Την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης και των τελευταίων συντάξεων χηρείας που πληρώνονταν ακόμη με το παλαιό ποσοστό του 50% αναμένεται να ανακοινώσει σήμερα το υπουργείο Εργασίας. Πρόκειται για περίπου 8.000 συντάξεις χηρείας που βρίσκονταν ακόμη σε εκκρεμότητα, καθώς οι δικαιούχοι δεν είχαν λάβει την αύξηση που έπρεπε μετά την αλλαγή του ποσοστού από 50% σε 70%. Η εκκαθάριση των εν λόγω συντάξεων χηρείας κουβαλά αναδρομικά 18 μηνών, καθώς η αύξηση του ποσοστού του επιζώντα συζύγου από το 50% στο 70% ισχύει από τον Μάιο του 2019.
Ταυτόχρονα αναμένεται να εκδοθούν και να καταβληθούν όλες οι μεταβιβάσεις συντάξεων χηρείας λόγω θανάτου συνταξιούχου που εκκρεμούν από το 2017 μαζί με τα αναδρομικά τους ποσά. Οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι επιβιώνουν με την προσωρινή σύνταξη χηρείας, η οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν ξεπερνά τα 360 ευρώ.
Μέσω του νέου λογισμικού που ολοκληρώθηκε, κατέστη εφικτός ο επανυπολογισμός όλων των συντάξεων χηρείας για την αποπληρωμή των αναδρομικών ποσών και την αύξηση του ποσοστού από το 50% στο 70% της σύνταξης του θανόντος. Υπενθυμίζεται ότι τη σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου δικαιούνται:
- Ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
- Τα τέκνα του θανόντος ασφαλισμένου.
- Ο διαζευγμένος σύζυγος.
Μάλιστα, με τις αλλαγές που επήλθαν τον Μάιο του 2019, από 17/5/2019 ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης συνεχίζει να λαμβάνει τη σύνταξη λόγω θανάτου ανεξάρτητα από την ηλικία του, μετά την πρώτη τριετία από την αρχική χορήγησή της. Ακόμη προβλέπεται πλέον η 3ετία ως ελάχιστη διάρκεια γάμου/συμφώνου συμβίωσης, για την αναγνώριση δικαιώματος συνταξιοδότησης σε επιζώντα σύζυγο ή στο έτερο μέρος του συμφώνου συμβίωσης.
Η σύνταξη εξακολουθεί να καταβάλλεται στα τέκνα και μετά τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους μόνο στην περίπτωση που κατά τον χρόνο του θανάτου του συνταξιούχου ή του ασφαλισμένου είναι άγαμα και ανίκανα για κάθε βιοποριστική εργασία, εφόσον η ανικανότητά τους επήλθε πριν από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας τους. Το ποσό της σύνταξης των δικαιούχων υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης που δικαιούται ή έχει δικαιωθεί ο θανών επιμεριζόμενο ως εξής:
- Σύζυγος/έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης δικαιούται το 70% επί του ποσού της σύνταξης, το οποίο δικαιούνταν ή έχει χορηγηθεί στον σύζυγο που απεβίωσε.
- Σε περίπτωση που πέραν του χήρου επιζώντος συζύγου υπάρχει και διαζευγμένος σύζυγος δικαιούμενος και αυτός σύνταξη λόγω θανάτου, τότε το 70% της σύνταξης επιμερίζεται σε ποσοστό 75% για τον χήρο και 25% για τον διαζευγμένο. Για κάθε δε επιπλέον έτος έγγαμου βίου του διαζευγμένου, πέραν του 10ου και μέχρι και του 35ου, η σύνταξη του διαζευγμένου αυξάνεται κατά 1% και μειώνεται αναλόγως κατά 1% η σύνταξη του χήρου, και σε περίπτωση διάρκειας του έγγαμου βίου του διαζευγμένου πέραν των 35 ετών, η σύνταξη λόγω θανάτου επιμερίζεται κατά ποσοστό 50% στον καθένα.
Σε περίπτωση που ο γάμος πραγματοποιήθηκε μετά την απονομή σύνταξης γήρατος στον θανόντα και η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και του επιζώντος συζύγου, αφού αφαιρεθεί το διάστημα του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από 10 έτη, τότε το ποσό της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος μειώνεται ως ακολούθως:
• Κατά 1% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 10ο έως και το 20ό.
• Κατά 2% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 21ο έως και το 25ο.
• Κατά 3% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 26ο έως και το 30ό.
• Κατά 4% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 31ο έως και το 35ο.
• Κατά 5% για κάθε πλήρες έτος διαφοράς για τα έτη από το 36ο και άνω.
Ο επιζών σύζυγος/έτερο μέρος συμφώνου συμβίωσης/διαζευγμένος δικαιούται από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα για μια τριετία ολόκληρη τη σύνταξη που έχει υπολογιστεί.
Ως κατώτατο ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ορίζεται το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης του νόμου Κατρούγκαλου για 20 χρόνια ασφάλισης, δηλαδή το ποσό των 384 ευρώ.
Εάν ο θανών είχε λιγότερα από 20 χρόνια ασφάλισης, το ποσό των 384,00 ευρώ μειώνεται κατά 1,25% για κάθε έτος που υπολείπεται των 20 ετών και μέχρι τα 15 έτη ασφάλισης. Εάν ο χρόνος ασφάλισης του θανόντα είναι μικρότερος των 15, ετών χορηγείται ως κατώτατο ποσό τα 360 ευρώ, που αντιστοιχεί στα 15 χρόνια ασφάλισης. Συνεπώς, το κατώτατο ποσό σύνταξης λόγω θανάτου ανάλογα με τον χρόνο ασφάλισης διαμορφώνεται ως εξής:
Μέχρι και 15 έτη ασφάλισης: 360 ευρώ
Για 16 έτη ασφάλισης: 364,80 ευρώ
Για 17 έτη ασφάλισης: 369,60 ευρώ
Για 18 έτη ασφάλισης: 374,40 ευρώ
Για 19 έτη ασφάλισης: 379,20 ευρώ
Για 20 έτη ασφάλισης και άνω: 384,00 ευρώ.
Για να εξευρεθεί ο χρόνος ασφάλισης από τον οποίο και συναρτάται το κατώτατο ποσό, λαμβάνεται υπόψη μόνο κάθε πλήρες έτος ασφάλισης που είχε πραγματοποιήσει ο θανών.
Πηγή: ethnos.gr