οικογένεια της Αληκτούς, επειδή διεκδίκησε λίγο χώρο ανάμεσά μας.
Ναι, η Αληκτώ με τα μωρά της, αναζητώντας καταφύγιο και τροφή, τόλμησαν να εγκατασταθούν δίπλα σε κατοικίες ανθρώπων. Πρέπει να ήταν πολύ απελπισμένοι ώστε να φύγουν από το δάσος τους, διασχίζοντας αυτοκινητοδρόμους και επιβιώνοντας αμέτρητων κινδύνων μέχρι την πόλη της Ρώμης. Έχοντας διανύσει πολλά χιλιόμετρα, σταμάτησαν επιτέλους σε ένα μέρος που έδειχνε ασφαλές και φιλικό, μια που είχε δέντρα, παιχνίδια, αλλά και πάρα πολλά σκουπίδια με άφθονη τροφή. Για κακή τους τύχη, το μέρος αυτό ηταν μια παιδική χαρά που βρισκόταν ανάμεσα σε πολυσύχναστες γειτονιές.
Οι κάτοικοι της περιοχής, αν και έβρισκαν αποκρουστικό το γεγονός ότι η οικογένεια έτρωγε από τα σκουπίδια, την περιγράφουν τόσο ήμερη ώστε αδιαφορούσε ακόμα και όταν την πλησίαζαν αρκετά για να βγάλουν φωτογραφίες. Η οικογένεια είχε φιλική διάθεση, αλλά δεν αποκλείεται, αν κάποιος την προκαλούσε ή την τρόμαζε, η Αληκτώ να γινόταν επικίνδυνη. Και εξαιτίας αυτής της πιθανότητας να αμυνθεί στην απειλή, η Αληκτώ “ενοχλούσε” τους γείτονες. Όπως τους ενοχλούσε ότι τα μωρά της έτρεχαν μέσα στο πάρκο και πειραματίζονταν με τα παιδικά παιχνίδια. Μάλλον η ίδια η ύπαρξη της οικογένειας αυτής σε ένα αστικό περιβάλλον ήταν, από μόνη της, ενοχλητική για τους περίοικους. Πώς να βλέπουν από το παράθυρό τους να παίζουν ελεύθερα τα μωρά ενός ζώου που μόνο μέσα σε πιάτο μπορεί να το χωρέσει η αντίληψή τους;
Πόσο εύκολο είναι να δεχτείς ότι άτομα ενός είδους που τρως, ξαφνικά διεκδικούν λίγο από τον χώρο σου ενώ εκδηλώνουν οικεία συναισθήματα; Καθόλου, γιατί προϋποθέτει να συγκρουστείς με αυτό που έχεις μάθει να είσαι. Από την άλλη οπτική, θα μπορούσες να το πεις και ευλογία να βλέπεις από τόσο κοντά την παράξενη οικογένεια να εκφράζει αγάπη, χαρά και περιέργεια. Αντί για αυτό, η Αληκτώ και τα μωρά της αντιμετωπίστηκαν ως πρόβλημα που έπρεπε να φύγει από τη μέση. Είναι αυτό το μοτίβο που οι άνθρωποι ξέρουν καλά και έτσι τους είναι πιο εύκολο να το επαναλαμβάνουν.
Σύντομα το πάρκο σφραγίστηκε, να μην μπαίνει κανείς. Τι, λέτε ότι ήταν για καλό της οικογένειας; Όχι, ήταν για να πετύχουν καλύτερα τον στόχο οι σκοπευτές. Ένα-ένα σκότωσαν τα 6 πιτσιρίκια και τη μάνα, με τις ευλογίες της δημάρχου και άλλων κατοίκων. Μια σφαίρα για την κάθε ζωή που νόμισε ότι βρήκε καταφύγιο. Που για να διασχίσει χιλιόμετρα και χιλιόμετρα ώστε να φτάσει εκεί, πρέπει να είχε απελπιστεί. Η απάντηση των ανθρώπων στην απελπισία αυτή, δεν ήταν η συμπόνια και ούτε κάποιου είδους βοήθεια, αλλά οι σφαίρες. Τη “λύση” τη δώσαμε για μία ακόμη φορά με θάνατο.
Εξάλλου αυτό έχουμε συνηθίσει να προκαλούμε. Όταν η βία είναι καθημερινότητα δεδομένη για το πιάτο μας και για τα χόμπυ μας, δύσκολα λογαριάζουμε άλλες λύσεις σε περιπτώσεις όπως αυτές της οικογένειας της Αληκτούς. Που ακόμα και χωρίς να αποτελεί κίνδυνο, με το παρκάκι όπου είχε εγκατασταθεί, περιφραγμένο, καταδικάστηκε σε θάνατο. Θα ήταν σχεδόν.. παράξενο αν δεν τους σκοτώναμε. Κανένα πλάσμα δεν σώζεται από τους ανθρώπους, παρά μόνο στα παραμύθια.
Σκεφτείτε, πώς θα ήταν, για μία φορά, να μην επιβεβαιωνόνασταν αλλά να δίναμε αξία στη ζωή των άλλων. Να μεταφέραμε την οικογένεια σε καταφύγιο, ή, ακόμα καλύτερα, να μετατρέπαμε σε καταφύγιο το ίδιο το πάρκο ώστε και οι επτά να ζούσαν εκεί μέχρι τα βαθιά τους γεράματα. Και αν είχαμε την τύχη να μένουμε κοντά, θα βλέπαμε από το μπαλκόνι μας την οικογένεια να μεγαλώνει.
Για τον παλιό μας εαυτό, ή για τον καλύτερό μας εαυτό, που ευχόταν ένα αίσιο τέλος στους ήρωες των παραμυθιών, αυτό θα ήταν ευτυχία. Σκεφτείτε πώς θα ήταν και να …καυχιόμαστε ότι δημιουργήσαμε το τέλος που ευχόμαστε στους ήρωες των παραμυθιών μας αντί για αυτό που μας έμαθαν να επιβάλλουμε. Να λέγαμε “και έζησαν καλά” επειδή τους προστατεύσαμε από τους ανθρώπους που ήμασταν κάποτε και επειδή τους δώσαμε αγάπη.
Αγάπη για τη ζωή, τόσο δύσκολο είναι;
Α, η Αληκτώ και τα μωρά της ήταν αγριόχοιροι. Αλλά μάλλον αυτό θα το έχετε ήδη καταλάβει.
Υ.Γ. Τα σκότωσαν με εντολή δημάρχου. Κι ας είχαν βρεθεί λύσεις από φιλοζωικές και ιταλικό κόμμα για τα ζώα.